Δευτέρα, 20 Οκτωβρίου, 2025
24.4 C
Ηρακλείου

Δες τον καιρό

Ράφα Μπενίτεθ: Στον Παναθηναϊκό ο τελειομανής Ισπανός «φιλόσοφος» του ποδοσφαίρου που μπολιάστηκε με το DNA της Ρεάλ Μαδρίτης

Πρέπει να διαβάσετε

Ο Ραφαέλ Μπενίτεθ θα είναι ο επόμενος προπονητής του Παναθηναϊκού καθώς σύμφωνα με πληροφορίες υπέγραψε το συμβόλαιο με το «τριφύλλι» που φτάνει τα 4 εκατομμύρια ευρώ ετησίως για τον ίδιο και το προπονητικό του επιτελείο, το οποίο θα απαρτίζεται από τέσσερις βοηθούς. Tον Πάκο, τον Χοακίν Βαλέριο, τον Αντόνιο Γκόμες και τον Ζεσούς Γκαρσία Βαγιέχο.

Ο Ραφαέλ ή για τους φίλους Ράφα, είναι ένας  προπονητής που έμαθε να δουλεύει σχεδόν πάντα σε καλές ομάδες και να διδάσκει ποδόσφαιρο σε παίκτες, φιλάθλους και αντιπάλους. Ψηφίστηκε το 2004 και το 2005 κορυφαίος προπονητής στην Ευρώπη από την UEFA.

Στα 65 του δεν έχει στερέψει από ιδέες. Έμαθε πολλά από τις κόντρες του με τον Σερ Άλεξ, με τον Αρσέν Βενγκέρ, με τον Ζοσέ Μουρίνιο και τόσους άλλους σπουδαίους προπονητές. Τον τελευταίο τον διαδέχτηκε στην Ίντερ.  Θέλει πάντα να κερδίζει ως γνήσιο τέκνο της Ρεάλ Μαδρίτης.

Κόντρα στον Βενγκέρ σε παιχνίδι της Λίβερπουλ με την Άρσεναλ.

Δούλεψε στη Ρεάλ, στη Λίβερπουλ, στην Τσέλσι, στη Νάπολι, στην Ίντερ αλλά και στη Βαλένθια με την οποία κατέκτησε 2 φορές τη La Liga. Το 2002 άφησε 2η τη Λα Κορούνια και το 2004 την Μπαρτσελόνα.  Τεράστια υπόθεση αυτά τα δύο πρωταθλήματα.

Στην Αγγλία αν και έμεινε για 6 χρόνια στη Λίβερπουλ και κάθισε στον πάγκο και της Τσέλσι δεν κατάφερε να ανέβει στην κορυφή.  Στο Νησί έγινε ο 2ος προπονητής που κάθισε στον πάγκο της Λίβερπουλ αλλά και της Έβερτον. Στο Νησί ανέβασε και τη Νιούκαστλ στα σαλόνια κερδίζοντας την  Championship το 2017.

Ο Ράφα που γεννήθηκε το 1960 στη Μαδρίτη μεγάλωσε μέσα σε αντιθέσεις. Ο μπαμπάς του ήταν Ατλέτικο Μαδρίτης και η μαμά του Ρεάλ Μαδρίτης.

Στον τελικό της Αθήνας, το 2007.

Στα νιάτα του ήταν κολυμβητής, έκανε και τζούντο αλλά τον κέρδισε το ποδόσφαιρο και το “Στρατέγκο”.

Του αρέσει το 4-2-3-1 και μ’ αυτό κατέκτησε το Champions League με τη Λίβερπουλ. Είναι λάτρης της πειθαρχίας και είναι εξαιρετικά μεθοδικός.

Θέλει όμως να συζητάει με τους παίκτες του. Του αρέσει να μιλάει πολύ, ν’ αναλύει και να φιλοσοφεί. Μιλάει ισπανικά, αγγλικά, ιταλικά, γαλλικά.  Πάντως αν και δούλεψε για λίγο στην Κίνα δεν έμαθε κινέζικα.

«Πιστεύω στην ισορροπία, η οποία σου επιτρέπει να ανταγωνίζεσαι και να νικάς. Αν είσαι πολύ επιθετικός μπορείς να κερδίσεις, αλλά συνήθως οι ομάδες που κερδίζουν τίτλους είναι αυτές που δέχονται λιγότερα γκολ και όχι επειδή είναι αμυντικές, αλλά επειδή πιέζουν ψηλά» θα πει σε συνέντευξη του στη Marca.

Έφτιαξε το όνομά του στη Βαλένθια και το απογείωσε στη Λίβερπουλ. Στην Ελλάδα έχει ακουστεί για τον Ολυμπιακό και για την ΑΕΚ πριν τον Παναθηναϊκό.

«Κάθε χρόνο έχω πολλές προτάσεις. Η τύχη μου είναι ότι μετά από πολλά χρόνια και κατακτήσεις τίτλων έχω την οικονομική δυνατότητα να επιλέξω. Γι’ αυτό θέλω ένα πρότζεκτ που μου επιτρέπει να εργάζομαι, που με σέβεται και που εκτιμά τη μεθοδολογία που έχουμε, η οποία έχει λειτουργήσει εδώ και πολλά χρόνια και μου έχει επιτρέψει να εξελίσσω τους παίκτες» σημείωσε πριν από 2 χρόνια στη Marca.

Στις ομάδες που είχε προπόνησε πολλούς παίκτες που έπαιξαν και στην ομάδα της Αθήνας όπως ο Σισέ, ο Μπίσκαν, ο Νέμεθ, ο Λέτο, ο Κυργιάκος και άλλοι.

Ποδοσφαιριστής της Ρεάλ Μαδρίτης.

Ποιος είναι ο Ράφα Μπενίτεθ

Πρόκειται για έναν από τους καλύτερους προπονητές όλων των εποχών στη Γηραιά Ήπειρο. Παιδί της Μαδρίτης ξεκίνησε να παίζει στην Ακαδημία της αγαπημένης του ομάδας αλλά δεν έφτασε στην ανδρική.

Προπονητής στη Βαλένθια.

Δεν έκανε αξιόλογη καριέρα ως ποδοσφαιριστής αλλά έγραψε ιστορία ως προπονητής. Ξεκίνησε από την Κ-17 της Ρεάλ και αφού πέρασε από όλες τις ομάδες υποδομών το 1995 θα αναλάβει την Βαγιαδολίδ. Ακολουθεί η Οσασούνα, η Εξτρεμαδούρα, η Τενερίφη και η Βαλένθια.

Με τον Τζιμπρίλ Σισέ στα χρόνια της Λίβερπουλ.
Μετά τον θρίαμβο της Πόλης με τον Στίβεν Τζέραρντ.

Με τις «νυχτερίδες» θα κατακτήσει δύο φορές τη La Liga αλλά και το Κύπελλο ΟΥΕΦΑ το 2004. Ακολούθησε η μεταγραφή στη Λίβερπουλ όπου έκανε θαύματα. Έμεινε εκεί έως το 2010 και την οδήγησε για πρώτη φορά μετά από το 1984 στην κορυφή της Ευρώπης.

Αντίπαλος με τον Σερ Άλεξ σε παιχνίδι της Λίβερπουλ με τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.

Τη σεζόν 2004-05 απέκλεισε τον Ολυμπιακό στους ομίλους του Champions League και έφτασε έως τον τελικό της Πόλης. Εκεί βρέθηκε να χάνει 3-0 από τη Μίλαν. Το έκανε 3-3 και στα πέναλτι επικράτησε 3-2 στη μεγαλύτερη ανατροπή όλων των εποχών.

Με την Λίβερπουλ πήγε και στον τελικό του 2007 στην Αθήνα όπου έχασε στο ΟΑΚΑ 2-1 από τη Μίλαν. Πρωτάθλημα στα έξι του χρόνια στο λιμάνι δεν κατέκτησε.

Πριν τον χαμένο τελικό της Αθήνας.

Έκανε ένα πέρασμα από την Ίντερ όπου κατέκτησε το 2010 το Παγκόσμιο Κύπελλο Συλλόγων αλλά και το Σούπερ Καπ Ιταλίας.  Το 2013 κέρδισε το Europa League με την Τσέλσι και από το 2013 έως το 2015 βρέθηκε στη Νάπολι.

Με τον Μιλίτο στην Ίντερ.

Με το καμάρι του Νότου της Ιταλίας πήρε ένα Κύπελλο και ένα εγχώριο Σούπερ Καπ.  Επέστρεψε στη Μαδρίτη για την αγαπημένη του Ρεάλ τη σεζόν 2015-16 και ακολούθησε μια τριετία στη Νιούκαστλ.

Στην παρουσίασή του στη Νάπολι.

Τη σεζόν 2021-22 κάθισε στον πάγκο της Έβερτον και έως το 2024 ήταν στην Θέλτα του Βίγκο. Συνολικά έχει 1200 παιχνίδια με 585 νίκες, 278 ισοπαλίες και 337 ήττες.

Δεν έμεινε πολύ στον πάγκο της αγαπημένης του Ρεάλ.

Στο Champions League έχει 95 αγώνες (54 νίκες, 20 ισοπαλίες, 21 ήττες). Στη Premier League έχει 359 ματς με 173 νίκες, 86 ισοπαλίες και 100 ήττες.

O Ράφα Μπενίτεθ μιλάει για τον Ράφα Μπενίτεθ

Το 2020 η UEFA είχε δημοσιεύσει ένα εκτενές αφιέρωμα στον σπουδαίο προπονητή που έχει σηκώσει κάμποσα από τα τρόπαια της όλα αυτά τα χρόνια που είναι στους πάγκους.

Σ’ εκείνο το αφιέρωμα ο Ισπανός τεχνικός μιλώντας σε πρώτο πρόσωπο ξετύλιξε το κουβάρι της ζωής του, τη φιλοσοφία του αλλά και τις μεγάλες του στιγμές.

Αναλυτικά τα όσα είχε πει στην UEFA

«Είμαι οπαδός της Ρεάλ Μαδρίτης από τότε που γεννήθηκα. Ξεκίνησα να παίζω για τη Ρεάλ Μαδρίτης στα 13 μου. Μέχρι που τραυματίστηκα και με έστειλαν δανεικό, έπρεπε πάντα να κερδίζω, έπρεπε πάντα να αγωνίζομαι για να παραμείνω στην ομάδα και έπρεπε πάντα να σηκώνουμε το τρόπαιο, ανεξάρτητα από τη διοργάνωση.

Τότε, υπήρχαν οι [Χοσέ Αντόνιο] Καμάτσο, [Βιθέντε] Ντελ Μπόσκε, [Μαριάνο] Γκαρθία Ρεμόν, Λουίς Μολόουνι, ο οποίος ήταν ο γενικός διευθυντής. Στη συνέχεια, ο [Αλφρέντο] Ντι Στέφανο ήρθε στην ομάδα των αντρών. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι είχαν συνηθίσει να ανταγωνίζονται και να κερδίζουν. Αυτό σε μπολιάζει σε  μια συγκεκριμένη νοοτροπία. Τη νοοτροπία ότι  πρέπει να κερδίζεις κάθε σημαντικό παιχνίδι.

Θυμάμαι όταν έπαιζα με την ακαδημία. Πάντα παίζαμε εναντίον της Μπαρτσελόνα, της Σεβίλλης, της Αθλέτικ Μπιλμπάο, της Ατλέτικο Μαδρίτης και της Βαλένθια, οι οποίες ήταν δυνατές ομάδες, και η νίκη ήταν ουσιαστικά απαραίτητη. Αυτό είναι κάτι που γίνεται μέρος των γονιδίων σου, του DNA σου, και καταλήγεις να είσαι πολύ ανταγωνιστικός και, όπως λένε, νικητής. Αυτό είναι κάτι που ήδη έχεις, αλλά μεγαλώνει όσο βρίσκεσαι σε έναν θεσμό όπως η Ρεάλ Μαδρίτης.

Η ναπολιτάνικη… καρικατούρα του.

Ταυτόχρονα [ενώ έπαιζα για την ομάδα νέων της Ρεάλ Μαδρίτης], ήμουν, φυσικά, στο σχολείο και μετά στο πανεπιστήμιο. Σπούδασα φυσική αγωγή και αυτές οι σπουδές με βοήθησαν πολύ. Ακόμα και η παραμικρή λεπτομέρεια έκανε τη διαφορά. Το να καταρρίψεις ένα ρεκόρ, να είσαι ένα δέκατο του δευτερολέπτου γρηγορότερος, ή ένα δευτερόλεπτο γρηγορότερος σε έναν αγώνα εξαρτάται από πολλές λεπτομέρειες. Αυτά τα πράγματα που μαθαίνεις, η σημασία της φυσιολογίας, για παράδειγμα, και της καλής σωματικής προετοιμασίας, του καλού ζεστάματος, των διαλειμμάτων μεταξύ των αγώνων. Αυτές είναι οι λεπτομέρειες που μαθαίνεις στο πανεπιστήμιο και μετά τις εφαρμόζεις στην πράξη κατά τη διάρκεια των αγώνων.

Με τον Κλοπ σε παιχνίδι της Νάπολι με τη Ντόρτμουντ.

Χρησιμοποιώ πάντα μια έκφραση του Λουίς Μολόουνι [πρώην προπονητής της Ρεάλ Μαδρίτης]. Είχε πει: «Χαλάρωσε. Χαλάρωσε». Μην βιάζεσαι πριν πάρεις μια απόφαση και βεβαιώσου ότι είναι η σωστή απόφαση. Ακολούθησα αυτή τη στρατηγική αργότερα και, καθώς μεγαλώνεις, μαθαίνεις αυτά τα πράγματα. Πάντα λέω ότι η εμπειρία δεν είναι αυτό που σου συμβαίνει, αλλά αυτό που δημιουργείς με αυτό που σου συμβαίνει. Μαθαίνεις από τα λάθη σου. Φυσικά, σε αυτό το στάδιο [παίζοντας για τη Ρεάλ Μαδρίτης Β], όντας νέος, έκανα πολλά λάθη.

Είδε πολλούς προπονητές αλλά τον κέρδισε ο Αρίγκο Σάκι.

 

Ταξίδευα πολύ στην Ιταλία. Πήγα στη Γαλλία, στην Ολλανδία, ακόμη και σε προπονητικά καμπ στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Αγγλία. Μαθαίνεις λίγα πράγματα από όλους. Η αλήθεια είναι ότι μαθαίνεις από όλους. Το είδωλό μου ως προπονητής ήταν ο Αρίγκο Σάκι, οπότε μου άρεσε να πηγαίνω να μιλάω μαζί του στην Ιταλία όταν είχα την ευκαιρία, ή ο Φρανσίσκο Ματουράνα όταν ήρθε στην Ισπανία. Πάντα ήμουν κάποιος που ήθελε να μάθει πολλά. Πέρασα πολλές ώρες στο προπονητικό κέντρο μιλώντας με τον Βιθέντε ντελ Μπόσκε. Μιλήσαμε πολύ για το τι συνέβαινε, για τους νεαρούς παίκτες. Θυμάμαι να μιλάω για τον Γκούτι και για το αν είχε κόψει τα μαλλιά του ή όχι.

Τόνι Γκράντε, Βιθέντε ντελ Μπόσκε, Γκαρθία Ρεμόν, Χοσέ Αντόνιο Καμάτσο – ήταν οι άνθρωποι που ήταν περισσότερο μαζί μου [στη Ρεάλ Μαδρίτης]. Έμαθα πολλά επειδή είχαν τόσο μεγάλη εμπειρία στο γήπεδο, και με την πανεπιστημιακή μου εκπαίδευση προσπάθησα να συνδυάσω και τα δύο. Μάθαινες κάθε μέρα χωρίς να το καταλαβαίνεις.

Σκέφτομαι σαν προπονητής

Όταν ήμουν 13 ετών, σημείωσα την αρχική ενδεκάδα της ομάδας μου. Όταν τελείωνε ο αγώνας, όπως θα έκανε ένας καλός δημοσιογράφος, έδινα μερικούς βαθμούς. Πάντα είχα καλό βαθμό, φυσικά.

Όταν ήμουν 16 ετών, στην ομάδα με την οποία έπαιζα το καλοκαίρι, είχα ρόλο παίκτη-προπονητή. Όταν εντάχθηκα στο INEF [Σχολή Επιστημών Φυσικής Δραστηριότητας και Αθλητισμού στη Μαδρίτη], ήμουν προπονητής και παίκτης.

Έτσι, σκέφτομαι πάντα ως προπονητής. Για παράδειγμα, χρησιμοποιούσα το MS-DOS [λειτουργικό σύστημα της δεκαετίας του 1980] – πολλοί άνθρωποι δεν θα ξέρουν καν τι είναι αυτό – τη Visual Basic και μετά ήρθαν τα Windows. Εκείνη την εποχή είχα ήδη ένα σύστημα, με συγκεκριμένο λογισμικό για να παρακολουθώ τη δραστηριότητα κάθε παίκτη μου.

Στην πραγματικότητα, έχω τα δεδομένα των τωρινών βοηθών μου, του Αντόνιο [Γκόμεζ Πέρεθ] και του Μίκελ [Αντία], και τι έκαναν όταν ήταν 16 ετών και ήμουν προπονητής τους. Είχα κάθε προπόνηση, κάθε λεπτομέρεια. Πάντα έψαχνα για ασκήσεις. Πήγα στην Ιταλία και στην [Ιταλική Ποδοσφαιρική] Ομοσπονδία στο Κοβερτσιάνο, και φωτοτύπησα κάθε περιοδικό, κάθε άσκηση και τα ανέλυσα.

Είχα δει περίπου 20 παιχνίδια της Μίλαν του Σάκι και κατέγραφα κάθε τι που συνέβαινε, ώστε να μπορέσω να βγάλω τις οδηγίες που αργότερα θα δίδασκα στους παίκτες μου. Για παράδειγμα, παίζαμε με ζώνη πίεσης στις ακαδημίες της Ρεάλ Μαδρίτης, όταν κανείς άλλος δεν έπαιζε ακόμα ζώνη πίεσης. Σχεδόν πάντα κερδίζαμε, φυσικά, επειδή είχαμε τους καλύτερους παίκτες. Αλλά, επιπλέον, ήταν συντριπτικές νίκες, οπότε ήταν πολύ πιο ελκυστικές.

Η ανταγωνιστικότητα είναι το κλειδί

Αυτό το ανταγωνιστικό γονίδιο σου επιτρέπει να αναλαμβάνεις οποιαδήποτε δραστηριότητα. Είτε πρόκειται για χαρτιά είτε για παιχνίδι Ludo με τις κόρες σου, θέλεις να κερδίζεις. Το να έχεις αυτό στο ποδόσφαιρο είναι το κλειδί και ήμουν τυχερός. Πολλοί άνθρωποι που δεν με γνωρίζουν θυμούνται [την επιτυχία της Λίβερπουλ στο Champions League] στην Κωνσταντινούπολη το 2005 και ξεχνούν τη Βαλένθια [την νικήτρια του Κυπέλλου UEFA το 2004] ή την Τσέλσι [την νικήτρια του Europa League το 2013] ή τη Νάπολι.

Ξεχνούν επίσης κάτι πολύ σημαντικό, και αυτό είναι ότι δεν κρίνεις τους προπονητές μόνο από την ικανότητά τους να κερδίζουν τρόπαια με μεγάλες ομάδες. Εγώ και η ομάδα μου – έχω μια ομάδα με την οποία συνεργάζομαι, δεν είμαι μόνο εγώ – κάναμε την Τενερίφη να ανέβει, κάναμε την Εξτρεμαδούρα να ανέβει και μετά κάναμε και την Νιούκαστλ Γιουνάιτεντ. Έχουμε κερδίσει τρόπαια σε τρεις διαφορετικές χώρες.

Τι σημαίνει, λοιπόν, αυτό; Η ομάδα με την οποία συνεργάζεσαι, ο τρόπος που δουλεύεις, οι μέθοδοί σου, το στυλ παιχνιδιού σου, όλα είναι ανταγωνιστικά. Σου επιτρέπει να κερδίζεις, σου επιτρέπει να προσαρμόζεσαι. Η νοοτροπία των Άγγλων είναι πολύ ανταγωνιστική. Τους αρέσει να προπονούνται με ένταση. Υπάρχουν κάποια πράγματα που μπορούν να κάνουν καλύτερα, όπως συγκεκριμένες τακτικές στρατηγικές ή πότε να επιβραδύνουν το παιχνίδι, κάτι που οι Ιταλοί κάνουν καλά.

Μπορείτε να δείτε πολλές από τις ομάδες όπου έχω δουλέψει και αυτές οι ομάδες δεν έχουν πολλούς παίκτες που είναι καλύτεροι από τους αντιπάλους τους, αλλά έχουν αυτή τη νοοτροπία του νικητή, αυτό το ανταγωνιστικό γονίδιο που είναι μεταδοτικό. Αυτό σου επιτρέπει να ανταγωνίζεσαι και να έχεις μια ομάδα που είναι κάτι περισσότερο από το άθροισμα των επιμέρους μερών της. Όταν έχεις αυτή [ανταγωνιστική νοοτροπία] και είσαι οργανωμένος και ισορροπημένος, έχεις μια νικήτρια ομάδα. Μια ομάδα που κερδίζει αγώνες και τρόπαια.

Προσαρμογή στη ζωή στην Αγγλία

Σπούδασα γαλλικά στο σχολείο, αλλά ενώ σπούδαζα αγγλικά, είχα τα άλμπουμ Red and Blue των Beatles, οπότε διάβασα τους στίχους. Εκείνη την εποχή, σκέφτηκα, «Αυτά είναι αγγλικά;» Μιλούσαν απλώς με προφορά των Σκάους. Ήταν διαφορετικά.

Θυμάμαι την πρώτη νύχτα που πήγα με τη γυναίκα μου [στην Αγγλία], είχε μια τρομερή καταιγίδα και σκεφτόμουν: «Τι κάνουμε εδώ;» Ερχόμασταν από τη Βαλένθια, όπου ο καιρός ήταν υπέροχος. Αλλά μετά από λίγο, όλα ήταν καλά. Από την πρώτη κιόλας στιγμή, οι άνθρωποι ήταν υπέροχοι. Μας φέρθηκαν φανταστικά. Η γλωσσική πλευρά των πραγμάτων ήταν λίγο πιο εύκολη για μένα, επειδή, αν και ήταν δύσκολο, μιλούσαμε για ποδόσφαιρο.

[Μια μέρα με αέρα στην προπόνηση] κάναμε στημένες φάσεις. Ο Στίβι Τζέραρντ σουτάρει προς την εστία και φυσούσε πολύ. Είπα, «Να είστε προσεκτικοί με το “κρασί”». Άρχισαν να γελούν. Έτσι σκέφτηκα, «Τι συμβαίνει;» Αντί να πω «wind (άνεμος)», είπα «wine (κρασί)».

Οι άνθρωποι συνήθως δεν καταλαβαίνουν πόσο σημαντικές είναι αυτές οι λεπτομέρειες. Όταν πρέπει να εκφωνήσεις μια ομιλία, στο ημίχρονο, πρέπει να διατηρήσεις την έντονη διάθεση και την προσοχή τους, αλλά και να πεις στους παίκτες τι να κάνουν. Μόλις προφέρεις λάθος μια λέξη ή πεις κάτι που δεν ακούγεται σωστά, χάνεις την εστίασή τους.

Έχω μια άλλη ιστορία με τον [Πίτερ] Κράουτς. Ήταν ένα φιλικό εναντίον του Ολυμπιακού. Εξηγούσα κάτι στον πίνακα με τις σημειώσεις μου. Είχα τον Άλεξ Μίλερ ως βοηθό, ο οποίος ήταν Σκωτσέζος, και έγραφε τι επρόκειτο να πω.

«Είχα γραμμένο στις σημειώσεις μου «press when losing» (πίεσε όταν χάνεις). Ρώτησα τον Κράουτς, «Τι πρέπει να κάνουμε όταν χάνουμε την μπάλα;» Και αυτός είπε, «Close it down» (κλείσ’ το). Εγώ είπα, «Όχι». Μετά ρώτησα τον Χάμαν, ο οποίος έχει πολύ καλά αγγλικά, «Ντίντι, αν χάσουμε την μπάλα;» Και αυτός είπε, «Close it down». Και εγώ είπα «Όχι». […]

Τότε ρώτησα τον Σισέ, ο οποίος μιλάει γαλλικά και αγγλικά όπως εγώ, και αυτός είπε, «Press when losing». Και τότε είπα, «Σωστά». Όλοι άρχισαν να γελούν, γιατί όπως ξέρετε το “close it down” είναι λίγο πολύ το ίδιο με το “press when losing”. Αλλά εγώ δεν το ήξερα, έπρεπε να μαθαίνω στην πορεία».

Τι κάνει τη Λίβερπουλ ξεχωριστή;

Νομίζω ότι οι Scousers είναι εργατικοί άνθρωποι, άνθρωποι που είναι ευγνώμονες σε όσους δεσμεύονται και δίνουν τον καλύτερό τους εαυτό. Και πάντα αντιμετώπιζα δύσκολες καταστάσεις.

Οι Scousers […] ενώνονται για να γίνουν πιο δυνατοί ως ομάδα. Υπάρχει μια ατμόσφαιρα που προκύπτει από αυτό, το πάθος για το ποδόσφαιρο, τις ελπίδες τους για την ομάδα τους και την υπερηφάνεια που νιώθουν όταν βλέπουν την ομάδα τους να παίζει. Νομίζω ότι αυτά τα πράγματα μεταδίδονται από πατέρες σε γιους και αυτό δημιουργεί μια ιδιαίτερη κατάσταση στο γήπεδο, στην πόλη, γενικά. Οι οπαδοί της Έβερτον μοιράζονται το ίδιο πάθος.

Αλλά η Λίβερπουλ, συγκεκριμένα, με καλωσόρισε από την αρχή. Είδα ότι είχαν ένα εκπληκτικό πάθος για το ποδόσφαιρο από την αρχή. Έχουν μεγάλες ελπίδες όσον αφορά τον ανταγωνισμό – είναι πολύ ανταγωνιστικοί, θέλουν να κερδίζουν και αυτό είναι μεταδοτικό. Οι άνθρωποι θέλουν να κερδίζουν, όλοι ενώνονται. Δουλεύουν σκληρά και αφοσιώνονται ο ένας στον άλλον. Στηρίζουν ο ένας τον άλλον. Νομίζω ότι οι δύσκολες στιγμές που έχει περάσει μια πόλη εργατικής τάξης και επαγγελματιών όπως η Λίβερπουλ τους κάνουν πιο δυνατούς και τους κάνουν να ζουν τις καλές στιγμές πιο έντονα.

Όσο πιο σκληρά δουλεύεις, τόσο πιο τυχερός γίνεσαι

Νομίζω ότι υπάρχει ένας παράγοντας τύχης που δεν μπορούμε να παραμελήσουμε, αλλά αν προπονηθείς και δουλέψεις σκληρά [θα τα καταφέρεις]. Θα αναφερθώ στο παράδειγμα του τελικού της Κωνσταντινούπολης. Την επόμενη χρονιά κερδίσαμε το Κύπελλο Αγγλίας υιοθετώντας την ίδια προσέγγιση με τον Πέπε Ρέινα στα πέναλτι, και γιατί συνέβη αυτό; Επειδή είχαμε περάσει έναν χρόνο αναλύοντας πληροφορίες για τους εκτελεστές των πέναλτι. Αν είσαι ο εκτελεστής των πέναλτι της ομάδας σου, μπορείς να διαλέξεις ένα σημείο για να το τοποθετήσεις σήμερα και ένα άλλο σημείο μια άλλη μέρα κ.λπ.

Όταν δεν εκτελείς τακτικά πέναλτι, αλλά προχωράς για να εκτελέσεις ένα πέναλτι, ανεξάρτητα από τις συνθήκες, σε έναν τελικό επιλέγεις το σημείο με το οποίο νιώθεις πιο άνετα. Από τους εκτελεστές πέναλτι, ξέραμε ποιοι ήταν οι τέσσερις από τους πέντε και αυτό έδωσε στον τερματοφύλακά μας ένα μεγάλο πλεονέκτημα. Γι’ αυτό πιστεύω ότι είναι αλήθεια ότι όσο πιο σκληρά δουλεύεις, τόσο πιο τυχερός γίνεσαι».

 

 

Σχετικά άρθρα

Άλλα Πρόσφατα