Η μόδα χάνει έναν από τους πιο επιδραστικούς δημιουργούς της, ενώ το μέλλον της αυτοκρατορίας που έχτισε ο Τζόρτζιο Αρμάνι τίθεται πλέον υπό αμφισβήτηση, σύμφωνα με ρεπορτάζ του Reuters.
Ο 91χρονος σχεδιαστής, που απεβίωσε την Πέμπτη, ήταν ο μοναδικός μεγάλος μέτοχος του ομώνυμου ομίλου, τον οποίο ίδρυσε μαζί με τον εκλιπόντα σύντροφό του Σέρτζιο Γκαλεότι τη δεκαετία του 1970 και διαχειριζόταν στενά τόσο τα δημιουργικά όσο και τα διοικητικά του ζητήματα μέχρι το τέλος.
Απουσία άμεσων κληρονόμων και οικονομικά μεγέθη
Χωρίς άμεσους κληρονόμους, μιας και ο Αρμάνι δεν απέκτησε παιδιά, αφήνει πίσω του μια εταιρεία με σταθερά έσοδα 2,3 δισ. ευρώ το 2024, παρά τη μείωση κερδών λόγω της γενικότερης ύφεσης στον κλάδο της πολυτελούς μόδας. Παρά τις δυσκολίες, η εταιρεία παραμένει ελκυστική στον κλάδο, όπως επισημαίνει ο Μάριο Ορτέλι, managing partner της συμβουλευτικής εταιρείας Ortelli&Co.
Παρά τις προσεγγίσεις που δέχτηκε κατά καιρούς, μεταξύ των οποίων και το 2021 από τον Τζον Ελκαν της οικογένειας Αγκνέλι και τον οίκο Gucci, ο Αρμάνι απέρριπτε οποιαδήποτε συμφωνία που θα μείωνε τον έλεγχό του, αρνούμενος και την εισαγωγή της εταιρείας στο χρηματιστήριο.
Ίδρυμα για την εξασφάλιση της συνέχειας και της ανεξαρτησίας
Για να διασφαλίσει τη συνέχεια και την ανεξαρτησία του ομίλου, ο σχεδιαστής δημιούργησε το 2016 ίδρυμα με σκοπό τη διαφύλαξη της διοίκησης και της φιλοσοφίας της εταιρείας.
Ο σχεδιαστής είχε δηλώσει στην ιταλική εφημερίδα Corriere della Sera το 2017 ότι ένας τέτοιος μηχανισμός ήταν απαραίτητος για να βοηθήσει τους κληρονόμους του να συνυπάρξουν και να αποφευχθεί η αγορά ή διάσπαση του ομίλου από τρίτους.
Σήμερα το ίδρυμα κατέχει ένα μικρό ποσοστό, το οποίο αναμένεται να αυξηθεί μετά τον θάνατό του, ενώ τρεις εκπρόσωποι που είχε ορίσει θα αναλάβουν τη διαχείρισή του.
Εργάτες καθαρίζουν την είσοδο του χώρου της Giorgio Armani, όπου θα τεθεί σε λαϊκό προσκύνημα η σορός του Τζόρτζιο Αρμάνι, στο Μιλάνο, Παρασκευή, 5 Σεπτεμβρίου 2025 / Φωτογραφία AP/Luca Bruno
Νέα καταστατικά και αυστηροί όροι
Νέα καταστατικά που έχει συντάξει ο ίδιος προβλέπουν προσεκτική διαχείριση της εταιρείας και αυστηρούς κανόνες για τυχόν μελλοντική είσοδο στο χρηματιστήριο. Τα καταστατικά που θα τεθούν σε ισχύ μετά το θάνατό του και που ορίζουν τις μελλοντικές αρχές διακυβέρνησης για όσους κληρονομήσουν τον όμιλο.
Τα καταστατικά προβλέπουν «συντηρητική προσέγγιση στις εξαγορές» και χωρίζουν το μετοχικό κεφάλαιο σε διάφορες κατηγορίες με διαφορετικά δικαιώματα ψήφου και αρμοδιότητες. Δεν είναι σαφές από το έγγραφο πώς θα κατανεμηθούν οι διαφορετικές μετοχικές ομάδες. Ακόμη, αναφέρεται ότι τυχόν εισαγωγή της εταιρείας στο χρηματιστήριο θα απαιτήσει την υποστήριξη της πλειοψηφίας των διευθυντών και θα μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο «μετά την πέμπτη χρονιά από την έναρξη ισχύος του παρόντος καταστατικού».
Άνθρωποι περνούν μπροστά από μια διαφήμιση της Emporio Armani, του οίκου μόδας του σχεδιαστή Giorgio Armani, ο οποίος πέθανε στο Μιλάνο, την Πέμπτη 4 Σεπτεμβρίου 2025 / Φωτογραφία: AP Photo/Luca Bruno
Διαχείριση της κληρονομιάς και μελλοντικές προοπτικές
Στην οικογένεια του Αρμάνι περιλαμβάνονται η μικρότερη αδελφή του Ροζάννα, δύο ανιψιές, η Σιλβάνα και η Ρομπέρτα, και ο ανιψιός Αντρέα Καμεράνα, όλοι με σημαντικούς ρόλους στον όμιλο. Επίσης, ο πιστός συνεργάτης Πανταλέο Ντελ’ Όρκο θεωρείται μέρος της οικογένειας και πιθανός κληρονόμος.
Σύμφωνα με την τελευταία του συνέντευξη στην Financial Times, ο Αρμάνι προέβλεπε μια σταδιακή μετάβαση των καθηκόντων σε στενούς συνεργάτες και μέλη της οικογένειάς του. Το διοικητικό κενό που αφήνει, καθώς τις θέσεις του προέδρου και του διευθύνοντος συμβούλου τις κατείχε ο ίδιος ο Αρμάνι, θα καλυφθεί πιθανότατα από έμπειρα στελέχη όπως ο Τζουζέπε Μαρσότσι και ο Ντανιέλε Μπαλεστράτσι, ενώ πιο σύνθετη θεωρείται η επιλογή στη δημιουργική ηγεσία.
Το ρεπορτάζ του Reuters καταλήγει πως τις επόμενες εβδομάδες, όταν ανοιχτεί η διαθήκη του, αναμένεται να υπάρξει μεγαλύτερη σαφήνεια για τη μελλοντική πορεία και τη διαδοχή στον όμιλο Armani, που εξακολουθεί να στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στην ευρωπαϊκή αγορά και διαθέτει ισχυρή ταμειακή ρευστότητα, παρά τις επενδύσεις σε νέα καταστήματα και το ηλεκτρονικό εμπόριο.