Πολλές φορές, μέσα στην πίεση της καθημερινότητας, αγνοούμε ή ξεχνάμε πόσο κρίσιμο είναι κάθε μας βήμα να στηρίζεται σε ένα ρεαλιστικό, ασφαλές και ξεκάθαρο σχέδιο. Οι προηγούμενες γενιές βάδισαν με αυτή την επιμονή και υπό συνθήκες ασύγκριτα δυσμενέστερες, κατάφεραν να ανοικοδομήσουν τη μετεμφυλιακή Ελλάδα, να δημιουργήσουν και να αφήσουν στις επόμενες γενιές μια ισχυρή αναπτυξιακή βάση.
Αρκεί να αναλογιστούμε ότι, χωρίς δανεισμό και χωρίς εργαλεία θεσμικής στήριξης, οι γονείς και οι παππούδες, μας με μοναδικά εφόδια τη δυναμική της περιόδου 1950 έως 1958 και τη σκληρή δουλειά, δημιούργησαν σπίτια, επιχειρήσεις και σπούδασαν τα παιδιά τους με στόχο μια καλύτερη Ελλάδα. Ακολούθησε, όπως έχει συμβεί επανειλημμένα στην ιστορία μας, μια περίοδος εθνικών περιπετειών, διχασμών, λαϊκισμού και αποπροσανατολισμού μέσω της δημαγωγίας.
Το 1974, στο ξεκίνημα της Μεταπολίτευσης, η ευρωπαϊκή προοπτική της Ελλάδας δεν ήρθε ως κάτι δεδομένο. Υπήρξε αποτέλεσμα σύνθετων και απαιτητικών πολιτικών επιλογών, διαδοχικών βημάτων και ξεκάθαρων στόχων, όπως ακριβώς συμβαίνει και σήμερα με τη διαδρομή που καλείται να ακολουθήσει η χώρα μας έως το 2030.
Υπό τις παρούσες συνθήκες, η εθνική μνήμη, ιδιαίτερα από την πρόσφατη μνημονιακή εμπειρία, σε συνδυασμό με τα απτά αποτελέσματα των εφαρμοζόμενων κυβερνητικών πολιτικών, αποτελεί τον ασφαλή οδηγό για επιλογές με συνέχεια, μέτρο και μακροπρόθεσμο χαρακτήρα. Σε εθνικό επίπεδο, μόλις μια δεκαετία πίσω, το 2016, η χώρα έμπαινε σε μια περίοδο με ήδη ορατές τις καταστροφικές συνέπειες μιας αδιέξοδης διαπραγμάτευσης. Τα capital controls είχαν μετατραπεί σε καθημερινότητα, το 2015 έκλεινε με ύφεση -2,3%, το δημόσιο χρέος παρέμενε πάνω από το 175% του ΑΕΠ και η ανεργία είχε φτάσει σε οριακά επίπεδα, οδηγώντας χιλιάδες Έλληνες σε φυγή προς το εξωτερικό.
Στην εκκίνηση του 2026, η εικόνα είναι διαφορετική. Ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας προσεγγίζει το +2,4%, το δημόσιο χρέος μειώνεται περαιτέρω στο 138,2% του ΑΕΠ και η ανεργία κινείται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα. Παράλληλα, η Ελλάδα είναι σήμερα αμυντικά θωρακισμένη όσο ποτέ άλλοτε, με ενισχυμένη διεθνή παρουσία και αξιοπιστία.
Πρόκειται για μια χώρα που έχει πραγματοποιήσει άλματα στην ψηφιακή διακυβέρνηση, έχει ενισχύσει ουσιαστικά την πολιτική προστασία απέναντι στις σύγχρονες κρίσεις και έχει διαμορφώσει μια συνεκτική ενεργειακή πολιτική, αναδεικνύοντας τον ρόλο της ως κρίσιμο ενεργειακό πυλώνα για την Ευρώπη. Είναι μια χώρα με μεταναστευτική πολιτική μακριά από εικόνες ντροπής και ανοιχτά σύνορα. Είναι μια χώρα που θωρακίζει με σημαντικά έργα αλλά και προσλήψεις την υγεία και την παιδεία και δίνει μικρές και μεγάλες λύσεις, από το μείζον στεγαστικό πρόβλημα μέχρι την καλύτερη αστυνόμευση, τις φορολογικές ελαφρύνσεις και τη σημαντική μείωση των θανατηφόρων τροχαίων. Με λίγα λόγια, μια χώρα που προσπαθεί. Μια πορεία που, όπως κάθε ζωντανή προσπάθεια, δεν στερείται λαθών και παραλείψεων, έχει όμως σαφή προσανατολισμό και ξεκάθαρη κατεύθυνση.
Η κατεύθυνση αυτή αποτυπώνεται με τον ίδιο τρόπο και σε τοπικό επίπεδο. Το 2026 βρίσκει την Κρήτη με την πλήρη ενεργοποίηση της ηλεκτρικής διασύνδεσης Κρήτης – Αττικής, ενώ ο ΒΟΑΚ και το νέο αεροδρόμιο στο Καστέλι βρίσκονται σε φάση υλοποίησης. Παράλληλα, προχωρά το Τοπικό Αναπτυξιακό Σχέδιο Ρεθύμνου, μια ολοκληρωμένη στρατηγική για την οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική ενίσχυση της περιοχής.
Οι νέες φοιτητικές κατοικίες και το νέο μεγάλο αμφιθέατρο στην πανεπιστημιούπολη του Ρεθύμνου, ο εκσυγχρονισμός του Γυμνασίου και Λυκείου Ανωγείων, το νέο Δημοτικό Σχολείο Πανόρμου, το Εσπερινό Γενικό Λύκειο Μελιδονίου, το σχολικό συγκρότημα Πλατάνου, το 16ο Δημοτικό Ρεθύμνου, το υπό κατασκευή Δημοτικό Σχολείο στο Ρουσσοσπίτι, το νέο Ειδικό Σχολικό Συγκρότημα Ρεθύμνου στη θέση του πρώην ΚΕΓΕ, καθώς και ο σχεδιασμός για την κατασκευή Πειραματικών και Ειδικών Σχολείων όλων των βαθμίδων εκπαίδευσης στον Γάλλο, αποτυπώνουν έμπρακτα την προτεραιότητα που δίνεται στην αναβάθμιση των εκπαιδευτικών υποδομών.
Την ίδια στιγμή, το Γενικό Νοσοκομείο Ρεθύμνου, το οποίο έχει χαρακτηριστεί για πρώτη φορά «άγονο τύπου Α», ενισχύεται ουσιαστικά τόσο σε υποδομές όσο και σε ανθρώπινο δυναμικό, ενώ δρομολογείται η ενεργειακή του αναβάθμιση με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ. Παράλληλα, προχωρούν παρεμβάσεις ενεργειακής αναβάθμισης στα Κέντρα Υγείας της ενδοχώρας, στο πλαίσιο της συνολικής ενίσχυσης της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας στον νομό.
Η αξιοποίηση του υδατικού δυναμικού αποκτά νέα προοπτική μέσα από έργα που έχουν ήδη δρομολογηθεί, όπως η κατασκευή του Φράγματος Πλατύ Ποταμού και των δύο λιμνοδεξαμενών στην περιοχή Γερακαρίου–Ελενών, καθώς και του υβριδικού υδροηλεκτρικού εργοστασίου στο φράγμα Ποταμών. Παράλληλα, παρεμβάσεις σε υποδομές ύδρευσης, αποχέτευσης και λιμενικής θωράκισης, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον προσήνεμο μόλο του λιμένα Ρεθύμνου, αναμένεται να ενισχύσουν τη λειτουργικότητα και την ανθεκτικότητα της περιοχής. Στο ίδιο πλαίσιο, η υλοποίηση εμβληματικών παρεμβάσεων πολιτισμού, όπως το έργο αποκατάστασης και ανάδειξης του Φρουρίου Φορτέτζας και το νέο Μουσείο Ρεθύμνου, συμπληρώνει τον συνολικό αναπτυξιακό σχεδιασμό, ενισχύοντας την ταυτότητα, την εξωστρέφεια και τη συνολική αναπτυξιακή φυσιογνωμία της πόλης.
Καθώς η χώρα εισέρχεται στο 2026, το Ρέθυμνο, ως κεντρικός πυλώνας της Κρήτης, χαράσσει μια πορεία που συνδυάζει τη βιώσιμη ανάπτυξη με τη βελτίωση της ποιότητας ζωής και τη στήριξη της τοπικής οικονομίας. Η χρονιά που έρχεται αποτελεί σημείο αναφοράς, καθώς τα μεγάλα έργα και οι προτεραιότητες που αναδείχθηκαν στο Αναπτυξιακό Συνέδριο της Κυβέρνησης, παρουσία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, αποτυπώνουν έναν συνεκτικό εθνικό σχεδιασμό με ξεκάθαρο περιφερειακό αποτύπωμα.
Με σχέδιο, συνεργασία και συνέπεια, η Κρήτη εισέρχεται σε μια νέα φάση ανάπτυξης, διεκδικώντας ρόλο προτύπου για κάθε ελληνική περιφέρεια. Το 2026 μπορεί να αποτελέσει χρονιά προόδου και σταθερών βημάτων προς το μέλλον που αξίζει στον τόπο μας. Με ευθύνη και αισιοδοξία, ας είναι η νέα χρονιά μια καλή χρονιά για την Κρήτη, το Ρέθυμνο και για όλους.
