Αισίως πλησιάζουν οι Άγιες ημέρες των Χριστουγέννων και καθένας κάνει το σχεδιασμό του και τις ειδικές ετοιμασίες γι’ αυτές τις μέρες. Που θα πάει, με ποιους θα ανταμώσει και που θα τον βρει η αλλαγή του χρόνου. Όμως, μέσα στο πλήθος υπάρχουν και κάποιοι που δεν έχουν κάπου να πάνε, όχι επειδή το επέλεξαν αλλά επειδή το έφεραν έτσι οι συνθήκες της ζωής.
Άλλοι, δεν μπορούν λόγω οικονομικών αναγκών να γιορτάσουν όπως θα ήθελαν. Δεν ζήτησαν και δεν ζητούν πολλά, μόνο αυτά τα λίγα ή λιγοστά που θα τους έδιναν την ευκαιρία και τη δυνατότητα ώστε να ζήσουν διαφορετικά αυτές τις ξεχωριστές μέρες. Να ξεχαστούν από τις όποιες δυσκολίες και τα βάρη και να νιώσουν γιορτινά βρε παιδί μου.
Σε άλλους, η αιτία που δεν μπορούν να γιορτάσουν είναι διαφορετική. Μπορεί να μην αντιμετωπίζουν προβλήματα βιοπορισμού, αλλά αντιμετωπίζουν συναισθηματική επιβάρυνση. Έμειναν μονάχοι, ολομόναχοι. Το ταίρι τους βιάστηκε και έφυγε νωρίς και πρωτύτερα από εκείνους, τα παιδία τους σκόρπισαν από εδώ κι από εκεί, κάνοντας τη δική τους οικογένεια σε άλλες κατοικίες και σε άλλες πόλεις, με χιλιομετρική απόσταση.
Άλλοι πάλι, δεν μπορούν να γιορτάσουν (όπως θα ήθελαν) επειδή βρίσκονται ως ασθενείς σε κάποια κλίνη νοσοκομείου, περιμένοντας όχι πως θα περάσουν τις γιορτές ή που θα διασκεδάσουν σε γιορτινές μαζώξεις, αλλά περιμένοντας πως και πώς να ανταμώσουν το φως της επόμενης μέρας. Για να καταφέρουν να κρατηθούν στο φως, το φως της ζωής.
Για όλους αυτούς τους ανθρώπους, τους πρώτους, τους δεύτερους και τους τρίτους, όπως περιγράφηκαν, εμείς οι υπόλοιποι έχουμε ευθύνη. Αυτή την ευθύνη δεν μας την επιβάλλει κανείς, παρά μόνο η συνείδηση μας. Έχουμε ευθύνη, να βρεθούμε δίπλα τους για λίγα λεπτά, για μερικές κουβέντες υποστήριξης και συμπαράστασης. Για λίγο χρόνο συντροφιάς, μοίρασμα συναισθήματος και μιας ολόθερμης αγκαλιάς. Να νιώσουν ότι κάποιος ή κάποιοι εκεί έξω τους νοιάζονται και πήγαν κοντά τους – αυτή την ώρα – για το δικό τους γιορτινό κέρασμα. Να νιώσουν, ότι τελικά δεν είναι ολομόναχοι, όπως νόμιζαν και πίστευαν.
Αγαπητοί μου φίλοι, όπως συμβαίνει αυτές τις μέρες, οι περισσότεροι θα φροντίσουν πέρα από τα πλούσια και γιορτινά εδέσματα στο τραπέζι, να στολίσουν με λαμπιόνια και ιδιαίτερο Χριστουγεννιάτικο φωτισμό το εσωτερικό και το εξωτερικό των κατοικιών της οικογένειας τους. Είναι γεγονός, ότι οι φωνές και τα γέλια από το γιορτινό τραπέζι και ο χρωματισμός από τα φώτα που λαμπιρίζουν, θα εισέρχονται στα απέναντι μοναχικά σπίτια ή θα φτάνουν ίσαμε τον θάλαμο νοσηλείας των ασθενών, δημιουργώντας όχι ζήλεια ή φθόνο… αλλά νοσταλγία και μεγέθυνση της μοναξιάς.
Οι άνθρωποι αυτών των σπιτιών ή οι ασθενείς των νοσοκομείων, μπροστά στο θέαμα με τα αναμμένα φώτα και τον γιορτινό ήχο της διασκέδασης, θα αναπολούν όσα πέρασαν και έμειναν στο μακρινό παρελθόν ή θα αναζητούν όσα δεν μπορούν να ζήσουν λόγω της κατάστασης τους. Ας σκεφτούμε λοιπόν, εκτός από τα φωτεινά λαμπιόνια και τους ήχους των μαζώξεων… να βρεθούμε με αναμμένα τα φώτα της ψυχής. Της ψυχής που θα προσφέρουμε εμείς οι ίδιοι και της ψυχής των άλλων που θα γεμίσει και θα φωτίσει από τη δική μας ανεκτίμητη προσφορά και παρουσία.
Σίγουρα, δεν χρειάζεται να νιώσουμε ενοχές ή οποιοδήποτε άσχημο συναίσθημα επειδή εμείς μπορούμε να γιορτάζουμε σε αντίθεση με άλλους, όμως χρειάζεται να νιώσουμε την ανάγκη για μοίρασμα, νοιάξιμο και εγκαρδιότητα. Αν το επιθυμούμε και μόνον… ας φορέσουμε το γιορτινό μας ντύμα και ας κάνουμε επίσκεψη στο απέναντι σπίτι ή ένα πέρασμα από το πλησιέστερο νοσοκομείο της πόλης. Ίσως, αυτή η επίσκεψη και αυτό το πέρασμα να κάνουν και τα δικά μας Χριστούγεννα διαφορετικά και την έλευση της νέας χρονιάς πιο σημαντική. Ίσως, εκεί τελικά να κρύβεται και το βαθύτερο νόημα της ημέρας της γέννησης του Χριστού και της ημέρας της αλλαγής στο ρολόι του χρόνου… στα αναμμένα φώτα.
