Σε φρούριο από ξηράς, αέρος και θαλάσσης μετατράπηκε το προηγούμενο χρονικό διάστημα η βάση της Σούδας, προκειμένου να προφυλαχθούν οι σημαντικές μονάδες που στάθμευσαν στο λιμάνι αλλά και το αεροδρόμιο του ακρωτηρίου.
Αντιτορπιλικά κλάσης Arleigh Burke που χρησιμοποιήθηκαν για την εξουδετέρωση βαλλιστικών πυραύλων που εκτοξεύθηκαν από το Ιράν κατά του εδάφους του Ισραήλ, μικρότερα πλοία και υποβρύχια, μεταγωγικά αεροπλάνα C-17 και C-130 που μετέφεραν υλικά ανεφοδιασμού, και πολλές ακόμα μονάδες, είχαν προφανώς κατηγοριοποιηθεί ως ευαίσθητοι στόχοι και γι’ αυτό –παρά το γεγονός ότι η πιθανότητα προσβολής στην περιοχή ήταν στην πραγματικότητα πολύ μικρή, καθώς κάτι τέτοιο θα σήμαινε γενικευμένη ανάφλεξη από την Ανατολική Μεσόγειο έως τον Περσικό Κόλπο– κρίθηκε αναγκαία η ανάπτυξη σημαντικών αντιμέτρων.
Όπως αναφέρει η «Καθημερινή», μέρος της αεράμυνας ήταν οι πύραυλοι τύπου Patriot της Πολεμικής Αεροπορίας που αναπτύχθηκαν στη Σούδα, ωστόσο οι Αμερικανοί είχαν μεταφέρει από τις ΗΠΑ και τοποθεσίες στην Ευρώπη δικές τους δυνατότητες.
Ανάμεσα σε αυτές ήταν το εικονιζόμενο σύστημα αντιμετώπισης μη επανδρωμένων συστημάτων (C-UAS) τύπου M-LIDS για την εξουδετέρωση drones ή UAV. Το M-LIDS διαθέτει δυνατότητες ηλεκτρονικού πολέμου, μπορεί να δημιουργήσει παρεμβολές στο σύστημα ενός drone, ενώ σε περίπτωση που χρειαστεί να καταρρίψει κάποια απειλή διαθέτει και πυροβόλο 30 χιλιοστών. Οι Αμερικανοί μετέφεραν στη Σούδα και πιο παλαιάς τεχνολογίας συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας μικρού βεληνεκούς (SHORAD) τύπου AN/TWQ-1 Avenger.
Τα Avenger είναι ένα μικρό, αυτοκινούμενο σύστημα πυραύλων εδάφους – αέρος, που μπορεί να καταρρίψει μη επανδρωμένα αεροσκάφη, πυραύλους τύπου Κρουζ, ελικόπτερα και, υπό προϋποθέσεις, αεροσκάφη που πετούν σε χαμηλό ύψος. Αυτά τα συστήματα ανήκουν στο 4o Σύνταγμα Αντιαεροπορικού Πυροβολικού που υπάγεται στις δυνάμεις του στρατού ξηράς των ΗΠΑ και έχουν συνοδεύσει αποστολές αμερικανικών δυνάμεων (στρατό ξηράς και πεζοναύτες) σε όλο τον κόσμο.
Πέραν των ελληνικών Patriot, στη βάση αναπτύχθηκαν το σύστημα αντιμετώπισης μη επανδρωμένων συστημάτων τύπου M-LIDS και συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας μικρού βεληνεκούς.
Αξίζει να σημειωθεί ότι, αν και τα συστήματα κατά πληροφορίες παραμένουν στη Σούδα, από τη στιγμή λήψης μιας απόφασης για μεταφορά συστήματος από τις ΗΠΑ στην Ελλάδα ή σε οποιοδήποτε άλλο μέρος του κόσμου, πρακτικά εντός 48-72 ωρών (το αργότερο) οι Αμερικανοί μπορούν να αναπτύξουν τέτοιου είδους δυνατότητες. Αλλά και να τις αποσύρουν και να τις μεταφέρουν αλλού, εφόσον κάτι τέτοιο απαιτηθεί. Πρακτικά, η κρίση των προηγούμενων μηνών έχει αποδείξει τη στρατηγική αξία που έχει η Σούδα για τις αμερικανικές ένοπλες δυνάμεις.
Hθέση της Σούδας στις αμερικανικές προτεραιότητες φάνηκε και από το γεγονός ότι το περασμένο Σαββατοκύριακο βρέθηκε στις εγκαταστάσεις στο Μαράθι ο αρχηγός του μεικτού επιτελείου των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ, πτέραρχος Νταν Κέιν, δηλαδή ο πλέον υψηλόβαθμος αξιωματούχος του αμερικανικού στρατού. Οταν έφθασε στη Σούδα ο πτέραρχος Κέιν, συνοδευόμενος από αξιωματικούς του 6ου Στόλου και των Ναυτικών Δυνάμεων Ευρώπης – Αφρικής, στο λιμάνι βρισκόταν το αντιτορπιλικό κλάσης Arleigh Burke «USS Thomas Hudner», ένα από τα πέντε πλοία αυτής της κλάσης που είχαν αναπτυχθεί στα ανοιχτά του Ισραήλ, ώστε να υποστηρίξουν το αντιβαλλιστικό έργο των ισραηλινών δυνάμεων άμυνας (IDF) κατά τη διάρκεια των χτυπημάτων από το Ιράν.