Δευτέρα, 31 Μαρτίου, 2025
15.7 C
Ηρακλείου

Δες τον καιρό

Οι κρίνοντες κρίνονται;

Πρέπει να διαβάσετε

Αργύρης Αργυριάδης
Αργύρης Αργυριάδης
Δικηγόρος
Ο Αργύρης Αργυριάδης είναι Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω – Φορολογικός Σύμβουλος

Η πρόσφατη υπόθεση με καταγγελλόμενη διαφθορά στην Πολεοδομία της Ρόδου έφερε στο προσκήνιο θέσεις και αντιθέσεις για ένα ζήτημα που ως κοινωνία θα έπρεπε προ πολλού να είχαμε λύσει. Βέβαια, οι απόψεις που ακούστηκαν και από «χείλη αρμοδίων» μάλλον καταδεικνύουν ότι ούτε σε νομικό επίπεδο έχουμε ξεκάθαρες θέσεις για απλά ζητήματα.

 

Πρώτα πρώτα να ξεκαθαρίσουμε κάτι σε σχέση με την υπόθεση για να καταστεί σαφές στους μη νομικούς. Η προφυλάκιση δεν συνδέεται με την κατάφαση της ενοχής του δράστη. Τυχόν προφυλάκιση δεν λειτουργεί ούτε επιβεβαιωτικά της ενοχής ούτε ως προκαταβολή ποινής. Δεν έχει ακόμη δικαστεί ο φερόμενος δράστης. Επιβάλλεται ως μέτρο καταναγκασμού υπό συγκεκριμένες μόνον προϋποθέσεις (λχ ο κατηγορούμενος δεν έχει γνωστή διαμονή στη χώρα ή έχει κάνει προπαρασκευαστικές ενέργειες για να διευκολύνει τη φυγή του ή κατά το παρελθόν υπήρξε φυγόδικος ή είναι πολύ πιθανό, αν αφεθεί ελεύθερος, να διαπράξει και άλλα εγκλήματα κλπ). Όταν μάλιστα υπάρχουν άλλα περιοριστικά μέτρα που μπορούν να επιβληθούν (απαγόρευση εξόδου από τη χώρα, παροχή εγγύησης, εμφάνιση στο αστυνομικό τμήμα, κατ’ οίκον περιορισμός κλπ) – μάλιστα τα περισσότερα εκ των ανωτέρω επιβλήθηκαν στη συγκεκριμένη περίπτωση – η αρχή της αναλογικότητας επιβάλλει να μην υπάρξει προφυλάκιση. Άλλωστε, το άρθρο 286 ΚΠΔ δίνει συγκεκριμένη κατεύθυνση: «μόνον η κατά νόμο βαρύτητα της πράξης δεν αρκεί για την επιβολή προσωρινής κράτησης».

Ας εξετάσουμε, όμως, τα θέματα που απασχόλησαν την επικαιρότητα με αφορμή τη συγκεκριμένη υπόθεση. Η μια θέση διατυπώθηκε από την ηγεσία του Αρείου Πάγου που παρήγγειλε πειθαρχικό έλεγχο (!) με το επιχείρημα ότι η κρίση των δικαστών δεν είναι ανέλεγκτη. Στον αντίποδα, η θέση των δικηγορικών συλλόγων φαίνεται να είναι ότι «ο δικαστής ελέγχεται μόνο για δόλο και βαριά αμέλεια, καθώς και όταν υπερβαίνει η απόφαση την κοινή λογική, όχι για την ουσιαστική του κρίση». Σε ποιο βαθμό βρίσκουν έρεισμα στο νόμο και στην κοινή λογική οι ανωτέρω αντίθετες θέσεις; Η «ανέλεγκτη» ουσιαστική κρίση ενός δικαστή κατά πόσον συνάδει με ένα σύστημα αξιολόγησης και ποιοτικού ελέγχου; Και κατά πόσον μπορεί να είναι ανέλεγκτη μια κρίση όταν ερμηνεύει καταφανώς εσφαλμένα το νόμο ή αγνοεί το αποδεικτικό υλικό που εισφέρθηκε ενώπιον της Δικαιοσύνης, όχι από δόλο ή βαρειά αμέλεια, αλλά από πρόδηλη ανεπάρκεια, έλλειψη πνευματικής συγκρότησης, ιδεοληψία ή προκατάληψη;

Ίσως θα οριοθετούσαμε ορθά τη συζήτηση για το συγκεκριμένο θέμα εάν συμφωνούσαμε στα ακόλουθα: Πρώτον, ότι δεν αποτελεί πειθαρχικό παράπτωμα για το δικαστικό λειτουργό, η κρίση που εκφέρει κατά την άσκηση των καθηκόντων του και επομένως δεν είναι επιτρεπτός ο πειθαρχικός (μόνον) έλεγχος της κρίσης αυτής. Όχι μόνον διότι τούτο προβλέπεται ρητά από το άρθρο 109 παρ. 4 περ. β’ του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών, αλλά διότι είναι παράλογο ακόμη και μια απλώς εσφαλμένη απόφαση να αποτελεί πειθαρχικό αδίκημα. Τούτο, όμως, ουδόλως σημαίνει ότι αυτή η εσφαλμένη απόφαση δεν πρέπει να συναξιολογηθεί κατά τον υπηρεσιακό βίο του Δικαστή.

Δεύτερον, στο πλαίσιο της αξιολόγησης καλείται να λειτουργήσει ο θεσμός της Επιθεώρησης των δικαστηρίων, όπως ρητά προβλέπεται στο άρθρο 100 του ανωτέρω Κώδικα. Συνεπώς, η πρόεδρος του Αρείου Πάγου αντί για παραγγελία πειθαρχικού ελέγχου θα έπρεπε, εάν θεωρούσε την απόφαση των δικαστών της Ρόδου «περίεργη» – που δεν είναι – να ζητήσει την έκτακτη επιθεώρησή τους (άρθρο 100 παρ. 5).

Τρίτον, ακόμη και η ανωτέρω διαδικασία (έκτακτης επιθεώρησης) θα έπρεπε να αποφασίζεται με φειδώ και όχι να εμφανίζεται, μέσω δελτίων τύπου (φευ), ως αντίδραση της ηγεσίας της δικαιοσύνης σε δημοσιεύματα των μέσων ενημέρωσης. Εάν η έκτακτη αξιολόγηση των δικαστών ετεροκαθορίζεται από «λαοδικεία» και συγχρονίζεται με «τηλεδικεία» δεν έχουμε ποιοτικό έλεγχο αποφάσεων, αλλά απόπειρα δημιουργίας «φοβικών» δικαστών. Ουδείς επιθυμεί μια ευθυνόφοβη ή «τηλεκατευθυνόμενη» Δικαιοσύνη. Γιατί πολύ απλά, τούτο θα ήταν η αρχή του τέλους της ίδιας της Δημοκρατίας.

Άλλα Πρόσφατα