Νέες αλλαγές αναμένονται από το φθινόπωρο στα ράφια των σούπερ μάρκετ, καθώς καθίσταται υποχρεωτική η σήμανση των προϊόντων που έχει μειωθεί το περιεχόμενό τους χωρίς αντίστοιχη μείωση της τιμής, ακολουθώντας το μοντέλο της Γαλλίας.
Στόχος να μπει φρένο στις έμμεσες ανατιμήσεις και να προστατευτούν οι καταναλωτές.
Η πρακτική του λεγόμενου «shrinkflation» ξεκίνησε εν μέσω πληθωριστικής κρίσης, με τους προμηθευτές να μικραίνουν το περιεχόμενο και τις συσκευασίες των προϊόντων τους, διατηρώντας, ωστόσο, σταθερές τις τιμές, ώστε να μεγιστοποιήσουν τα κέρδη τους.
Οπως αναφέρει στον «Ελεύθερο Τύπο» ανώτατο στέλεχος του οργανωμένου λιανεμπορίου τροφίμων, «πρόκειται μεν για μια πρακτική που δεν είναι παράνομη, καθώς τόσο στη συσκευασία όσο και στο ράφι αναγράφονται καθαρά και η ποσότητα και η τιμή, ωστόσο οι καταναλωτές θα πρέπει να είναι ενημερωμένοι ότι το προϊόν που αγοράζουν είναι λιγότερο σε σχέση με το παρελθόν και να έχουν τη δυνατότητα να επιλέξουν αν τελικά θα το βάλουν στο καλάθι τους. Τα σούπερ μάρκετ απλώς πουλάνε. Δεν καθορίζουν ούτε την ποσότητα ούτε τις τιμές. Οταν τα τιμολόγια των προμηθευτών αναγράφουν μια συγκεκριμένη τιμή, δεν μπορούν τα καταστήματα να πουλήσουν φθηνότερα».
Αν και ακόμα δεν έχουν αποσαφηνιστεί όσα προανήγγειλε ο πρωθυπουργός στο Υπουργικό Συμβούλιο της 28ης Μαΐου, εντός του καλοκαιριού, πιθανότατα τον Ιούλιο, θα εκδοθούν οι σχετικές υπουργικές αποφάσεις που θα καθορίζουν το νέο πλαίσιο πώλησης αυτών των προϊόντων. Πάντως, εκπρόσωποι των σούπερ μάρκετ υπογραμμίζουν ότι η σήμανση για το μειωμένο περιεχόμενο θα πρέπει να βρίσκεται πάνω στη συσκευασία και όχι σε ειδικό ταμπελάκι στο ράφι, γιατί αυτό θα επιβαρύνει τις αλυσίδες και όχι τους ίδιους τους προμηθευτές που παράγουν αυτά τα προϊόντα. «Η λύση που πρέπει να προκριθεί είναι αυτοκόλλητο πάνω στη συσκευασία, ώστε να μπαίνει απευθείας από την προμηθευτική επιχείρηση και να είναι ευκρινές για τους καταναλωτές», επισημαίνουν οι ίδιες πηγές. Αλλωστε, ήδη τα ράφια είναι γεμάτα από ταμπελάκια, ειδικά μετά την εφαρμογή του νέου Κώδικα Δεοντολογίας, όπου αναγκαστικά τα προϊόντα που είναι σε προσφορά αναγράφουν και τη χαμηλότερη τιμή των τελευταίων 30 ημερών, ενώ ακόμα είναι σε ισχύ και το «καλάθι του νοικοκυριού», που έχει επίσης την αντίστοιχη σήμανση.
Μακραίνει η λίστα
Σε ό,τι αφορά τη λίστα των προϊόντων που έχει… συρρικνωθεί το περιεχόμενό τους χωρίς να μειώνονται οι τιμές, όλο και μεγαλώνει και αφορά τρόφιμα, όπως γιαούρτι, δημητριακά, σάλτσες, σοκολατοειδή, πατατάκια, συσκευασμένα τυριά, καφέδες, ψωμί του τοστ, αλλά και καθαριστικά και είδη προσωπικής υγιεινής, όπως απορρυπαντικά, σαμπουάν, αφρόλουτρα, βρεφικές πάνες.
Ενδεικτικά, δημητριακά γνωστής μάρκας, που μέχρι πέρυσι διετίθεντο σε συσκευασία των 600 γραμμαρίων και κόστιζαν 6,83 ευρώ, πλέον έχουν μειωθεί στα 540 γραμμάρια. Ωστόσο, αντί η τιμή τους να πέσει στα 6,10 ευρώ, αυξήθηκε στα 7,48 ευρώ και τις τελευταίες εβδομάδες πωλούνται στα 6,95 ευρώ. Δηλαδή, οι καταναλωτές αγοράζουν 60 γραμμάρια λιγότερο προϊόν και πληρώνουν 0,12 ευρώ περισσότερα.
Αντίστοιχα, μεγάλη γαλακτοβιομηχανία περιόρισε το περιεχόμενο στο γιαούρτι της διατηρώντας στα ίδια επίπεδα τις τιμές. Ετσι, ενώ μέχρι πριν από λίγους μήνες οι καταναλωτές αγόραζαν 3 γιαούρτια των 200 γραμμαρίων στα 3,58 ευρώ, τώρα δίνουν τα ίδια χρήματα για να πάρουν τα τρία γιαούρτια σε συσκευασία 190 γραμμαρίων, ενώ η τιμή τους θα έπρεπε να είναι 3,4 ευρώ.
Αλλάζουν κωδικούς
Πιο… κεκαλυμμένα γίνονται οι ανατιμήσεις από πολυεθνική εταιρία που παράγει είδη προσωπικής υγιεινής και απορρυπαντικά, προσφέροντας στους καταναλωτές γνωστό αφρόλουτρο σε μικρότερη συσκευασία, διατηρώντας όμως και τη μεγάλη. Ετσι, δίπλα στο προϊόν των 650 ml (που προϋπήρχε), που πωλείται 4,78 ευρώ, προστέθηκε ένας ακόμα κωδικός σε συσκευασία 500 ml, που η τιμή του είναι 3,91 ευρώ, αντί για 3,50 ευρώ που θα έπρεπε να κοστίζει. Οι καταναλωτές, λοιπόν, που θα επιλέξουν τη μικρή συσκευασία των 500 ml, νομίζοντας ότι έτσι εξοικονομούν χρήματα, θα πληρώσουν 0,40 ευρώ παραπάνω. Η μόνη κερδισμένη σε αυτήν την περίπτωση είναι η εταιρία, η οποία με αυτόν τον τρόπο καταφέρνει να αυξήσει το περιθώριο κέρδους της και να «ξεφύγει» από τη διάταξη για το πλαφόν, αφού μπορεί να ορίσει την τιμή όπως θέλει, χωρίς να χρειάζεται να λαμβάνει υπ’ όψιν την τιμή που ίσχυε το 2021, καθώς τότε δεν παρήγαγε τον συγκεκριμένο κωδικό.
Πάντως, στελέχη της αγοράς εκτιμούν ότι πολλές εταιρίες θα επανασχεδιάσουν το προϊοντικό τους χαρτοφυλάκιο, αποσύροντας σταδιακά από την αγορά τις μειωμένες συσκευασίες, καθώς με τη σήμανση που καθίσταται υποχρεωτική «εκτίθενται» στα μάτια των καταναλωτών, οι οποίοι ενδέχεται να τους γυρίσουν στην πλάτη. Η άλλη λύση είναι, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, να μειώσουν τις τιμές τους σε αντίστοιχο ποσοστό με το περιεχόμενο, καθώς σε αυτήν την περίπτωση δεν θα είναι υποχρεωμένοι να έχουν το ειδικό ταμπελάκι ή το αυτοκόλλητο.
Μεγαλύτερες συσκευασίες
Από την άλλη, βέβαια, υπάρχουν και κάποιες εταιρίες που αυξάνουν τις συσκευασίες τους διατηρώντας σταθερές ή και ρίχνοντας τις τιμές σε μια προσπάθεια να διατηρήσουν ή να αυξήσουν τα μερίδια αγοράς τους. Για παράδειγμα, μεγάλη εταιρία αύξησε το περιεχόμενο γνωστού σαμπουάν από τα 360 ml στα 400 ml, διατηρώντας σταθερή την τιμή του στα 5,77 ευρώ. Ωστόσο, για το ίδιο προϊόν μείωσε το περιεχόμενο της μεγάλης συσκευασίας των 1.000 ml στα 800 ml, χωρίς όμως να προσαρμόζει ανάλογα και την τιμή. Ετσι, ενώ το 1 λίτρο στοίχιζε 9 ευρώ, τα 800 ml πωλούνται στα 8,78 ευρώ, αν και θα έπρεπε η αρχική τιμή να μην ξεπερνά τα 7,2 ευρώ.
Παράλληλα, μεγάλη εταιρία του κλάδου των τροφίμων, ενώ μείωσε τις συσκευασίες σε κάποια από τα κατεψυγμένα λαχανικά της από το 1 κιλό στα 900 γραμμάρια και αυτές των 450 γραμμαρίων στα 420 γραμμάρια, πριν από λίγο καιρό επανέφερε και πάλι τη μεγάλη συσκευασία του ενός κιλού και κατήργησε τα 900 γραμμάρια αυξάνοντας μεν την τιμή, αλλά σε χαμηλότερα επίπεδα απ’ ό,τι έπρεπε. Ετσι, ενώ ο αρακάς των 900 γραμμαρίων επωλείτο στα 3,98 ευρώ, η συσκευασία του ενός κιλού διατίθεται στα 4,16 ευρώ, αντί για 4,42 ευρώ.