Το ζήτημα της παιδικής παχυσαρκίας φαίνεται να λαμβάνει ανησυχητικές διαστάσεις στη χώρα μας και μάλιστα η κατάσταση είναι ακόμη χειρότερη σε επίπεδο Κρήτης. Τα στοιχεία δείχνουν ότι το 40-44% των παιδιών στην Ελλάδα είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα πράγμα που κατατάσσει τη χώρα πρώτη σε όλη την Ευρώπη (μαζί με την Κύπρο – Στα αγόρια είναι πρώτη η Κύπρος και στα κορίτσια είναι πρώτη η Ελλάδα), ενώ στο νησί γύρω στο 53% των παιδιών είναι υπέρβαρα ή παχύσαρκα, γεγονός που τοποθετεί τελικά την Κρήτη στη πρώτη θέση σε επίπεδο Ελλάδας. Επιπλέον, το ζήτημα της παιδικής παχυσαρκίας κατά όπως δείχνουν τα στοιχεία είναι εντονότερο στις αγροτικές περιοχές από ό,τι στα μεγάλα αστικά κέντρα, με ενδεικτικό παράδειγμα αυτό του Ηρακλείου, όπου περίπου το 44,4% των παιδιών είναι υπέρβαρα και παχύσαρκα, ενώ αυτό το ποσοστό φτάνει στο 54% στις αγροτικές περιοχές του νομού.
Όπως γράφουν τα «Ρεθεμνιώτικα νέα», τα στοιχεία για την Κρήτη έρχονται σε μια πρώτη ανάγνωση σε πλήρη αντίφαση με αυτό που θα περίμενε κανείς για το νησί το οποίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με τη μεσογειακή διατροφή – το σύμβολο της υγιούς διατροφικής συμπεριφοράς παγκοσμίως που θα ανέμενε κανείς να έχει περάσει και στην κουλτούρα και την καθημερινότητα των ντόπιων. Το πρόβλημα όμως είναι πολυπαραγοντικό όπως επισημαίνουν οι ειδικοί και η ρίζα του εντοπίζεται σε μια γενικότερη αλλοίωση της παραδοσιακών συνηθειών (απομάκρυνση από τη μεσογειακή διατροφή, κατανάλωση περισσότερων επεξεργασμένων τροφών κ.λπ.), υιοθέτηση ενός καθιστικού τρόπου ζωής με πολλές ώρες μπροστά από τις οθόνες και φυσικά όπως τονίζουν οι επιστήμονες παγιωμένες αντιλήψεις μη επιστημονικά τεκμηριωμένες που κρατούν από τα κατοχικά χρόνια οι οποίες διαμορφώνουν λανθασμένες συμπεριφορές ενηλίκων και κατά συνέπεια περνάνε και στα παιδιά.
Αξιοσημείωτο βέβαια σε όλο το ζήτημα είναι τελικά και οι οικονομικές ανισότητες. Για άλλη μια φορά μια κοινωνική παθογένεια αποδεικνύεται πως είναι και ζήτημα ταξικό μιας και το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο των γονέων και των φροντιστών των παιδιών φαίνεται να διαδραματίζει τεράστιο ρόλο στο πως διαμορφώνονται όλες αυτές οι αντιλήψεις του κόσμου για τη διατροφή και το βάρος. Την ίδια ώρα αυτό ακριβώς το υπόβαθρο του γονέα καθορίζει και τον εγγραμματισμό του πάνω στα ζητήματα της διατροφής και της σωματικής υγείας αλλά και την πρόσβαση που μπορεί να έχει στις υπηρεσίες υγείας, τα υγιεινά προϊόντα και γεύματα, την άθληση και συμπληρωματικές υπηρεσίες που προάγουν την ευζωία (διατροφολόγοι, γυμναστήρια κ.ά.).
Όλα τα παραπάνω στοιχεία και μια σειρά άλλων διαστάσεων του ζητήματος όπως τον ρόλο που μπορεί να έχει το σχολείο στο θέμα αυτό, συζητήθηκαν το απόγευμα της Δευτέρας στο Φοιτητικό και Πολιτιστικό Κέντρο Ξενία, σε μια εκδήλωση που διοργάνωσαν το Παιδαγωγικό Τμήμα και η Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης, με σκοπό να ευαισθητοποιήσουν κυρίως του ενήλικες και να παρουσιάσουν την Εθνική Δράση κατά της Παιδικής Παχυσαρκίας και το πρώτο ολοκληρωμένο πρόγραμμα πρόληψης και καταπολέμησής στην Ελλάδα, το οποίο υλοποιείται από το υπουργείο Υγείας σε συνεργασία με τη UNICEF και ακαδημαϊκών και κοινωνικών φορέων, ανάμεσά τους και το Ινστιτούτο Κοινωνικής και Προληπτικής Ιατρικής και η Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Κύριες ομιλήτριες στην εκδήλωση ήταν η Ελένη Κατσαρού, καθηγήτρια Παιδαγωγικού Τμήματος Δημοτικής Εκπαίδευσης, Πανεπιστημίου Κρήτης, η Ιζόλδη Μπουλουκάκη, επίκουρη καθηγήτρια Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και Δημόσιας Υγείας από την Ιατρική Σχολή Πανεπιστημίου Κρήτης και η Σεβαστή Περάκη, διαιτολόγος – διατροφολόγος και ερευνήτρια στο Εργαστήριο Προγραμματισμού της Υγείας, της Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Κρήτης.

Νούμερα που προβληματίζουν
Η επίκουρη καθηγήτρια Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και Δημόσιας Υγείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης, Ιζόλδη Μπουλουκάκη, στην παρουσίαση που έκανε αποκάλυψε νούμερα που αφορούν τη χώρα, τα οποία σαφώς και προβληματίζουν.
Ειδικότερα, ανέδειξε πως στην Ελλάδα για τις ηλικίες 4-6 ετών το 20,6% των παιδιών είναι υπέρβαρα και παχύσαρκα, πράγμα που διαφοροποιείται από την υπόλοιπη Ευρώπη που είναι γύρω στο 14,5%, ενώ το ποσοστό αυτό είναι ακόμη χαμηλότερο σε χώρες αναφοράς κυρίως της Βόρειας Ευρώπης όπου παρουσιάζονται καλύτεροι δείκτες υγείας.
Για τις ηλικίες 6-10 ετών, «τα πράγματα δυσκολεύουν», σχολίασε χαρακτηριστικά η κ. Μπουλουκάκη η οποία σημείωσε πως στην Ελλάδα απαρτίζουν το 39% των παχύσαρκων ή υπέρβαρων παιδιών, ενώ στην Ευρώπη είναι το 26% και στις χώρες αναφοράς της Ευρώπης το 18%.
«Και τα προβλήματα αρχίζουν 10-12 ετών πριν την εφηβεία. Όπου διπλασιάζεται το ποσοστό. Δηλαδή ενώ στην ηλικία των 4 ετών ήταν 20% τώρα είναι 41%, έναντι των χωρών αναφοράς που είναι 15%», επισημαίνει η κ. Μπουλουκάκη.

«Αν δεν ξέρουμε εμείς πως θα ξέρουν τα παιδιά μας;»
Η παιδική παχυσαρκία δεν αποτελεί ένα καινούργιο ζήτημα. Έχει αναγνωριστεί πάνω από μισό αιώνα από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ως χρόνια νόσος με το πρόβλημα, όπως ανέδειξε σε δηλώσεις της η κ. Μπουλουκάκη, να ξεκινάει από τη διαμόρφωση λανθασμένων στάσεων και αντιλήψεων ήδη από την παιδική ηλικία. «Δηλαδή ουσιαστικά οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί και όλοι όσοι είναι υπεύθυνοι για τη διαμόρφωση των προτύπων και των στάσεων και αντιλήψεων που αφορούν τη διατροφή και την άσκηση στα παιδιά εμπλέκονται σε αυτό».
Οι γενετικές αιτίες, όπως σημειώνει η ίδια, κατέχουν χαμηλά ποσοστά, με το βασικό πρόβλημα να εντοπίζεται στην ανισορροπία ανάμεσα στην κατανάλωση ενέργειας και την καύσης αυτής. Με άλλα λόγια, υιοθετείται όλο και περισσότερο ένας τρόπος ζωής ο οποίος εμπλέκει ελάχιστα τη σωματική δραστηριότητα ή και την αποκλείει ολότελα, την ώρα που ο άνθρωπος όλο και τρέφεται με χαμηλής ποιότητας φαγητό το οποίο μάλιστα δεν καίει. «Η ενέργεια που θα πρέπει να παίρνουμε από τις τροφές θα πρέπει να ισούται με την ενέργεια που δαπανάμε και για τις βασικές λειτουργίες του οργανισμού μας και για τη σωματική άσκηση. Αν η ζυγαριά γέρνει από τη μια μεριά ή από την άλλη, αυτό οφείλεται στο ότι μπορεί να παίρνουμε παραπάνω ενέργεια και το περιβάλλον μας ευνοεί τις ελκυστικές παχυντικές τροφές, ενώ δεν ευνοεί την ενεργειακή δαπάνη, άρα έχουμε μια μείωση της σωματικής δραστηριότητας. Άρα αυξάνεται το σωματικό λίπος οπότε μιλάμε για υπερβαρότητα και παχυσαρκία. Και μια άλλη μεγάλη μάστιγα της εποχής είναι η χρήση των οθονών. Σε μια μελέτη που έγινε σε μικρά παιδιά, που υποτίθεται ότι τα επιτρεπτά όρια χρήσης οθόνης είναι η 1 ώρα την ημέρα, στην Ελλάδα συμμορφώνεται μόνο το 23%. Κάτι που αλλάζει στις χώρες της Βόρειας Ευρώπης. Μήπως φταίμε και οι γονείς; Εδώ έχουμε μια δυσάρεστη πρωτιά της Ελλάδας. Φάνηκε ότι οι ενήλικες όταν γυρνάνε από την εργασία τους δαπανούν τουλάχιστον τρεις ώρες στις οθόνες χωρίς να είναι μέρος της δουλειάς τους. Άρα αν οι ίδιοι οι ενήλικες, αν οι ίδιοι οι γονείς δαπανάνε τρεις ώρες μετά τη δουλειά τι περιμένουμε να κάνουν και τα παιδιά;», επεσήμανε η κ. Μπουλουκάκη καταδεικνύοντας το πόσο σημαντικά επηρεάζουν οι ενήλικες τη συμπεριφορά των παιδιών, ενώ το ίδιο φάνηκε στο παράδειγμα που έφερε αναφορικά με τις αντιλήψεις που έχουν οι ίδιοι οι ενήλικες σχετικά με τις υγιεινές συμπεριφορές. «Ξέρουμε πόσα φρούτα και λαχανικά για παράδειγμα πρέπει να τρώμε την ημέρα (πρέπει να τρώμε πέντε μερίδες); Στην Ελλάδα μόνο το 8% των ενηλίκων το ήξερε. Στην Ευρώπη 19% και στις χώρες τις πιο προηγμένες το 26%. Άρα αν δεν ξέρουμε εμείς πως θα ξέρουν τα παιδιά μας;».
Σε δηλώσεις της μάλιστα, η ίδια τόνισε πως στην επιδείνωση του προβλήματος ειδικά στην Κρήτη καθοριστικοί παράγοντες είναι οι παγιωμένες αντιλήψεις που έχουν οι ενήλικες σχετικά με το τι σημαίνει ιδανικό βάρος αλλά και πόσο πρέπει να τρώει τελικά ένα παιδί. «Ένας πολύ μεγάλος μύθος που δυστυχώς έχει μείνει από τα παλιά χρόνια της κατοχής είναι το ιδανικό σωματικό βάρος για τα παιδιά. Δηλαδή πάνω από τους μισούς γονείς που έχουν υπέρβαρα ή παχύσαρκα αγόρια πιστεύουν ότι το παιδί τους δεν έχει πρόβλημα και ότι είναι φυσιολογικό και ότι αυτός είναι ένας δείκτης ευζωίας. Επίσης, ένας άλλος μύθος που έχουμε είναι οι μερίδες που πρέπει να δίνουμε στα παιδιά. Συνήθως φορτώνουμε τα πιάτα στα παιδιά με πάρα πολύ μεγάλη ποσότητα- που μπορεί να είναι υγιεινό το φαγητό – αλλά και αυτό είναι ένας μύθος. Δυστυχώς πρέπει να τον αλλάξουμε και για αυτό πρέπει να βοηθήσουμε τους γονείς να έχουν καλύτερες γνώσεις και αντιλήψεις εκ των θεμάτων αυτών».
Δράση από νωρίς
Οι επιπτώσεις για ένα παιδί υπέρβαρο ή παχύσαρκο τόσο στην υγεία του όσο και στην ψυχοκοινωνική του ανάπτυξη είναι ανυπολόγιστες, αν σκεφτεί κανείς, όπως απέδειξε βάση στοιχείων η κ. Μπουλουκάκη ότι η κατάσταση αυτή συνοδεύει τα παιδιά αυτά και στην ενήλικη ζωή τους. «Μια πάρα πολύ μεγάλη μελέτη 20ετίας από το 1976 έως το 1996 στη Λιουζιάνα των ΗΠΑ όπου παρακολουθούσαν για 20 χρόνια το βάρος και το ύψος παιδιών ανέδειξε ότι το 59% των παιδιών που στην ηλικία των 2-5 ετών ήταν παχύσαρκα, παρέμειναν παχύσαρκα και στην ενήλικη ζωή. Τα παχύσαρκα παιδιά ηλικίας 9-11 ετών σε ποσοστό 68% παρέμεναν παχύσαρκα στην ενήλικη ζωή. Στην εφηβεία στην ηλικία των 15-17 ετών πάνω από τα μισά παιδιά και συγκεκριμένα το 77% παρέμεναν παχύσαρκα στην ενήλικο ζωή. Τι σημαίνει αυτό; Ότι όσο πιο γρήγορα δράσουμε τόσο περισσότερες πιθανότητες έχουμε να ανατρέψουμε αυτό το φαινόμενο. Αυτό πρέπει να το ξέρουν ειδικά οι γονείς ώστε να δράσουν νωρίς. Φαίνεται επίσης ότι τα παχύσαρκα και υπέρβαρα παιδιά μειώνουν και τα χρόνια ζωής τους. Τα παιδιά δηλαδή αυτά χάνουν περίπου 2,8 έτη από τη ζωή τους. Και χάνουν 3,2 έτη από την υγιή ζωή δηλαδή χωρίς αναπηρία γιατί σημασία δεν έχει να ζήσουμε ως τα 100 αλλά όσο ζήσουμε να είμαστε και στα πόδια μας και να έχουμε ποιότητα ζωής. Σαφώς τα άτομα αυτά δεν έχουν καλή ποιότητα ζωής», τόνισε η κ. Μπουλουκάκη, η οποία παρέθεσε τα σοβαρά προβλήματα υγείας με τα οποία έρχονται αντιμέτωπα τα παιδιά αυτά, όπως η χαμηλή απορρόφηση σιδήρου, ο χαμηλός αιματοκρίτης, η αυξημένη πίεση ήδη σε μικρές ηλικίες, ο σακχαρώδης διαβήτη, τα αυξημένα λιπίδια, η χαμηλή βιταμίνη D. «Όλα αυτά συνοδεύουν τα παιδιά και στην ενήλικο ζωή. Η παχυσαρκία είναι συνδεδεμένη με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού σε πολύ νεαρές κοπέλες, 35 χρονών αλλά και με τον καρκίνο του ενδομητρίου, με πολλά μυοσκελετικά προβλήματα στις αρθρώσεις λόγω του βάρους, ενώ συνδέεται άμεσα και με τις διαταραχές αναπνοής στον ύπνο».
Καθοριστική η συνέργεια σχολείου και οικογένειας
Η πρόληψη είναι το σημαντικότερο ειδικά όταν τα ίδια τα νούμερα μαρτυρούν τη σοβαρότητα του ζητήματος. Η «Εθνική Δράση κατά της Παχυσαρκίας», για την οποία κάποιος μπορεί να ενημερωθεί αναλυτικότερα στην ιστοσελίδα https://paxisarkiakaipaidi.gov.gr/, στοχεύει ακριβώς σε αυτό: στο να διαμορφώσει μια κουλτούρα υγιεινού τρόπου ζωής με δράσεις και προγράμματα που δεν έχουν παρωδικό χαρακτήρα. Η κ. Σεβαστή Περάκη, τονίζει ότι ειδικά στην Κρήτη «Έχουμε απομακρυνθεί από την παράδοση, από τη μεσογειακή μας διατροφή, από τον τρόπο ζωής που είχαν παλαιότεροι άνθρωποι που έβγαιναν έξω, που η εργασία τους είχε να κάνει κατά βάση με σωματική δραστηριότητα. Τα παιδιά πλέον περνούν πολλές ώρες στην οθόνη και προσπαθούμε μέσω του προγράμματος να το μειώσουμε αυτό. Προσπαθούμε να αυξήσουμε παράλληλα τη σωματική δραστηριότητα στα παιδιά, να τα φέρουμε κοντά στην παράδοσή μας, να τρώνε ένα θρεπτικό πρωινό, να τρώνε ένα θρεπτικό δεκατιανό, να ενυδατώνονται με νερό που έχουμε δει ότι αυτές οι καλές συμπεριφορές υγείας συμβάλουν στην πρόληψη γιατί όταν πάμε σε αντιμετώπιση είναι κάτι πολύ διαφορετικό».

Την ίδια ώρα, όπως εξηγεί η κ. Ελένη Κατσαρού, για την αλλαγή νοοτροπίας πρέπει να δουλέψουν μαζί, συνεργατικά, τόσο το σχολείο όσο και η οικογένεια. «Η σημασία του ρόλου της οικογένειας και του σχολείου είναι πάρα πολύ μεγάλη. Μόνο μέσα από τη συνεργασία αυτών των δύο μπορούμε να έχουμε μια αλλαγή στις συνήθειες, στον τρόπο ζωής. Δεν είναι αρκετό σήμερα να γίνει κάτι περιστασιακό και αύριο να γυρίσουμε πάλι στα ίδια. Θέλει μια αλλαγή συνηθειών, θέλει πολλή προσπάθεια από αυτούς τους παράγοντες συνεργατικά».
Σε επίπεδο σχολείου, η ίδια τονίζει ότι πολλά μπορούν να συμβάλουν σε αυτή την κατεύθυνση: από την αλλαγή των προϊόντων του κυλικείου, μέχρι την ένταξη της θεματολογίας της διατροφής στα σχολικά μαθήματα. «Το σχολείο αυθύπαρκτα μπορεί να παίξει μεγάλο ρόλο και με τις υγιεινές συνήθειες διατροφής στο κυλικείο αλλά και με διάφορες παρεμβάσεις που μπορεί να κάνει μέσα στην τάξη. Το ζήτημα της διατροφής μπορεί να συνδεθεί με όλα τα αντικείμενα που διδάσκονται στο σχολείο, ακόμη και τα μαθηματικά μπορούν να συνδεθούν με το θέμα της διατροφής. Όλα τα μαθήματα αν έχουν αυτόν τον προσανατολισμό μπορούν να αναδείξουν το θέμα», κατέληξε η κ. Κατσαρού.