Μπουνάκης: Έτσι επηρεάζεται ο αγροδιατροφικός τομέας απο την ακρίβεια

Πρέπει να διαβάσετε

Για το πόσο επηρεάζεται ο αγροδιατροφικός τομέας από το κύμα ακρίβειας, τις ελλείψεις και τον πόλεμο στην Ουκρανία αλλά και την στρατηγική αντιμετώπισης, μίλησε μεταξύ άλλων στον Περιφερειακό Τηλεοπτικό Σταθμό CRETA και στην εκπομπή Live με την Αντιγόνη, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Proactive A.E. Νίκος Μπουνάκης. 

Όπως ανέφερε ο κ. Μπουνάκης, έχουμε ήδη μπει σε μια διαδικασία τεράστιας έλλειψης τροφίμων σε παγκόσμιο επίπεδο. «Μιλάμε για μια παγκοσμιοποιημένη αγορά και δεν αφορά μόνο προϊόντα που παράγονται, δηλαδή τα σιτηρά που παράγονται στις χώρες που έχουν εμπλακεί στον πόλεμο, δηλαδή της Ρωσίας που έχει εισβάλει στην Ουκρανία και τις συνέπειες που έχει αυτό στον τομέα των προϊόντων που οι χώρες αυτές εξάγουν, το 30% των σιτηρών παγκοσμίως. Έχει να κάνει με όλα τα τρόφιμα, σήμερα είδαμε μια είδηση ότι επιστρατεύτηκαν τα στρατιωτικά των ΗΠΑ, για να μεταφέρουν βρεφικό γάλα, από την Γερμανία στην Αμερική, γιατί υπήρχε έλλειψη για δύο λόγους, ο ένας ήταν ότι υπήρχε μια παρτίδα που ήταν ακατάλληλη, ο άλλος ότι λόγω της περιόδου του κορωνοϊού, πολλές βιομηχανίες τροφίμων σταμάτησαν την παραγωγή. Δεν προλάβαμε να μπει η παραγωγική διαδικασία σε μια κανονικότητα και προέκυψε το θέμα του πολέμου».

Πρόσθεσε δε, πως όλο αυτό έχει δημιουργήσει μια τεράστια αναστάτωση στην αλυσίδα της διατροφής που αφορά την παραγωγή, τη μεταφορά την μεταποίηση και στην συνέχεια αυτές οι επιπτώσεις φτάνουν στην κατανάλωση. «Επειδή έχουμε δει αύξηση των τιμών, έλλειψη των τροφίμων, σε πρώτη φάση σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων, θα παρουσιαστούν μεγάλες ελλείψεις τροφίμων στις πιο φτωχές χώρες και σε δεύτερη φάση θα παρουσιαστούν μεγάλες ελλείψεις τροφίμων στα πιο φτωχά στρώματα στις πλούσιες χώρες. Ήδη από ότι διαβάζουμε στο διεθνή τύπο, πολλοί Βρετανοί έχουν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν το γεύμα του μεσημεριανού, λόγω του υψηλού κόστους. Ο άλλος λόγος που έχει συμβεί και η πανδημία να μην ήταν, και οι επιπτώσεις του πολέμου να μην ήταν, υπάρχει ακόμη ένα ζήτημα. Υπάρχει έκρηξη του πληθυσμού στην Ασία, έχει υπερτριπλασιαστεί, ο πληθυσμός με αποτέλεσμα να υπάρχει μεγαλύτερη ζήτηση τροφίμων. Πριν 25-30 χρόνια, ο τζίρος των τροφίμων ήταν 1 τρισ. δολάρια και τώρα έχει ξεπεράσει τα 5 τρισ. δολάρια. Αυξάνεται ο πληθυσμός, αυξάνονται τα στρώματα που έχουν πρόσβαση σε περισσότερα τρόφιμα οπότε αυτό δημιουργεί μια τεράστια ζήτηση».

Ο κ. Μπουνάκης εξήγησε πως η μεγάλη ζήτηση φανερώνει μεγάλα κενά και αδυναμίες, λέγοντας πως «διακόπτεται η αλυσίδα μεταφοράς τροφίμων, π.χ. πρόσφατα η Ινδία που είναι ο δεύτερος μετά την Κίνα παραγωγός σιτηρών παγκοσμίως είχε πει ότι θα εξάγει για να καλύψει τα κενά που υπάρχουν στην τεράστια διατροφική αλυσίδα, πρόσφατα αποφάσισε να μην εξάγει σιτηρά με αποτέλεσμα, χθες, να έχουμε αύξηση 6% στο χρηματιστήριο τροφίμων».

Σύμφωνα με τον κ. Μπουνάκη, η Ελλάδα είναι μέλος της Ε.Ε. και δεν είναι δυνατόν να πάρει μια απόφαση που να απαγορεύει την εξαγωγή οποιουδήποτε τροφίμου, όμως το πρόβλημα δεν είναι εκεί. «Για τους αγρότες της Κρήτης, ο κίνδυνος είναι και ήδη έχει συζητηθεί, περίπου 200 εκ. ευρώ θα φύγουν από τις επιδοτήσεις, του μεγάλου πακέτου των επιδοτήσεων στην νέα προγραμματική περίοδο για να κατευθυνθούν στην παραγωγή τροφίμων που θα υπάρξουν σε έλλειψη, όπως τα σιτηρά, το καλαμπόκι και στην αγελαδοτροφία για την παραγωγή γάλακτος. Αυτό μπορεί κάποιος να πει ότι είναι φυσιολογικό, ναι αλλά αυτό θα θίξει τις περιοχές που δεν έχουν τέτοιες καλλιέργειες, όπως η Κρήτη. Εδώ πρέπει να χτυπήσω τον κώδωνα του κινδύνου γιατί τα τελευταία χρόνια οι παραγωγοί μας έχουν δεχτεί μεγάλες περικοπές στις επιδοτήσεις σε σημείο τέτοιο, που πολλές καλλιέργειες δεν θα είναι βιώσιμες. Οι άμεσες ενισχύσεις στην αγροτική παραγωγή είναι το 40% του εισοδήματος των αγροτών, αν λοιπόν πάμε σε σταδιακές περικοπές στις επιδοτήσεις που λαμβάνουν οι αγρότες της Κρήτης θα υπάρξουν προβλήματα».

Μάλιστα, επεσήμανε πως ήδη υπάρχουν προβλήματα στην αιγοπροβατοτροφία με το κόστος των πρώτων υλών και στην φυτική παραγωγή με το κόστος των λιπασμάτων. «Ήρθαν οι ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό. Δυστυχώς το πολιτικό σύστημα σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, αργεί πολύ να αντιδράσει. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο, αυτή τη στιγμή όσον αφορά τον αγροδιατροφικό τομέα, παρόμοια με αυτή που βρέθηκε ο πλανήτης μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τότε με τη δημιουργία σε πρώτη φάση, της ΕΟΚ τότε, η πρώτη πολιτική που υπήρξε ήταν η ΚΑΠ, το 100% των πόρων του κοινοτικού προϋπολογισμού κατευθυνόταν προς τον αγροδιατροφικό τομέα γιατί έπρεπε να ξαναγεννηθεί η αγροτική παραγωγή προκειμένου να τραφεί ο πληθυσμός. Τώρα έχουν μειωθεί πολύ οι επιδοτήσεις, διαβάσαμε πρόσφατα ότι θα δοθούν 300 δισ. για την ενέργεια πολύ σωστά, αλλά αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε μπροστά στον επαναπροσδιορισμό της ΚΑΠ και πρέπει να δοθούν περισσότερα κίνητρα για παραγωγή τροφίμων. Πολύς κόσμος θα έχει πρόβλημα, δεν θα έχει πρόσβαση σε βασικά καταναλωτικά αγαθά, αυτό πρέπει να το πούμε και να δούμε τι κάνουμε εδώ σε σοβαρό επίπεδο. Η βαριά βιομηχανία είναι ο τουρισμός, αλλά αν έρθουν 5 εκ. άνθρωποι στον τόπο μας, πρέπει να έχουμε τη δυνατότητα να τους προσφέρουμε τρόφιμα».

Ο κ. Μπουνάκης ανέφερε πως από την στιγμή που υπάρχουν σοβαρές ελλείψεις στην Γερμανία, στην Γαλλία και στην Αγγλία είναι αδύνατον να μην υπάρξουν και στην Ελλάδα. «Ειδικά όταν σε μια τέτοια περίοδο πολλαπλασιάζεται ο πληθυσμός και η ζήτηση στο νησί. Πρέπει να υπάρξει μια στρατηγική, που δεν υπάρχουν προς το παρόν, υπάρχουν όμως χρηματοδοτικά προγράμματα. Μέσα στον Ιούνιο θα ανοίξουν τρία χρηματοδοτικά προγράμματα, ο Αναπτυξιακός Νόμος, το Ταμείο Ανάκαμψης και κάποια προγράμματα βελτίωσης που αφορούν με τη σειρά τους μεμονωμένους αγρότες, ομάδες παραγωγών και μεγάλες αγροτοβιομηχανικές επιχειρήσεις για επενδύσεις στον τομέα της αγροδιατροφής. Αυτά όμως όλα στον αγροδιατροφικό τομέα δεν αποδίδουν άμεσα, θα αποδώσουν τα επόμενα 2 – 3 χρόνια, το θέμα είναι τι γίνεται άμεσα. Αυτή την περίοδο, πρέπει να δοθούν κίνητρα στους αγρότες, να λυθεί το πρόβλημα των αγροτικών χεριών, να υπάρξει μια ειδική πολιτική για την παραγωγή τροφίμων, κάτι που δεν βλέπω να μας απασχολεί καθόλου. Μένει να πάμε στα σούπερ μάρκετ και να δούμε την τιμή και τα άδεια ράφια. Δεν θέλω να κινδυνολογήσω αλλά καλό είναι να μπορούμε να έχουμε σχέδιο διαχείρισης κρίσεων, που δυστυχώς δεν έχουμε».

Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Proactive A.E. εξήγησε πως στην Ελλάδα επειδή έχουμε μικρές εκτάσεις δεν συμφέρει να καλλιεργούνται προϊόντα, όπως τα σιτηρά, που κοστίζουν 150 ευρώ το στρέμμα. «Προτιμούμε να έχουμε θερμοκήπια που δίνουν εισόδημα 25 χιλ. ευρώ το στρέμμα ή αμπέλια, είναι άλλα τα μεγέθη, ειδικά στην Κρήτη δεν μπορούμε να συζητάμε για τέτοιες καλλιέργειες, δεν είναι βιώσιμες. Δεν υπάρχουν τέτοιες εποχές πια, στην υπόλοιπη Ελλάδα ναι, αλλά οι εκτάσεις είναι μικρές για να καλύψουν το κενό που θα υπάρξει από το 30% των εξαγωγών σιτηρών περιοχών με τεράστιες εκτάσεις όπως η Ουκρανία και η Ρωσία. Η Ευρώπη μπορεί να το λύσει το πρόβλημα ως Ε.Ε. αλλά πρόσφατα όπως στην Γαλλία, υπήρξε ένα πρόβλημα καταστροφής από ξηρασία. Δεν έχουμε ένα εργοστάσιο κλειστό που παράγουμε όποτε θέλουμε ότι θέλουμε. Έχουμε μπροστά μας  και τις καιρικές συνθήκες».

Σε αυτό το σημείο, έρχεται να προστεθεί και η κλιματική αλλαγή, που όπως τόνισε ο κ. Μπουνάκης, κανείς δεν ξέρει αύριο ή μεθαύριο η παραγωγή που σήμερα που βλέπουμε, αν εξελιχθεί και φτάσουν τα προϊόντα στα ράφια των καταστημάτων.

Κλείνοντας, ο κ. Μπουνάκης σημείωσε πως το «καμπανάκι κινδύνου» έχει χτυπήσει… προ πολλού! «Υπάρχει μια τεράστια ζήτηση τροφίμων λόγω της αύξησης του πληθυσμού στην Ασία και λόγω του ότι σε περιοχές όπως Ινδία και Κίνα, δημιουργείται μια μεσαία τάξη που και αυτή καταναλώνει τρόφιμα. Εμείς ως χώρα αντί να αυξήσουμε την παραγωγή μας, αντί να εκμεταλλευτούμε το 1 τρισ. δολάρια που έγιναν 5, για να αυξήσουμε το εισόδημα του παραγωγού, μειώθηκε η συμμετοχή του ελληνικού αγροτικού τομέα, στην παγκόσμια παραγωγή. Αντί να το εκμεταλλευτούμε χάσαμε και μερίδιο αγοράς που είχαμε, οπότε χρειάζεται μια άλλη πολιτική. Εδώ τοπικά υπάρχουν τα χρηματοδοτικά εργαλεία, για όσους αγρότες το επιθυμούν και έχουμε δει θετικά δείγματα από σοβαρούς επιχειρηματίες και νέους αγρότες που επενδύουν στον αγροδιατροφικό τομέα και στην μεταποίηση. Μετά την μεταποίηση, η σημαντικότερη βιομηχανία τροφίμων που έχει η χώρα είναι ο αγροδιατροφικός τομέας, το 25% της μεταποιητικής βιομηχανίας, είναι η βιομηχανία τροφίμων. Είναι ένα σημαντικό εργαλείο για τις κρίσιμες περιόδους που έρχονται. Είναι ζητήματα που πρέπει να τα λάβουμε υπόψη μας για να προστατευτούμε».

 

Σχετικά άρθρα

Άλλα Πρόσφατα