Η διαλειμματική νηστεία έχει αναδειχθεί σε κορυφαία διατροφική τάση της τελευταίας δεκαετίας. Υπόσχεται να «χακάρει» τη βιολογία χωρίς μέτρημα θερμίδων ή αυστηρούς περιορισμούς υδατανθράκων: αλλάζεις μόνο το πότε τρως, όχι απαραίτητα το τι τρως.
Μεγιστάνες της τεχνολογίας την υποστηρίζουν, σταρ του Χόλιγουντ τη θεωρούν το μυστικό για τη σιλουέτα τους, ενώ ο πρώην πρωθυπουργός της Βρετανίας Ρίσι Σούνακ έχει δηλώσει κάποτε ότι ξεκινούσε την εβδομάδα του με 36 ώρες νηστείας, αναφέρει το BBC News.
Μέχρι πρόσφατα, η επιστήμη έμοιαζε να επιβεβαιώνει τα οφέλη της διαλειμματικής νηστείας. Έρευνες έδειχναν ότι η παράταση της νυχτερινής αποχής από το φαγητό μπορεί να βελτιώσει το μεταβολισμό, να βοηθήσει στην επιδιόρθωση των κυττάρων – ίσως ακόμη και να παρατείνει τη ζωή. Ωστόσο, οι διατροφολόγοι προειδοποιούν εδώ και καιρό ότι η παράλειψη γευμάτων δεν είναι μαγική λύση και μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνη για άτομα με υποκείμενα προβλήματα υγείας.
Η κλασική μορφή της διαλειμματικής νηστείας περιορίζει την κατανάλωση τροφής σε ένα παράθυρο οκτώ ωρών ημερησίως, αφήνοντας ένα κενό 16 ωρών χωρίς φαγητό. Άλλες εκδοχές, όπως η δίαιτα 5:2, περιορίζουν τις θερμίδες σε συγκεκριμένες ημέρες και όχι σε ώρες.
135% υψηλότερος κίνδυνος θανάτου
Τώρα όμως, η πρώτη μεγάλης κλίμακας μελέτη του είδους της έρχεται να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου. Αναλύοντας δεδομένα περισσότερων από 19.000 ενηλίκων, ερευνητές διαπίστωσαν ότι όσοι έτρωγαν μέσα σε διάστημα μικρότερο των οκτώ ωρών είχαν 135% υψηλότερο κίνδυνο θανάτου από καρδιαγγειακά νοσήματα σε σχέση με εκείνους που κατανάλωναν γεύματα μέσα σε διάστημα 12-14 ωρών.
Η συσχέτιση με τη συνολική θνησιμότητα – δηλαδή τους θανάτους από οποιαδήποτε αιτία – ήταν πιο αδύναμη και ασυνεπής. Ωστόσο, ο αυξημένος καρδιαγγειακός κίνδυνος παρέμεινε εμφανής σε όλες τις ηλικίες, τα φύλα και τις κοινωνικοοικονομικές ομάδες, ακόμη και μετά από αυστηρό έλεγχο άλλων παραγόντων.
Οι ερευνητές παρακολούθησαν Αμερικανούς ενήλικες επί οκτώ χρόνια. Για να κατανοήσουν τις διατροφικές τους συνήθειες, τούς ζήτησαν σε δύο διαφορετικές ημέρες – με διαφορά περίπου δύο εβδομάδων – να αναφέρουν αναλυτικά τι έφαγαν και τι ήπιαν. Από αυτές τις καταγραφές υπολογίστηκε το μέσο «παράθυρο κατανάλωσης τροφής».
Διαπίστωσαν ότι ο αυξημένος καρδιαγγειακός κίνδυνος ήταν ομοιόμορφος σε όλες τις κοινωνικοοικονομικές ομάδες και πιο έντονος μεταξύ των καπνιστών και των ατόμων με διαβήτη ή προϋπάρχουσα καρδιοπάθεια, γεγονός που υποδηλώνει ότι αυτές οι ομάδες πρέπει να είναι ακόμη πιο προσεκτικές.
«Το αναπάντεχο εύρημα είναι ότι η αυστηρή τήρηση ενός παραθύρου κάτω από οκτώ ώρες για πολλά χρόνια συνδέθηκε με αυξημένο κίνδυνο θανάτου από καρδιαγγειακά νοσήματα», δήλωσε ο Victor Wenze Zhong, καθηγητής επιδημιολογίας Πανεπιστήμιο Jiao Tong της Σαγκάης και επικεφαλής της μελέτης που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Diabetes & Metabolic Syndrome: Clinical Research and Reviews.
Το συμπέρασμα αυτό έρχεται σε αντίθεση με την ευρέως διαδεδομένη πεποίθηση – που υποστηρίζεται από βραχυπρόθεσμες μελέτες διάρκειας μόλις μερικών μηνών έως ενός έτους – ότι η διατροφή με χρονικό περιορισμό βελτιώνει την υγεία της καρδιάς και το μεταβολισμό.
Τα θετικά και τα αρνητικά
Σε συνοδευτικό άρθρο στο ίδιο περιοδικό, ο κορυφαίος ενδοκρινολόγος Anoop Misra επισημαίνει τόσο τα οφέλη όσο και τους κινδύνους της διαλειμματικής νηστείας. Στα θετικά καταγράφονται η απώλεια βάρους, η βελτίωση της ευαισθησίας στην ινσουλίνη, η μείωση της αρτηριακής πίεσης, τα καλύτερα λιπιδαιμικά προφίλ και πιθανά αντιφλεγμονώδη αποτελέσματα. Επιπλέον, η μέθοδος συνδυάζεται εύκολα με πολιτισμικές ή θρησκευτικές πρακτικές και δεν απαιτεί μέτρημα θερμίδων.
Στα αρνητικά, όμως, συγκαταλέγονται ελλείψεις σε θρεπτικά συστατικά, αύξηση της χοληστερόλης, υπερβολική πείνα, ευερεθιστότητα, πονοκέφαλοι και μειωμένη προσήλωση σε βάθος χρόνου. Για άτομα με διαβήτη, υπάρχει κίνδυνος επικίνδυνων υπογλυκαιμιών, και αυξάνεται η πιθανότητα κατανάλωσης junk food κατά τη διάρκεια του επιτρεπόμενου διαστήματος. Στους ηλικιωμένους ή όσους έχουν χρόνια νοσήματα, η παρατεταμένη νηστεία μπορεί να εντείνει τη μυϊκή αδυναμία ή να επιταχύνει την απώλεια μυϊκής μάζας.
Μια αυστηρή δοκιμή τριών μηνών που δημοσιεύτηκε στο JAMA Internal Medicine το 2020 έδειξε ελάχιστη απώλεια βάρους – το μεγαλύτερο μέρος της οποίας αφορούσε μυϊκή μάζα. Άλλες έρευνες κατέγραψαν παρενέργειες όπως αδυναμία, πείνα, αφυδάτωση και δυσκολία συγκέντρωσης.
Ποιο σημαντικό το «τι» από το «πότε»
Ο καθηγητής Zhong τονίζει ότι τα άτομα με καρδιακές παθήσεις ή διαβήτη πρέπει να είναι προσεκτικά όταν υιοθετούν ένα οκτάωρο παράθυρο διατροφής. Τα ευρήματα επισημαίνουν την ανάγκη για «εξατομικευμένες» διατροφικές συστάσεις, βασισμένες στην κατάσταση της υγείας και σε εξελισσόμενα στοιχεία.
«Με βάση τα σημερινά δεδομένα, το τι τρώει κανείς φαίνεται πιο σημαντικό από το πότε τρώει», σημειώνει.
Είναι σαφές ότι, προς το παρόν, το μήνυμα δεν είναι τόσο η πλήρης εγκατάλειψη της διαλειμματικής νηστείας, όσο η προσαρμογή της στις ανάγκες και τους κινδύνους κάθε ατόμου. Μέχρι να υπάρξουν πιο σαφή στοιχεία, η ασφαλέστερη επιλογή ίσως είναι να κοιτάμε λιγότερο το ρολόι και περισσότερο το πιάτο μας.