Οι τελευταίες εκθέσεις του Ευρωπαϊκού Κέντρου Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (ECDC) σχετικά με τα χλαμύδια, τη γονόρροια και το αφροδίσιο λεμφοκοκκίωμα (LGV) αναδεικνύουν την απότομη αύξηση των δηλωθέντων κρουσμάτων αυτών των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων (ΣΜΝ) σε 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης/Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΕ/ΕΟΧ) και αποκαλύπτουν συνολικά ένα δύσκολο τοπίο, όπως αναφέρει το Ευρωπαϊκό Κέντρο.
Αυτή η αύξηση των αριθμών είναι παρόμοια με την αύξηση των κρουσμάτων σύφιλης που αναφέρθηκε προηγουμένως από το ECDC και καταδεικνύει μια δεκαετή τάση αύξησης των ποσοστών των ΣΜΝ σε ολόκληρη την Ευρώπη, παρά την πτώση που παρουσίασαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κορωνοϊού, πιθανώς λόγω αλλαγών στην πρόσβαση στις εξετάσεις και της κοινωνικής απόστασης.
Πιο αναλυτικά, σύμφωνα με το ECDC, ο αριθμός των δηλωθέντων κρουσμάτων γονόρροιας συνέχισε να αυξάνεται, όπως συνέβαινε και πριν από την Covid-19. Μόνο το 2021 υπήρχαν 46.728 επιβεβαιωμένα κρούσματα γονόρροιας, ξεπερνώντας τα προ της πανδημίας επίπεδα. Αν και τα στοιχεία αποκαλύπτουν σημαντικές διαφορές σε ολόκληρη την ΕΕ/ΕΟΧ, οι άνδρες που είχαν σεξουαλικές επαφές με άνδρες (MSM) αντιπροσώπευαν περισσότερα από τα μισά δηλωθέντα κρούσματα.
Εν μέσω της αύξησης των κρουσμάτων, οι ανησυχίες σχετικά με τη μικροβιακή αντοχή είναι ιδιαίτερα έντονες στο πλαίσιο της γονόρροιας. Το Ευρωπαϊκό Πρόγραμμα Αντιμικροβιακής Επιτήρησης του Γονόκοκκου (Euro-GASP) αναφέρει αυξανόμενη αντοχή σε δύο συγκεκριμένα αντιβιοτικά, την αζιθρομυκίνη και την σιπροφλοξασίνη, τονίζοντας την ανάγκη για επαγρύπνηση και ισχυρές στρατηγικές αντιμετώπισης.
Τα χλαμύδια
Σε ό,τι αφορά στα χλαμύδια η έκθεση αποκαλύπτει μια παρόμοια εικόνα με αυξήσεις από το 2012 έως το 2019, μείωση το 2020 πιθανώς λόγω του αντίκτυπου της πανδημίας, ακολουθούμενη από νέα αύξηση το 2021. Τα ποσοστά εξακολουθούν να είναι υψηλότερα μεταξύ των νεαρών ενήλικων ετεροφυλόφιλων γυναικών. Οι ανισότητες μεταξύ των δύο φύλων στις εξετάσεις για χλαμύδια, σημαίνει ότι τα χλαμύδια ενδέχεται να υποδιαγιγνώσκονται στους άνδρες.
Η αξιολόγηση του ECDC για το αφροδίσιο λεμφοκοκκίωμα (LGV) δείχνει μια ανησυχητική αύξηση των αναφερόμενων κρουσμάτων. Η λοίμωξη, που προκαλείται από το Chlamydia trachomatis, παρουσιάζει μοναδικές προκλήσεις λόγω των πιθανών μακροχρόνιων επιπλοκών της. Η έκθεση υπογραμμίζει τη σημασία των στοχευμένων στρατηγικών πρόληψης και της ενισχυμένης επιτήρησης για τον περιορισμό της εξάπλωσης της συγκεκριμένης λοίμωξης, καθώς τα αυξανόμενα ποσοστά των κρουσμάτων αφορούν HIV-αρνητικούς MSM.
Η ανεύρεση κρουσμάτων θα πρέπει επίσης να επικεντρωθεί σε αυτή την ομάδα, ιδίως μεταξύ των ατόμων που είναι επιλέξιμα για προφυλακτική θεραπεία πριν από την έκθεση στον ιό HIV (PrEP) ή λαμβάνουν τέτοια προφύλαξη. Ο αριθμός των περιγραφόμενων κρουσμάτων είναι πιθανό να είναι υποεκτιμημένος, καθώς πολλές χώρες δεν διαθέτουν εθνικά συστήματα επιτήρησης για το LGV και η επιβεβαίωση της λοίμωξης μέσω μοριακής διάγνωσης δεν είναι ευρέως διαθέσιμη.
Προτεινόμενες δράσεις
Ο κλιμακούμενος αριθμός των αναφερόμενων ΣΜΝ αποτελεί σημαντική πρόκληση για τη δημόσια υγεία. Το ECDC συνιστά τις ακόλουθες δράσεις:
-Επείγουσα ενίσχυση των δραστηριοτήτων πρόληψης: Εστίαση σε αυξημένο αριθμό εξετάσεων, στοχευμένα μηνύματα και εξατομικευμένες παρεμβάσεις για συγκεκριμένες ομάδες κινδύνου. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι εφαρμογές γνωριμιών θα πρέπει να εξεταστούν για εκστρατείες πρόληψης, εκτός από τις παραδοσιακές προσεγγίσεις.
-Παρακολούθηση της μικροβιακής αντοχής: Η συνεχής παρακολούθηση της μικροβιακής αντοχής είναι επιτακτική ανάγκη για την ενημέρωση των στρατηγικών θεραπείας και την αντιμετώπιση των αναδυόμενων προκλήσεων.
Πρόσφατες εκθέσεις για τη σύφιλη και τη συγγενή σύφιλη δείχνουν μια σταθερά αυξανόμενη τάση παρά την προσωρινή κάμψη το 2020. Το 2021 αναφέρθηκαν 25.270 επιβεβαιωμένα κρούσματα σύφιλης σε 28 κράτη μέλη της ΕΕ/ΕΟΧ, γεγονός που αντιπροσωπεύει αύξηση σε σχέση με το 2020, όταν τα κρούσματα είχαν μειωθεί για πρώτη φορά σε διάστημα οκτώ ετών. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι MSM φέρουν δυσανάλογο βάρος, αποτελώντας το 77% των κρουσμάτων. Το 2021, περίπου το ένα τρίτο των MSM με σύφιλη ήταν θετικοί στον HIV. Ενώ υπήρξε μια πτώση των κρουσμάτων μεταξύ των MSM μεταξύ 2020 και 2021 και μια μικρή άνοδος των κρουσμάτων στους ετεροφυλόφιλους άνδρες, οι γυναίκες παρουσίασαν σταθερά χαμηλά ποσοστά μολύνσεων από σύφιλη το 2021.