Παγκόσμια ημέρα νεολαίας σήμερα 12 Αυγούστου και σίγουρα θα γραφούν πολλά αφορούντα κοινωνικές, πολιτικές, πολιτιστικές και νομικές προεκτάσεις για την παρουσία, τη συμμετοχή και γενικότερα για τη σημαντικότητα της πρόσβασης της νεολαίας σε κάθε υγιής πολιτικοκοινωνική δράση.
Προσωπικά, δεν θα σταθώ (καθόλου) στα παραπάνω σημεία αλλά θα μνημονεύσω τις στιγμές της νιότης (τουλάχιστον της δικής μου ηλικιακής αναφοράς). Ναι, όλες εκείνες τις ατέλειωτες στιγμές γεμάτες από αρώματα ελευθερίας και περηφάνιας. Αλήθεια, ποιος δεν νοσταλγεί τα χρόνια της νιότης, τότε που η ζωή είχε διαφορετικό νόημα και δεν υπήρχαν οι σκοτούρες και τα βάρη της ενήλικης ζωής.
Τι να πρωτοθυμηθείς; Τα χρόνια της ορμής, του πάθους και των ονείρων για να αλλάξεις τον κόσμο και την κάθε μέρα που σκορπούσε δημοκρατία και αλληλεγγύη. Και ζητούσες να φέρεις την αλλαγή σε όλα τα κακώς κείμενα που έπεφταν στην αντίληψη σου, όχι από εγωισμό ή τάσεις κυριαρχίας, αλλά επειδή πίστευες πράγματι στη δικαιοσύνη μέσα από τη βελτίωση των καταστάσεων.
Σαν νέος, έβλεπες με διαφορετική και αθόλωτη ματιά το καθετί τριγύρω και δεν σταματούσες να διεκδικείς ούτε λεπτό ένα καλύτερο αύριο πρώτα για τους άλλους και μετά για σένα. Η κάθε σου ενέργεια χαρακτηριζόταν από αισιόδοξα και ελπιδοφόρα μηνύματα και η αυτοπεποίθηση σου έφτανε στο ταβάνι.
Οι παρέες έδιναν και έπαιρναν και το μοίρασμα, η ενότητα και η ενσυναίσθηση είχαν ουσιαστικό και πρωταρχικό ρόλο… και οι έρωτες ήταν γεμάτοι από κάτι αθώο, σεμνό και ταπεινό (που θύμιζαν ρομάντζα της εποχής). Ο χρόνος έχανε τη δυναμική και την ισχύ του και σταματούσε (να είναι αφεντικό) μπροστά στον «τυφώνα» της νιότης που παρέσυρε τα πάντα στο πέρασμα του. Δεν λογάριαζες αν ήταν νύχτα ή μεσάνυχτα ή ξημέρωμα, για σένα το χρώμα της ζωής έμοιαζε ίδιο νύχτα και μέρα. Γιατί ήσουν νέος είτε πρωί, είτε μεσημέρι και βράδυ.
Δεν μετρούσαν τα πολλά αλλά τα λίγα. Δεν είχαν σημασία τα ακριβά αλλά τα πολύτιμα. Δεν εξυψωνόταν οι εντυπώσεις και το φαίνεσθε αλλά η ουσία. Και ήταν τόσο ευτυχισμένα χρόνια που με ελάχιστα και αληθινά κάλυπτες τις ανάγκες σου και περίσσευαν να προσφέρεις και στο διπλανό σου. Ένιωθες γεμάτος.
Στα χρόνια της δικής σου νιότης, έβγαινες έξω και έλεγες (για παράδειγμα στους συμφοιτητές σου) φίλοι μου αυτός είμαι, όπως με βλέπετε, και δεν χρειαζόταν να ρετουσάρεις και να επεξεργαστείς τεχνικά φωτογραφίες που θα αναδείξουν την ομορφιά και την καλαισθησία σου στα όποια σύγχρονα διαδικτυακά κοινωνικά δίκτυα και μέσα. Στα χρόνια που η αποδοχή, η φιλία και η συμπερίληψη είχαν διαφορετικά νοήματα και δεν αφορούσαν τον αριθμό των likes ή πόσους ακόλουθους και διαδικτυακούς σχολιαστές και «χειροκροτητές» διαθέτεις.
Στα χρόνια εκείνα τα σημαντικά που δεν έκανες δεύτερες σκέψεις για τον οποιοδήποτε αλλά εμπιστευόσουν πιο εύκολα και έδειχνες πίστη στον άλλον και τις προθέσεις του (ίσως γιατί και οι συνθήκες ήταν διαφορετικές και οι άνθρωποι διαφορετικοί και ευνοούσαν ένα τέτοιο δεδομένο).
Ταυτόχρονα όμως, αντιλαμβανόσουν ότι είχες μια ευθύνη μεγάλη. Κι αυτή ήταν ότι έπρεπε να φροντίσεις να λάβεις τα απαραίτητα εφόδια που θα δημιουργούσαν τη βάση για ό,τι προσδοκούσες για τη συνέχεια και το μέλλον. Μπορεί να ήταν σπουδές, κατάρτιση ή μαθητεία σε κάποιο αντικείμενο και απόκτηση γνώσης. Ως νέος αφηνόσουν (και είχες τη διάθεση) να απορροφήσεις σαν σφουγγάρι τις κάθε λογής εμπειρίες που θα σε βοηθούσαν στο να διαμορφώσεις ειδική και ολοκληρωμένη άποψη.
Φίλοι μου, οι ώρες περνούν, τα χρόνια περνούν. Χάνονται σαν τον αέρα. Οι στιγμές όμως μένουν να θυμίζουν ό,τι ομορφότερο ή ό,τι πιο θλιβερό. Μια στιγμή αρκεί να αναγεννηθείς και μια στιγμή αρκεί να παραδοθείς. Τα πάντα αλλάζουν απροειδοποίητα και ξαφνικά! Από την αισιοδοξία και την ελπίδα, στη θλίψη και τη ματαιότητα ή το αντίστροφο. Κι αν ρωτήσεις τι να κάνεις γι’ αυτό. Η απάντηση είναι απλή αλλά τόσο γεμάτη: Ζήσε… ζήσε σαν νέος. Ζήσε σαν να μην υπάρχει αύριο. Στα χρόνια της νιότης λοιπόν, αυτά τα αλησμόνητα χρόνια… μην αμελήσεις να γράψεις και να φτιάξεις το δικό σου αφήγημα που θα σ’ ακολουθεί μια ολόκληρη ζωή.