Ιδιαίτερη εντύπωση προκάλεσε στην κοινή γνώμη η αναφορά του Πάνου Αμυρά από τον
«Ελεύθερο Τύπο», με αφορμή τον χαρακτηρισμό σε συνέντευξη μέλους οικονομικού
επιτελείου της κυβέρνησης, για τους «αόρατους εργαζόμενους» στην Ελλάδα.
Η κρίση του κοροναϊού ανέδειξε μια γνωστή σε όλους κατηγορία εργαζόμενων πολιτών
που βρίσκεται συνεχώς εκτός των επίσημων στοιχείων της αγοράς εργασίας, οι οποίοι
στην προσπάθειά τους να βρουν τρόπους για να λάβουν τις κρατικές ενισχύσεις που
είχαν προβλεφθεί για τις υπόλοιπες επαγγελματικές και κοινωνικές ομάδες, προκάλεσαν
συζητήσεις, απορίες και σχόλια για το αναφερόμενο θέμα.
Το πρόβλημα όπως παρουσιάστηκε θεωρείται ένα από τα θετικά στοιχεία που
προέκυψαν κατά τη διάρκεια της διαχείρισης αυτής της πανδημικής – υγειονομικής
κρίσης. Τα φαινόμενα αδήλωτης εργασίας στην Ελλάδα είναι διαχρονικά και πλήττουν
όχι μόνο τους ίδιους τους εργαζόμενους αλλά και το σύνολο της ελληνικής οικονομίας.
Υπάρχουν πολλές κατηγορίες εργαζομένων διαφόρων ειδικοτήτων που απασχολούνται
καθημερινά προσφέροντας υπηρεσίες σε χώρους εργασίας χωρίς να φαίνονται πουθενά,
άλλοτε γιατί το επιθυμούν οι ίδιοι και άλλοτε πιεζόμενοι από τους εργοδότες τους.
Για παράδειγμα πρόσφατα ξεσηκώθηκαν διαμαρτυρόμενοι αρκετοί επαγγελματίες του
πολιτισμού που βρέθηκαν εκτός των κρατικών ενισχύσεων γιατί δεν είχαν κάποια
σύμβαση εργασίας που να μπορεί να στηρίξει το δικαίωμά τους.
Υπάρχουν γυναίκες καθαρίστριες που ασχολούνται με καθαρισμούς σπιτιών αμειβόμενες
στην πλειοψηφία τους χωρίς κανένα παραστατικό, σε βάρος της δικής τους ασφάλειας
και των δημόσιων ταμείων, καθώς επίσης δεκάδες άλλα επαγγέλματα όπως των
εκπαιδευτικών που παραδίδουν ιδιαίτερα μαθήματα, ιδιωτών καθηγητών αλλά και
εκείνων που διδάσκουν σε δημόσια σχολεία. Το ίδιο συμβαίνει με τους «επαγγελματίες»
της συντήρησης – επισκευής οικιών και εγκαταστάσεων, ηλεκτρολόγους, υδραυλικούς
και άλλους, όπου ανθούν οι αδήλωτες συναλλαγές μαύρης εργασίας.
Χιλιάδες είναι οι αδήλωτες γεωργικές εργασίες από τους εργάτες γης ντόπιους και
ξένους, αλλά και του εποχικού προσωπικού που απασχολείται σε θερινές δραστηριότητες
συμπεριλαμβανομένων και των πολιτιστικών δράσεων, συναυλίες και κοινωνικές
εκδηλώσεις. Το πρόβλημα είναι σοβαρό και για τους ίδιους τους εργαζόμενους αλλά και
το σύνολο της Ελληνικής οικονομίας.
Παρά ταύτα μέχρι σήμερα τίποτα ουσιαστικό δεν έχει γίνει και η παραοικονομία
συνεχίζει ανενόχλητη το έργο της, αφού σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα του Διεθνούς
Νομισματικού Ταμείου στην Ελλάδα η παραοικονομία υπολογίζεται στο 30,2% του
ΑΕΠ, ένα ποσό ύψους 60 δισεκατομμυρίων ευρώ το χρόνο.
Το ερώτημα που τίθεται είναι υπάρχει άραγε τρόπος να δοθεί τέλος στη διαχρονική
εργασιακή κρίση της Ελληνικής οικονομίας, με κρατική παρέμβαση αποτελεσματική που
να δίνει κίνητρα σε αυτόν που δέχεται τις εργασίες, αλλά και στους επαγγελματίες που
θα τις προσφέρουν; Υπάρχει ο κατάλληλος τρόπος να δοθεί τέλος στο απαράδεκτο φαινόμενο της παραοικονομίας, ώστε οι «αόρατοι εργαζόμενοι» να ενταχθούν στην
επίσημη αγορά για να αποκτήσουν εργασιακά δικαιώματα και να μην τους ψάχνει το
επίσημο κράτος να τους βρει , να τους ενισχύσει, όπως συνέβη τώρα με την πρόσφατη
υγειονομική κρίση ;
Η πανδημία του κορωναϊού ανέδειξε την ανάγκη πρόνοιας για τους επαγγελματίες, τους
εργοδότες και τους εργαζόμενους που σήμερα βρίσκονται στο περιθώριο και πρέπει να
ενταχθούν ώστε να υπάρχουν ίδιοι κανόνες και οφέλη για όλους, αλλά και για τα
δημόσια ταμεία.
Η μεταρρύθμιση για την πάταξη της παραοικονομίας και της μαύρης εργασίας στην
Ελλάδα είναι αναγκαία δεν πρέπει να αργήσει και η σημερινή κυβέρνηση που
«διαφημίζεται» για την αποτελεσματικότητά της, καλείται τώρα να το αποδείξει.