Είναι και κάποιες φορές βρε παιδιά που χωρίζει η ζωή τους ανθρώπους που αγαπιούνται στ’ αλήθεια και αντί να τους ενώνει υψώνει συνεχώς τείχη και απλώνει εμπόδια και ξανά εμπόδια για να τους κρατάει σε απόσταση. Άραγε, γιατί να συμβαίνει αυτό το οξύμωρο και ανεξήγητο για πολλούς. Θα προτρέξει κάποιος να πει η μοίρα. Μα υφίσταται μοίρα ή τελικά όλα τα πράγματα είναι θέμα ατομικής επιλογής και μόνον.
Πριν χρόνια, σε μια δημόσια συζήτηση και με αφορμή τότε τα τροχαία συμβάντα ένας φωτισμένος πατέρας της Εκκλησίας, ο Αρχιεπίσκοπος πρώην Κρήτης Εφησυχάζων Γέροντας Ειρηναίος, ερωτηθείς έθεσε το θέμα ότι δεν ευθύνεται η μοίρα για ό,τι συμβαίνει αλλά η ανθρώπινη βούληση και επιλογή. Και εννοούσε, ότι αν κάποιος οδηγήσει έχοντας καταναλώσει μεγάλη ποσότητα αλκοόλ, αν ανεβάσει την ταχύτητα του αυτοκινήτου, αν δεν φορέσει ζώνη ή κράνος κατά την οδήγηση, αν κάποιος είναι απρόσεκτος ή ακόμα κι αν πάσχει το οδικό δίκτυο, τότε δεν τίθεται θέμα μοίρας αλλά η ευθύνη του ανθρώπινου παράγοντα.
Έτσι και στο σημερινό υπό σχολιασμό θέμα της εισαγωγής, τι να είναι αυτό που εγείρει προσωπικά διλλήματα και δημιουργεί φυσικές ή διαπροσωπικές αποστάσεις. Τι είναι αυτό που χωρίζει τους δρόμους δύο ανθρώπων με αμοιβαίο συναίσθημα και αναστέλλει τη θαυμαστή ένωση τους.
Φίλοι μου, η λέξη που χρησιμοποίησα στην παραπάνω πρόταση δεν είναι διόλου τυχαία. Έγραψα ότι αναστέλλεται η ένωση των δύο. Αναστέλλεται δεν καταργείται και ούτε διαγράφεται. Γιατί, οφείλουμε να γνωρίζουμε ότι όσα εμπόδια και όσες δυσκολίες έστω κι αν φαντάζουν ανυπέρβλητες, δεν μπορούν να εξαλείψουν το αληθινό συναίσθημα. Ίσως υπάρξουν φορές που θα το πλήξουν ή θα το τραυματίσουν αλλά δεν έχουν τη δύναμη να το εξαφανίσουν ή να του αλλάξουν την πορεία. Και ναι, μπορεί εκ συνθηκών και εκ προσωρινών επιλογών να δημιουργηθεί οποιαδήποτε απόσταση για κάποιο χρόνο λίγο έως πολύ, αλλά το αληθινό συναίσθημα δεν σβήνει όταν και αν δεν επιλέξει ο ένας από τους δύο να φυσήξει τη φλόγα απ’ το αναμμένο κερί του έρωτα και της αγάπης.
Αντιθέτως, υφίσταται εκεί και σιγοκαίει καρτερικά μέχρι η φλόγα να πάρει τα πάνω της και πάλι και να γίνει πυρκαγιά ολόκληρη… και τότε να είστε σίγουροι ότι δεν θα λογαριάσει τα κάθε λογής εμπόδια, ούτε επίγειους «Θεούς» και «Αγίους», τότε το υπέρτατο αυτό συναίσθημα θα πάρει το δρόμο που του πρέπει και το δρόμο που αρμόζει για την αναγκαιότητα της ευλογημένης ένωσης.
Φίλοι μου, ακόμα και ο ένας ο πραγματικός Θεός μέσω του Υιού και Χριστού μας κήρυξε τη δύναμη της Αγάπης και ζήτησε απ’ τους ανθρώπους να πιστέψουν σε αυτήν, να διαδώσουν το μήνυμα της και να βαδίσουν στο δρόμο της με ταπεινότητα και ταυτόχρονα με ισχυρή, αταλάντευτη και αδιαπραγμάτευτη πίστη. Έτσι λοιπόν και στην αληθινή και αμοιβαία αγάπη μεταξύ δύο προσώπων (άνδρα και γυναίκας). Όταν υπάρχει ατσάλινη πίστη στο συναίσθημα, τίποτα και κανείς δεν μπορεί να αλλάξει την πορεία και να λυγίσει το ατσάλι.
Γι’ αυτό ο καθένας από εμάς, ας μην πάψει να πιστεύει στα θαύματα της αγάπης. Να αντέξει την τωρινή προσωρινή απόσταση, καρτερώντας την μελλοντική παντοτινή ένωση. Να επιλέξει την ταπείνωση για να γνωρίσει την εξύψωση. Κι όπως συνηθίζω να γράφω, το φως θα νικήσει το σκοτάδι. Το καλό θα υπερισχύσει σε κάθε πράξη και πραγματικότητα και στο τέλος η αγάπη θα θριαμβεύσει. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος, δεν υπάρχει άλλη επιλογή. Αλλιώς δεν είναι το τέλος! Με το καλό λοιπόν.
Κλείνω το σημερινό κείμενο, με ένα ποιητικό πεδίο δικής μου έμπνευσης το οποίο και αφορά βέβαια το πραγματευόμενο θέμα μας.
Τίτλος: Θα ξαναβρεθούμε!
Θα ξαναβρεθούμε μες το χειμώνα, το καλοκαίρι. Μες το φθινόπωρο, σε άνοιξης μέρη. Γιορτινά θα ηχήσουν καμπάνες και κεράσματα θα απλωθούν πέρα ως πέρα στην “Οικουμένη”. Για σένα, για μένα.
Θα ξαναβρεθούμε μέρα ή νύχτα. Αλήθεια ποιος ξέρει; Το πεπρωμένο ίχνη αφήνει να διαβαστούν περιμένει. Δεν χωρούν αυταπάτες αν οι δύο ευχηθούν ένα να γίνουν, κι η ζωή να προσμένει με επίσημο ένδυμα ακριβά στολισμένη.
Θα ξαναβρεθούμε σε δρόμους που όνειρο μοιάζουν και αρώματα γύρω σκορπούν, με υποσχέσεις χιλιάδες στο διάβα. Το κάθε δάκρυ παρακαλούν μη μεγαλώσει και γίνει κλάμα.
Θα ξαναβρεθούμε χωρίς γιατί, πρέπει και μη…χωρίς φυλακής μαύρα σκοτάδια. Αν το θες, αν το θέλω δε γίνεται αλλιώς, της αγάπης θα μοιραστούν τα πολύτιμα χάδια.
Θα ξαναβρεθούμε.