Κυριακή, 21 Σεπτεμβρίου, 2025
19.4 C
Ηρακλείου

Δες τον καιρό

Τι σημαίνει η έναρξη των συνομιλιών για ΑΟΖ με την Λιβύη – Πώς ακυρώνεται το τουρκολιβυκό μνημόνιο

Πρέπει να διαβάσετε

Η πρόσφατη έναρξη της διαδικασίας για την οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης μεταξύ Ελλάδας και Λιβύης με την κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας στην Τρίπολη, ενδέχεται να αποδειχθεί σημείο καμπής στις γεωπολιτικές εξελίξεις της Ανατολικής Μεσογείου, εκτιμούν αναλυτές.

Αν η διαδικασία προχωρήσει προς την κατεύθυνση μιας συμφωνίας, τότε το παράνομο τουρκολιβυκό Μνημόνιο, το οποίο έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις, εκτιμάται ότι μπορεί να μπει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας.

Το ενδεχόμενο ενός τέτοιου αποτελέσματος όχι μόνο αποδυναμώνει τις τουρκικές βλέψεις, αλλά μπορεί να φέρει μια νέα ισχυρή αρχιτεκτονική ασφαλείας και συνεργασίας στην περιοχή, αναμορφώνοντας τις ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο.

Την περασμένη Τετάρτη (17/09), πραγματοποιήθηκε η πρώτη συνεδρίαση των τεχνικών επιτροπών.

«Μία ελληνολιβυκή συμφωνία οριοθέτησης θα ακυρώσει (το τουρκολυβικό μνημόνιο) στην πράξη», υποστηρίζει η δικηγόρος και διεθνολόγος Δρ. Ασπασία Αλιγιζάκη. Μέσω του CNN Greece, διασαφηνίζει πώς η έναρξη των τεχνικών συζητήσεων σηματοδοτεί την αναβίωση ενός διαλόγου που είχε παγώσει από το 2010, λόγω της λιβυκής επανάστασης και της ελληνικής οικονομικής κρίσης.

Στο «τεχνικό επίπεδο» δεν λαμβάνονται πολιτικές αποφάσεις, ενώ εφαρμόζεται μια αυστηρά επιστημονική μεθοδολογία. Η κα Αλιγιζάκη διευκρινίζει ότι οι επιτροπές ειδικών —όπως νομικοί και γεωλόγοι— συλλέγουν δεδομένα: ψηφιακή χαρτογράφηση με συστήματα GIS, μελέτες υδρογραφίας, γεωμορφολογικές αναλύσεις, και ερμηνεία βάσει των άρθρων 74 και 83 της UNCLOS που επιβάλλουν «δίκαιη λύση». Σε αυτό το πλαίσιο, αναπτύσσει το πόσο καθοριστικός για την Ελλάδα είναι ο Κόλπος της Σύρτης. Από τη δεκαετία του 1970 η Λιβύη τον θεωρεί «ιστορικό κόλπο» και έχει χαράξει υπερβολικές ευθείες γραμμές βάσης μήκους περίπου 300 ν.μ. (από Μισράτα έως Ρας Τουναίν). Όμως η διεθνής κοινότητα δεν έχει αποδεχθεί ποτέ αυτήν την ερμηνεία, διότι δεν πληροί τα κριτήρια των άρθρων 7 και 10 της UNCLOS.

«Αν γίνουν δεκτές αυτές οι γραμμές, η μέση γραμμή με την Ελλάδα θα μετακινηθεί νοτιότερα, μειώνοντας την ελληνική ΑΟΖ. Αντίθετα, αν υπολογιστεί από τις πραγματικές ακτές, το αποτέλεσμα είναι σαφώς δικαιότερο και νομικά ισχυρότερο», τονίζει.

«Ακύρωση Τουρκολιβυκού Μνημονίου»

«Το τουρκολιβυκό Μνημόνιο του 2019 είναι ήδη αποδυναμωμένο τόσο νομικά όσο και πολιτικά, και μια ελληνολιβυκή συμφωνία οριοθέτησης θα το ακυρώσει στην πράξη», υποστηρίζει η κα Αλιγιζάκη.

Πρώτον, το Μνημόνιο παραβιάζει κατάφωρα το Δίκαιο της Θάλασσας. Αγνοεί το άρθρο 121 της UNCLOS, το οποίο αναγνωρίζει σε όλα τα κατοικημένα νησιά πλήρη δικαιώματα σε υφαλοκρηπίδα και ΑΟΖ. Με το να μη λαμβάνει υπόψη την Κρήτη, την Κάσο, την Κάρπαθο και τη Ρόδο, το Μνημόνιο επιχειρεί να «σβήσει» την ελληνική νησιωτική επικράτεια από τον χάρτη της Ανατολικής Μεσογείου.

Δεύτερον, είναι παράνομο ακόμη και ως προς τη βασική του προϋπόθεση: η Τουρκία και η Λιβύη δεν έχουν αντικείμενες ή παρακείμενες ακτές. Μεταξύ τους παρεμβάλλονται οι ελληνικές ακτογραμμές. Τα άρθρα 74 και 83 της UNCLOS προβλέπουν ότι οριοθέτηση ΑΟΖ ή υφαλοκρηπίδας γίνεται μόνο μεταξύ κρατών που διαθέτουν γειτονικές ή απέναντι ακτές. Συνεπώς, Τουρκία και Λιβύη δεν μπορούν νομίμως να χαράξουν κοινό θαλάσσιο όριο.

Τρίτον, το Μνημόνιο δεν μπορεί να παράγει έννομα αποτελέσματα έναντι της Ελλάδας, καθώς ισχύει η αρχή pacta tertiis nec nocent nec prosunt (άρθρο 34 της Σύμβασης της Βιέννης): καμία διεθνής συνθήκη δεν δεσμεύει τρίτο κράτος χωρίς τη συναίνεσή του. Η Ελλάδα όχι μόνο δεν έχει συναινέσει, αλλά το έχει απορρίψει επισήμως, όπως και η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Αμφιβολίες για το τουρκολιβυκό μνημόνιο και εντός της Λιβύης

Συμπληρώνει πώς και στο εσωτερικό της Λιβύης το Μνημόνιο δεν απολαμβάνει ευρείας νομιμοποίησης. Το Κοινοβούλιο που εδρεύει στην Ανατολική Λιβύη το απέρριψε ήδη από το 2019, υποστηρίζοντας ότι η τότε Κυβέρνηση Εθνικής Συμφωνίας (GNA) στην Τρίπολη δεν είχε την αρμοδιότητα να το υπογράψει. Παράλληλα, τα τελευταία χρόνια, υπενθυμίζει ότι τα λιβυκά δικαστήρια στην Τρίπολη ανέστειλαν την εφαρμογή νέων συμφωνιών που συνήψε η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (GNU) με την Τουρκία για υδρογονάνθρακες, κρίνοντας ότι υπερέβαιναν τις μεταβατικές της αρμοδιότητες. Αυτό δείχνει ότι ακόμη και εντός της λιβυκής έννομης τάξης υπάρχουν σοβαρές αμφιβολίες για τη νομιμότητα και τη δεσμευτικότητα των τουρκο-λιβυκών συμφωνιών.

«Μια συμφωνία οριοθέτησης Ελλάδας–Λιβύης, κατατεθειμένη στα Ηνωμένα Έθνη, θα έχει απείρως ισχυρότερο νομικό κύρος και θα υπονομεύσει πλήρως το αφήγημα του τουρκολιβυκού Μνημονίου», υπογραμμίζει. Θα αποδείξει στην πράξη, όπως τονίζει ότι οι διμερείς συμφωνίες, εφόσον σέβονται το διεθνές δίκαιο, υπερισχύουν κάθε παράνομης μεθόδευσης.

Η Δρ. Ασπασία Αλιγιζάκη, Δικηγόρος – Διεθνολόγος

«Τα τρία βήματα οριοθέτησης»

Οι τεχνικές συζητήσεις μπορούν να ξεπεράσουν τα «ναρκοπέδια» που επιδιώκει να βάλει η Τουρκία μέσω του τουρκολιβυκού Μνημονίου, καθώς όπως τονίζει η Δρ Αλιγιζάκη στηρίζονται σε μια μεθοδική διαδικασία που έχει παγιώσει η διεθνής νομολογία και αφήνει ελάχιστα περιθώρια για πολιτικές παρεμβάσεις.

Σε αυτό το πλαίσιο, εξηγεί πώς το Διεθνές Δικαστήριο και το Διαιτητικό Δικαστήριο έχουν καθιερώσει τη λεγόμενη «τριών βημάτων μέθοδο» οριοθέτησης:

  • χάραξη προσωρινής γραμμής ίσης απόστασης,
  • προσαρμογή λόγω «συναφών περιστάσεων»,
  • έλεγχος αναλογικότητας για το τελικό αποτέλεσμα.

Οι «συναφείς περιστάσεις» είναι ιδιαίτερα σημαντικές στην ελληνολιβυκή περίπτωση, όπως διευκρινίζει.

Πρώτον, η ύπαρξη μεγάλων, κατοικημένων και ιστορικά ζωτικών νησιών, όπως η Κρήτη, η Κάσος και η Κάρπαθος, που σύμφωνα με το άρθρο 121 της UNCLOS δικαιούνται πλήρη θαλάσσια ζώνη.

Δεύτερον, η μορφολογία των ακτών: η οριοθέτηση πρέπει να αποτρέπει το λεγόμενο cut-off effect, δηλαδή τον τεχνητό αποκλεισμό της θαλάσσιας προβολής της Ελλάδας.

Τρίτον, οι υπερβολικές ευθείες γραμμές βάσης της Λιβύης στον Κόλπο της Σύρτης, που δεν έχουν αναγνωριστεί από τη διεθνή κοινότητα, δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη.

Τέταρτον, το συγκριτικό μήκος των σχετικών ακτών, που αποτελεί κρίσιμο κριτήριο για την τελική αναλογικότητα.

Αποσαφηνίζει ότι αυτή η μέθοδος έχει εφαρμοστεί σε πολλές υποθέσεις, όπως στην υπόθεση Ρουμανίας – Ουκρανίας (ΔΔΧ 2009), και έχει δώσει δίκαιες λύσεις ακόμη και σε περιοχές με έντονες γεωπολιτικές εντάσεις. Σύμφωνα με την κα Αλιγιζάκη η εμπειρία δείχνει ότι η «τεχνική» διαδικασία καταφέρνει να ξεπεράσει πολιτικά εμπόδια, γιατί παράγει αποτέλεσμα με αντικειμενική νομιμοποίηση.

Στην περίπτωσή μας, αυτό σημαίνει ότι οι τεχνικές συζητήσεις μπορούν να παρακάμψουν τις παγίδες του τουρκολιβυκού Μνημονίου. Η Τουρκία όπως διευκρινίζει «επιχειρεί να εισάγει πολιτικούς όρους στο τραπέζι, όμως το δίκαιο της θάλασσας και η διεθνής πρακτική είναι ξεκάθαρα: οι οριοθετήσεις πρέπει να βασίζονται σε ακτές, όχι σε πολιτικές σκοπιμότητες». Με αυτόν τον τρόπο, η Ελλάδα και η Λιβύη μπορούν να καταλήξουν σε λύση που θα είναι και δίκαιη και νομικά άτρωτη, ανεξαρτήτως των τουρκικών προσπαθειών να υπονομεύσουν τη διαδικασία.

Δεσμευτικά τα αποτελέσματα

Ωστόσο το ερώτημα που προκύπτει είναι αν οι τεχνικές συνομιλίες μεταξύ Αθήνας και Τρίπολης για την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) μπορούν να οδηγήσουν σε έννομα και δεσμευτικά αποτελέσματα.

Αυτό είναι ένα κρίσιμο ζήτημα, απαντά η δικηγόρος και διεθνολόγος. Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας (GNU) αμφισβητείται στο εσωτερικό της Λιβύης, αφού το Κοινοβούλιο στην Ανατολική Λιβύη υποστηρίζει άλλες πολιτικές αρχές». Ωστόσο, από την πλευρά του διεθνούς δικαίου, η GNU είναι η επίσημη μεταβατική εκτελεστική αρχή της χώρας. Υπό αυτό το πρίσμα προσθέτει ότι «το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, με το Ψήφισμα 2570/2021, επικύρωσε τον «Οδικό Χάρτη» για την πολιτική μετάβαση και κάλεσε όλα τα κράτη να συνεργαστούν με τη GNU. Στην πράξη, η διεθνής κοινότητα —η Ευρωπαϊκή Ένωση, οι Ηνωμένες Πολιτείες και τα περισσότερα κράτη-μέλη του ΟΗΕ— τη θεωρούν επίσημο συνομιλητή».

Υπενθυμίζει ότι η Αθήνα έχει επίσης αποκαταστήσει διπλωματικές σχέσεις με την Τρίπολη, γεγονός που αποδεικνύει ότι υπάρχει η αναγκαία διεθνής νομιμοποίηση. Επομένως, υποστηρίζει ότι η Ελλάδα μπορεί να συνάψει συμφωνία μαζί της με πλήρη διεθνή εγκυρότητα. Η συμφωνία αυτή θα έχει δεσμευτικό χαρακτήρα βάσει της αρχής pacta sunt servanda (άρθρο 26 της Σύμβασης της Βιέννης): «οι συνθήκες πρέπει να τηρούνται καλόπιστα». Επιπλέον, το άρθρο 27 της ίδιας Σύμβασης απαγορεύει σε ένα κράτος να επικαλεστεί το εσωτερικό του δίκαιο για να αποφύγει την εφαρμογή διεθνούς συνθήκης. Το άρθρο 46 προβλέπει ακυρότητα μόνο σε περίπτωση κατάφωρης και αντικειμενικά εμφανούς παραβίασης θεμελιώδους εσωτερικού κανόνα αρμοδιότητας — κάτι που εδώ δεν ισχύει.

Συμφωνία που δεν ανατρέπεται εύκολα

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι συμφωνίες οριοθέτησης ανήκουν στην πιο «σκληρή» κατηγορία συνθηκών. Το άρθρο 62 παρ. 2 (α) της Σύμβασης της Βιέννης αποκλείει τη δυνατότητα καταγγελίας τους ακόμη και σε περίπτωση θεμελιώδους μεταβολής περιστάσεων. Αυτό σημαίνει ότι μια συμφωνία Ελλάδας–Λιβύης δεν μπορεί να ανατραπεί εύκολα στο μέλλον, ακόμη κι αν αλλάξει κυβέρνηση στη Λιβύη ή το πολιτικό περιβάλλον.

Συνοψίζοντας, καταλήγει ότι «η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας έχει επαρκή διεθνή νομιμοποίηση για να συνάψει συμφωνία· η συμφωνία θα είναι δεσμευτική και ιδιαίτερα ανθεκτική στον χρόνο· και η Ελλάδα έχει κάθε νομική βάση να προχωρήσει χωρίς φόβο ακυρότητας».

Τα οφέλη για την Ελλάδα

Η επανεκκίνηση του διαλόγου, μετά από δεκαπέντε χρόνια αδράνειας, είναι στρατηγικής σημασίας για την Ελλάδα, γιατί προσφέρει κέρδη σε τρεις διαστάσεις όπως εξηγεί: νομική, διπλωματική και οικονομική.

Πρώτον, νομικά. Με μια συμφωνία οριοθέτησης, η Ελλάδα θωρακίζει τα κυριαρχικά της δικαιώματα, κατοχυρώνει διεθνώς την έκταση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας της και μειώνει τον κίνδυνο ξένων αμφισβητήσεων. Το Διεθνές Δίκαιο της Θάλασσας λειτουργεί πιο αποτελεσματικά όταν οι θαλάσσιες ζώνες είναι οριοθετημένες με συνθήκες και κατατεθειμένες στον ΟΗΕ· σε αντίθετη περίπτωση, αφήνονται περιθώρια για αυθαίρετες διεκδικήσεις, όπως δείχνει το παράδειγμα του τουρκολιβυκού Μνημονίου.

Δεύτερον, διπλωματικά. Η Ελλάδα ενισχύει τη συνεργασία της με τη Λιβύη, ενώ παράλληλα αναβαθμίζει τον άξονα που έχει ήδη οικοδομήσει με την Αίγυπτο και την Ιταλία. Το 2020 υπεγράφη η συμφωνία Ελλάδας–Αιγύπτου για μερική οριοθέτηση ΑΟΖ· το 2020 επίσης, η Ελλάδα και η Ιταλία επικαιροποίησαν τη συμφωνία υφαλοκρηπίδας του 1977 σε ΑΟΖ. Αυτές οι συμφωνίες δημιουργούν ένα δίκτυο σταθερότητας στην Ανατολική Μεσόγειο, το οποίο περιορίζει τις τουρκικές μεθοδεύσεις και καθιστά την Ελλάδα αξιόπιστο συνομιλητή στην περιοχή.

Τρίτον, οικονομικά. Η ύπαρξη ξεκάθαρων θαλάσσιων ορίων είναι προϋπόθεση για μεγάλες επενδύσεις. Οι διεθνείς ενεργειακές εταιρείες δεν επενδύουν δισεκατομμύρια αν υπάρχει αμφισβήτηση ως προς τη νομική βάση των ερευνών. Μια συμφωνία με τη Λιβύη προσφέρει αυτήν τη βεβαιότητα, ιδιαίτερα για τις θαλάσσιες περιοχές νοτίως της Κρήτης, όπου έχουν εντοπιστεί ενδείξεις σημαντικών κοιτασμάτων φυσικού αερίου. Παράλληλα, οι ίδιες γεωλογικές έρευνες αναδεικνύουν το δυναμικό γεωθερμικής ενέργειας από υποθαλάσσια ηφαιστειακά πεδία, κάτι που ανοίγει τον δρόμο όπως αναφέρει για «πράσινη» αξιοποίηση, συμβατή με την ενεργειακή μετάβαση της Ευρώπης. Έτσι, η Ελλάδα αναφέρει ότι αποκτά διπλό πλεονέκτημα: γίνεται και πιθανός παραγωγός φυσικού αερίου και πρωτοπόρος σε ανανεώσιμες πηγές.

Συνολικά, η επανεκκίνηση του διαλόγου όπως υποστηρίζει είναι ένα «εργαλείο» να μετατρέψει η Ελλάδα μια χαμένη ευκαιρία του παρελθόντος σε σταθερό κέρδος για το μέλλον — να ενισχύσει την κυριαρχία της και να αναβαθμίσει τον ρόλο της στην περιοχή.

Πηγήcnn.gr

Σχετικά άρθρα

Άλλα Πρόσφατα