Του Κώστα Α.Μπογδανίδη
Κάθε φορά που οι ιστορικές μνήμες ξυπνούν, για εκείνες τις μέρες, επανέρχομαι στις ίδιες σκέψεις. Προσπαθώ να συνθέσω στο μυαλό μου εκείνο το πρωινό της 28ης Οκτωβρίου και τις μέρες που ακολούθησαν. Ευτυχώς υπήρξαν φωτογραφίες, κινηματογραφικά ντοκουμέντα και ξέρουμε, εμείς οι νεότερες γενιές που δεν ζήσαμε εκείνες τις στιγμές, τι συνέβη στην Ελλάδα όταν ο επικεφαλής της κυβέρνησης είπε στον Ιταλό πρέσβη:«Alors, c’est la guerre»… Η φράση αυτή ειπωμένη από ένα στυγνό δικτάτορα μετουσιώθηκε σε ΟΧΙ και έγινε κραυγή στα χείλη όλων, μα όλων, των Ελλήνων….Είναι ίσως από τα πιο επικοινωνιακά και επιδραστικά συνθήματα που έχουν ακουστεί στην παγκόσμια ιστορία αν και από επίσημα χείλη δεν ειπώθηκαν ποτέ. Θα ζήλευαν αυτό το εφεύρημα σήμερα και οι πιο ευφάνταστοι διαφημιστές. Δεν είπε ο Μεταξάς ΟΧΙ, δεν άκουσαν τέτοια κουβέντα οι Ιταλοί. Ωστόσο, αυτό το…ΟΧΙ δεν ήταν τόσο ανύπαρκτο και προπαγανδιστικό όσο θα πίστευε κανένας διαβάζοντας μόνο τις πηγές. Διότι ο κόσμος το έβγαλε από μέσα του, σε μια κρίσιμη ιστορική στιγμή λαός και ηγεσία ενώθηκαν, παραμέρισαν τα μεγάλα ιδεολογικά προβλήματα που τους χώριζαν και είχαν ένα σκοπό διαβάζοντας τους καλούς οιωνούς: Αμύνεσθαι περὶ πάτρης!
Δεν υπήρξε φόβος, δεν έγιναν δεύτερες σκέψεις, κανένας δεν σκέφτηκε να γίνει ρίψασπις την κρίσιμη εκείνη ώρα.

«…Κόσμος πολύς χυμένος στους δρόμους, κίνηση εξαιρετική.
Περνούν μονάδες του στρατού που πηγαίνουν στο μέτωπο. Οι φαντάροι τραγουδούν, το πλήθος χειροκροτεί και ζητωκραυγάζει. Αξίζει να είναι κανείς Έλληνας τις μέρες αυτές…» περέγραψε ο Γ.Θεοτοκάς. Αξίζει να είναι κανείς Έλληνας! Τεράστια κουβέντα…
Ανάταση λαού. Ψυχή και φρόνημα για να υπερασπιστούν την πατρίδα. Τι έκανε εκείνες τις μέρες τους Έλληνες να παραμερίσουν τους φόβους που υπαγόρευε η λογική και το υπέρμετρον της δύναμης του εχθρού; Ήξεραν ότι έπρεπε να δώσουν ένα αγώνα αιματηρό και ίσως χαμένο. Αλλά γνώριζαν, με ένα παράξενο τρόπο, από την ιστορία τους- ακόμη και αν δεν την είχαν διδαχθεί!-ότι κανένας αγώνας δεν πάει χαμένος. Κατά την διάρκεια των 219 πρώτων εκείνων ημερών αντίστασης του Ελληνικού λαού χάσαμε πάνω από 13.000 ανθρώπους. Αλλά δεν πήγε χαμένη καμιά θυσία τους. Το ξέρουμε πια, το κατέγραψε η ιστορία.
Δεν είναι , επίσης, καθόλου τυχαίο ότι γιορτάζουμε μόνο εμείς την απαρχή του πολέμου. Τιμούμε την 28η Οκτωβρίου όπως της πρέπει γιατί ήμασταν ενωμένοι, δώσαμε το παράδειγμα, γίναμε το πρότυπο για λαούς που ήταν ισχυρότεροι, περισσότεροι, αλλά προτίμησαν (ή δεν άντεξαν…) να κατακτηθούν. Αντιθέτως δεν δίδουμε και πολλή σημασία στην…Απελευθέρωση του 1944 και περισσότερο στην…Ειρήνη του 1945. Γιατί ξέρουμε ότι στην πραγματικότητα για την Ελλάδα ούτε απελευθέρωση υπήρξε , ούτε ειρήνη. Όλος ο κόσμος ατένιζε με αισιοδοξία εκείνη τη νέα εποχή, μόνο εμείς μπήκαμε σε ένα νέο κύκλο αίματος, σε ένα σπαρακτικό εμφύλιο. Το ξέρουμε. Και ντρεπόμαστε γι αυτό…
Αυτή η καμπή ,με απαρχή τον Εθνικό Διχασμό ,είναι ίσως η γενεσιουργός αιτία όλων των δεινών που ζούμε σήμερα. Από απόγονοι αξίων, που σήκωσαν ψηλά την πατρίδα γίναμε ανάξια τέκνα τους. Πώς από ήρωες των κορυφών της Πίνδου φτάσαμε να γίνουμε γιαμπανάδες και φιρφιρήδες της φακής που δεν μπορούμε ούτε ένα ηρώο Αγνώστου Στρατιώτη να διαφυλάξουμε; Πώς καταντήσαμε έτσι γκρίζα μια χώρα όμορφη, λουσμένη στο φως και τον πολιτισμό; Πως από το αμύνεσθαι περὶ πάτρης φτάσαμε στο αμύνεσθαι περὶ …πάρτης;

Αυτές τις μέρες ο νους μου συχνά γυρίζει σε εκείνους τους Έλληνες που ξεχύθηκαν στους δρόμους. Που χαίρονταν σαν μικρά παιδιά, αν και ήξεραν ότι πιο κοντά είναι το…τέλος από την αρχή. Που υποπτεύονταν ότι πηγαίνοντας στο μέτωπο μπορεί να μην γυρίσουν. Που κραύγαζαν για την σωτηρία της πατρίδας χωρίς να ζητούν ανταλλάγματα. Πως το έκαναν αυτό, γιατί υπήρξε σε τόσο χαλεπούς καιρούς τέτοια ανάταση ενώ σήμερα μοιάζει να έχουμε πιάσει πάτο; Τα σκέφτομαι όλα αυτά, αλλά δεν βρίσκω ξεκάθαρες απαντήσεις.
Δεν θέλω να πιστεύω ότι είναι η μοίρα ενός ιστορικού λαού να ζήσει την παρακμή του. Δεν θέλω να πιστέψω ότι αργοσβήνουμε σαν ένα super nova αστέρι που τελειώνει η ενέργειά του , εκρήγνυται και πεθαίνει. Προτιμώ την πιο απλή εκδοχή που είχε δώσει ο Παναγιώτης Κανελλόπουλος:
«Δυστυχώς η Ελλάς πάσχει τις πιο πολλές φορές από μικρά προβλήματα. Τα μεγάλα, όσο φοβερά κι αν είναι, τα ξεπερνάει. Τα μικρά είναι ακριβώς οι τρικλοποδιές που την κάνουν και σκοντάφτει.» Το θέμα είναι πια εάν τα εθνικά γερασμένα αντανακλαστικά της έχουν δημιουργήσει μια εθνική αρθρίτιδα τέτοια που δεν θα μπορεί να ξανασηκωθεί.
