Ποτέ πριν από την αρχή της χιλιετίας δεν βρίσκονταν έγκλειστοι στις ευρωπαϊκές φυλακές τόσοι κρατούμενοι καταδικασμένοι για υποθέσεις τρομοκρατίας, τονίζεται σε μελέτη που επικεντρώνεται σε δέκα χώρες και επιμένει στη διαχείριση της κράτησής τους ως εργαλείου υψηλής προτεραιότητας στον αντιτρομοκρατικό αγώνα. Σύμφωνα με αυτή τη μελέτη του Διεθνούς Κέντρου Μελέτης της Ριζοσπαστικοποίησης (International Centre for the Study of Radicalisation, ICSR) του King’s College του Λονδίνου, στην οποία συνεισέφεραν διάφοροι ειδικοί, πλέον «υπάρχουν περισσότεροι κρατούμενοι καταδικασμένοι για αδικήματα που συνδέονται με την τρομοκρατία από οποιαδήποτε άλλη στιγμή μετά την αλλαγή της χιλιετίας».
Ο πληθυσμός τους είναι μάλλον ετερογενής, καθώς καταγράφεται σημαντική αύξηση των γυναικών, αλλά και του αριθμού των εξτρεμιστών της άκρας δεξιάς, σύμφωνα με τη μελέτη του ICSR που δημοσιοποιήθηκε αυτή την εβδομάδα και αποτελεί τη συνέχεια προηγούμενης, που είχε διενεργήσει το Κέντρο το 2010. Οι τζιχαντιστές αντιπροσωπεύουν τουλάχιστον το 82% των φυλακισμένων.
Η Γαλλία βρίσκεται στην πρώτη γραμμή, καθώς σε αυτή και μόνο κρατείται το ένα τρίτο των φυλακισμένων (οι 549 από τους συνολικά 1.405), ακολουθούμενη από την Ισπανία (329), τη Βρετανία (238) και το Βέλγιο (136). Στις άλλες χώρες, οι πληθυσμοί των εγκλείστων είναι διψήφιοι (Σουηδία, Ολλανδία, Νορβηγία, Δανία) ή δεν υπάρχουν ολοκληρωμένα στατιστικά στοιχεία (Γερμανία και Ελλάδα).
Οι δέκα χώρες αναγνωρίζουν τη δυσκολία που ενέχει το να γνωρίζουν αληθινά τι συμβαίνει πίσω από τους τοίχους των φυλακών. «Εργαλεία συγκεκριμένης εκτίμησης του κινδύνου του εξτρεμισμού χρησιμοποιούνται πλέον στις περισσότερες από τις χώρες που εξετάστηκαν», διαπιστώνεται στην έκθεση, τονίζεται όμως πως ορισμένα από αυτά είναι πολύ νέα για να αποτιμηθεί η αποτελεσματικότητά τους, ενώ η ακρίβειά τους χαρακτηρίζεται περίπλοκο ζήτημα, τόσο εξαιτίας των ψεμάτων από πλευράς ιδίως των τζιχαντιστών, που έχουν μάθει πώς να απαντούν όταν υποβάλλονται σε ανακρίσεις, όσο και διότι εξαρτάται από τις ικανότητες και την εμπειρία όσων τα χρησιμοποιούν.
Πρέπει να συγκεντρώνονται οι κρατούμενοι αυτοί; Να κατανέμονται μεταξύ του γενικού πληθυσμού των εγκλείστων; Να απομονώνονται; Η καθεμία από τις τρεις επιλογές έχει τους υποστηρικτές της, πάντως πολλαπλασιάζονται οι μεικτές προσεγγίσεις, σημειώνουν οι ερευνητές, με τις αρχές να δίνουν ιδιαίτερη προσοχή στους πιο επικίνδυνους (οι οποίο είτε συγκεντρώνονται, ή χωρίζονται, ανάλογα με τη χώρα), ενώ οι κρατούμενοι που θεωρούνται λιγότερο σημαντικοί διασπείρονται.
Όλες οι χώρες αναγνωρίζουν ως προς αυτό ότι «η “απεμπλοκή” παίρνει χρόνο και δεν είναι πάντοτε επιτυχής». Το ότι η φυλακή αποτελεί εκκολαπτήριο ριζοσπαστικοποίησης δεν είναι καινούριο. Πριν από δεκαετίες, οι Αιγύπτιοι ισλαμιστές, η γερμανική άκρα δεξιά, οι ιρλανδοί εθνικιστές και άλλοι είχαν κατανοήσει τη σημασία που έχουν οι φυλακές για την ενίσχυση των τάξεων των κινημάτων και των οργανώσεών τους. «Πολύ προτού η ηγεσία του Ισλαμικού Κράτους (ΙΚ) αναδυθεί από το Στρατόπεδο Μπούκα στο Ιράκ, οι φυλακές αποτελούσαν “κέντρα βαρύτητας” για σχεδόν όλες τις τρομοκρατικές οργανώσεις της σύγχρονης εποχής», θυμίζει το Κέντρο.
Το κείμενο διατυπώνει διάφορες συστάσεις, χαρακτηρίζοντας τις φυλακές προτεραιότητα πρώτης τάξεως. Μολονότι συνειδητοποιούν «ότι το να δαπανώνται χρήματα για τις φυλακές είναι αντιδημοφιλές», οι συγγραφείς προτρέπουν τους πολιτικούς, τους διαμορφωτές πολιτικής και την κοινή γνώμη να «κατανοήσουν ότι η διατήρηση της τάξης και της ασφάλειας στις φυλακές είναι επένδυση-κλειδί ως προς την αντιμετώπιση του εγκλήματος και της τρομοκρατίας». «Κανένα έξυπνο κομμάτι κώδικα λογισμικού ή εργαλείο εκτίμησης του κινδύνου δεν μπορεί να αντισταθμίσει την έλλειψη επαρκούς προσωπικού, χώρου και βασικών πόρων».
Πηγή: ethnos.gr