Του Κώστα Κεφαλογιάννη
Τραυματισμοί, ακρωτηριασμοί, καταστροφές, γειτονιές γεμάτες αποκαΐδια, καμένα φανάρια, καμένοι κάδοι, η αστυνομία και πυροσβεστική επί ποδός.
Θα μπορούσε να είναι ο απολογισμός μιας νύχτας ταραχών, στα Εξάρχεια ας πούμε. Ή της αστυνομικής επιχείρησης ανακατάληψης του Ευαγγελισμού. Είναι ο απολογισμός της Ανάστασης στο Ηράκλειο. Για μια ακόμα χρονιά, παρά τις εξαγγελίες για αυστηρούς ελέγχους, η πόλη γέμισε φωτιές. Φουνάρες τις αποκαλούν οι εμπρηστές, οι οποίοι προσπαθούν να πείσουν εαυτούς και αλλήλους ότι τιμούν το “έθιμο” του καψίματος του Ιούδα. Την τύφλα τους τιμούν.
Πρώτα όλα έθιμο τέτοιο, στον αστικό ιστό, δεν υπήρχε. Εμφανίστηκε τα τελευταία χρόνια. Όχι ως σύνδεση με κάποια αγαπημένη παράδοση βέβαια, αλλά ως μια ακόμα έκφραση καταστροφικής μανίας και βαθια αντικοινωνικής συμπεριφοράς.
Ουτε έθιμο λοιπόν, ούτε οτιδήποτε παρεμφερές. Μονάχα επιπολαιότητα και πούρος κωλοπαιδισμός που εδράζονται μεταξύ άλλων, στη βεβαιότητα της ατιμωρησίας. Και στην εξίσου ισχυρή βεβαιότητα της αδυναμίας/απροθυμίας των αρμόδιων αρχών να δράσουν εγκαίρως, προκαταβολικά δηλαδή.
Οι ενορίες στις οποίες συμβαίνουν τα παραπάνω είναι λίγο ως πολύ γνωστές. Ε, και; Ουδείς καταφέρνει καθώς φαίνεται να αποτρέψει την επανάληψη του φαινομένου, το οποίο ειρήσθω εν παρόδω χρειάζεται μια μικρή προετοιμασία (άρα, δεν μοιάζει και τόσο δύσκολο να προληφθεί – αποδεικνύεται πώς είναι).
Όταν λέω ουδείς, συμπεριλαμβάνω και τους ιερείς και τα εκκλησιαστικά συμβούλια. Μου φαίνεται αδύνατο να μην γνωρίζουν εκ των προτέρων τις προθέσεις κάποιων θερμόαιμων ενοριτών τους. Μου φαίνεται αδύνατο να μην μπορούν να αποτρέψουν την φουνάρα με μια απλή εντολή – “μην τολμήσετε να ανάψετε φωτιά στην εκκλησία μου”.
Μου φαίνεται αδύνατο να μην έχουν εικόνα τα τοπικά συμβούλια των δημοτικών ενοτήτων ή κοινοτήτων.
Μου φαίνεται δυνατό και πιθανό να μην τους ενοχλεί ή απλώς να μη θέλουν να δυσαρεστήσουν το ποιμνίο τους.
Αντιλαμβάνομαι ότι εξαιτίας της συζήτησης που προηγήθηκε, σε κάποιες περιπτώσεις οι εμπρηστές είχαν φροντίσει να έχουν καβάτζα! Να αποθηκεύσουν δηλαδή εύφλεκτο υλικό σε κρυψώνες για να γλιτώσουν την κατάσχεση. Και αυτό, μαζί με το γεγονός ότι ειδικά φέτος, οι δράστες σε πλήρη αποθράσυνση, πετούσαν μέσα στις φλόγες βενζίνη και γκαζάκια, επιβεβαιώνει ότι μιλάμε για κανονική εγκληματική συμπεριφορά που χρησιμοποιεί τη γιορτή για πρόσχημα.
Ο προβληματισμός για τους λόγους που οδηγούν νέους ανθρώπους να μισούν με τέτοιο πάθος τον δημόσιο χώρο και την ίδια τους την πόλη, είναι ουσιαστικός και αποτελεί πιθανόν τον πυρήνα του προβλήματος.
Ωστόσο, επειδή η συγκεκριμένη κουβέντα απαιτεί χρόνο, ας ξεκινήσουμε από τα βασικά: έλεγχος, αστυνόμευση, σύλληψη και εκεί που χρειάζεται αυστηρή τιμωρία.
Απλά και αυτονόητα πράγματα. Αλλού. Εδώ μένουμε ξανά και ξανά στις εξαγγελίες. Ενώ άπαντες γνωρίζουν ακριβώς τα σημεία που θα καούν, τα παρακολουθούμε απλώς να καίγονται.
Σημειώνω ότι το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου υπήρξε καμία προσαγωγή!
Και εντωμεταξύ, οι εμπρηστές αυξάνονται και πληθαίνονται, η μανία τους θεριεύει, είναι θέμα χρόνου να βάλουν φωτιά και σε σπίτια, για να τιμήσουν την “παράδοση”, την οποία έτσι κι αλλιώς την έχουν κάνει κι εκείνη προσάναμμα για την φουνάρα στο μυαλό τους.