Απειλή για την υγεία των κατοίκων της Ευρώπης και όλου του πλανήτη αποτελεί η μεγάλη συγκέντρωση τοξικών οργανικών ενώσεων, γνωστών ως PFAS, που χρησιμοποιούνται ευρέως από τη δεκαετία του 1960 στην κατασκευή υλικών στεγανοποίησης, αντικολλητικών συσκευών, μονωτικών ταινιών, ακόμη και στο περιτύλιγμα τροφίμων ταχυφαγείων.
Οι ουσίες αυτές έχουν διεισδύσει στη διατροφική αλυσίδα και στο πόσιμο νερό, ενώ διακρίνονται για την αντοχή τους, αποκτώντας τον χαρακτηρισμό «αιώνια χημικά». Οι ενώσεις αυτές είναι επίσης ικανές να μετακινηθούν εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από τον τόπο κατασκευής τους και να μολύνουν τον πληθυσμό ακόμη και αφού θαφτούν σε χώρους υγειονομικής ταφής απορριμμάτων.
Η έρευνα 17 ευρωπαϊκών δημοσιογραφικών οργανισμών εντόπισε τις ουσίες αυτές σε περισσότερες από 17.000 τοποθεσίες στην Ευρώπη, με 2.100 σημεία να χαρακτηρίζονται «θερμές ζώνες», με περιεκτικότητα PFAS επικίνδυνη για την ανθρώπινη υγεία.
Στην Ελλάδα, η έρευνα εντόπισε μεγάλη συγκέντρωση τέτοιων ενώσεων στον Ασωπό, στην Ψυττάλεια, στη Βοιωτία και σε χώρους υγειονομικής ταφής απορριμμάτων σε Κιλκίς, Σέρρες, Κοζάνη, Ορεστιάδα, Μυτιλήνη, Χίο και Ηράκλειο.
Ερευνα διακυβερνητικής ομάδας εργασίας σκανδιναβικών χωρών έδειξε ότι ακόμη και μικρή δόση PFAS έχει δεινές συνέπειες για την υγεία. Τα PFAS προκαλούν προβλήματα στα νεογνά, στη γονιμότητα ανδρών και γυναικών, μειώνουν την αποτελεσματικότητα εμβολίων, αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού, των νεφρών, του θυρεοειδούς και των όρχεων, προκαλούν κολίτιδα, αυξάνουν τη χοληστερίνη και την αρτηριακή πίεση και ευθύνονται για προεκλαμψία. Η ομάδα μελέτης κατέληξε ότι τα PFAS κοστίζουν κάθε χρόνο μεταξύ 52 και 84 δισ. ευρώ στα συστήματα υγείας της Ευρώπης.
Οι μεγαλύτερες συγκεντρώσεις PFAS στην ευρωπαϊκή ήπειρο εντοπίζονται στην περιοχή του Βένετο στη βόρεια Ιταλία. Εκεί, η εταιρεία Miteni συνθέτει γκάμα PFAS εδώ και πενήντα χρόνια. Η μόλυνση των υδάτων της περιοχής, που ανακαλύφθηκε μόλις το 2013, πλήττει 200 τετραγωνικά χιλιόμετρα επηρεάζοντας 350.000 κατοίκους της περιφέρειας του Βένετο.
Στη Γερμανία, οι εγκαταστάσεις στο Γκέντορφ της Βαυαρίας παράγουν υλικά στεγανοποίησης για λογαριασμό των κολοσσών 3M και W.L. Gore, δημιουργού του Gore-Tex. Παρά την απαγόρευση χρήσης PFAS το 2019, η χημική βιομηχανία αντικατέστησε την ουσία με αντίστοιχη, εξίσου βλαβερή για την υγεία, εξασφαλίζοντας νέα άδεια παραγωγής και χρήσης της. Καθώς οι ουσίες PFAS δεν αποσυντίθενται φυσικά, η αποκατάσταση του περιβάλλοντος στις μολυσμένες ζώνες θα απαιτήσει τεράστια δαπάνη. Η διαχείριση, για παράδειγμα, της μόλυνσης των υδάτων γύρω από το αεροδρόμιο του Ντίσελντορφ στη Γερμανία θα απαιτούσε 100 εκατ. ευρώ, με το υποθετικό κόστος απορρύπανσης από PFAS για όλα τα ευρωπαϊκά αεροδρόμια –μεγάλοι καταναλωτές των χημικών αυτών ουσιών– να ανέρχεται στα 18 δισ. ευρώ. Στην περιοχή του Ράστατ στη Γερμανία, τόνοι αγροτικού λιπάσματος «κομπόστ», εμποτισμένου με PFAS, μόλυναν 10.000 στρέμματα αγροτικών καλλιεργειών. Το λίπασμα είχε προέλθει από χαρτοποιία, η οποία είχε χρησιμοποιήσει μολυσμένο με PFAS νερό για να πολτοποιήσει το χαρτί. Η συγκεκριμένη περιοχή βρίσκεται από το 2013 σε κατάσταση περιβαλλοντικής επαγρύπνησης, καθώς τα μολυσμένα ύδατα διαρρέουν αργά προς τον Ρήνο. Μελέτη του Πανεπιστημίου της Στοκχόλμης έδειξε ότι ουσίες PFAS έχουν εντοπισθεί στη βροχή σε όλα τα μέρη του κόσμου, ακόμη και σε γεωγραφικές ζώνες όπου δεν υπάρχουν βιομηχανίες πλαστικών.