Κρήτη όλο τον χρόνο

Πρέπει να διαβάσετε

Δημήτρης Στεμπίλης
Δημήτρης Στεμπίλης
Δημοσιογράφος - πολιτικός αναλυτής
Ο Δημήτρης Στεμπίλης είναι δημοσιογράφος - πολιτικός αναλυτής

Κάθε φορά που ξεσπάνε έντονα καιρικά φαινόμενα, περιμένουμε να τελειώσουν για να αποκαλυφθεί το τοπίο που άφησαν πίσω τους. Σε πολλές περιπτώσεις και με τις πρόσφατες πλημμύρες πολλά νοικοκυριά και επιχειρήσεις επλήγησαν, που σε συνδυασμό με τους σεισμούς στο Αρκαλοχώρι και την πανδημία, συμβαίνει αυτό που λέει και ο λαϊκός στιχουργός «τέτοιο φθινόπωρο μην ξαναρθεί». Ωστόσο, παρά αυτές τις πληγές και τη στιγμή που ξεκινούν οι κρατήσεις για το καλοκαίρι, τα χειμωνιάτικα καιρικά φαινόμενα αποκάλυψαν και κάτι άλλο. Τον χιονισμένο Ψηλορείτη και τα κάτασπρα Λευκά Όρη που δικαιολογούν και με το παραπάνω το όνομά τους. Ένα μαγικό χριστουγεννιάτικο σκηνικό, από αυτά που δεν συναντάς εύκολα σε όλη την Ελλάδα αν αναλογιστεί κανείς ότι στο «ντεκόρ» υπάρχει και η θάλασσα που βρέχει τα «πόδια» των βουνών.

Σε αυτό το πλαίσιο και σε ένα νησί που ο τουρισμός αποτελεί μια από τις «βαριές του βιομηχανίες», υπάρχει μεγάλη ευκαιρία για επιμήκυνση της σεζόν χωρίς επιπλέον επιβάρυνση της φύσης και του περιβάλλοντος. Χρειάζεται ένας στρατηγικός σχεδιασμός που θα αναπτύξει περαιτέρω τον όποιο χειμερινό τουρισμό ενδημεί στην Κρήτη, που θα απευθύνεται τόσο σε Έλληνες όσο και σε ξένους εν δυνάμει επισκέπτες. Η μορφολογία του νησιού και η εύκολη πρόσβαση λόγω ακτοπλοΐας και αεροπορικής σύνδεσης αποτελούν ενισχυτικούς παράγοντες για έναν συμπληρωματικό αναπροσανατολισμό και προς τη δημιουργία ενός τουριστικού προϊόντος που δεν θα εξαντλείται στις ομορφιές του καλοκαιριού, αλλά θα αναδεικνύει και την Κρήτη όλων των εποχών του χρόνου.

Χωρίς να θέλουμε να επαναλαμβάνουμε κοινοτοπίες, η ανάπτυξη παράλληλα με τον τουρισμό του πρωτογενούς τομέα, μπορεί να αποτελέσει τον καμβά, πάνω στον οποίο θα στηριχθεί αυτή διαφορετική τουριστική προσέγγιση. Η παραγωγή πλέον καλού κρασιού και τσικουδιάς με σωστές προδιαγραφές, το μάζεμα της ελιάς και η παραγωγή λαδιού με μπόλικη δόση ανθρωπολογικής, βιωματικής ή μουσειακής, περιήγησης και αναζήτησης, μπορούν να αποτελέσουν για επισκέπτες από την Ελλάδα και όλο τον κόσμο ένα ελκυστικό προϊόν που δεν θα έχει να ζηλέψει τίποτε από τα οινοποιεία της Τοσκάνης ή τους απέραντους ελαιώνες της ισπανικής υπαίθρου. Το ζητούμενο είναι η προσέγγιση, γιατί το προϊόν χρειάζεται και καλό περιτύλιγμα, αλλά κυρίως αξιόπιστο περιεχόμενο, που θα συνεισφέρει τόσο στη διάδοση της φήμης του όσο και στην επιστροφή χειμερινών και φθινοπωρινών επισκεπτών.

Χρειάζεται περισσότερο ένα «άλμα» αντίληψης που δεν θα εκτρέψει ολιστικά τη φορά που έχει λάβει ο τουρισμός στην Κρήτη, αλλά θα ανοίξει μικρά ή μεγάλα «ρυάκια», που θα τονώσουν περαιτέρω την τοπική οικονομία, χωρίς καμιά ουσιαστική παρέκκλιση από τις αγροτικές και κτηνοτροφικές ασχολίες των κατοίκων του νησιού και ιδιαίτερα των ορεινών περιοχών. Μια συνθήκη που δεν πρέπει να μείνει ανεκμετάλλευτη, χωρίς φυσικά να αλλοιωθούν τα αυθεντικά χαρακτηριστικά που μπορούμε όλοι να αναγνωρίσουμε στην κρητική ύπαιθρο. Το αντίθετο μάλιστα, γιατί με σωστή πρόσληψη και διαχείριση των δυνατοτήτων και με ένα επεξεργασμένο συνολικό σχέδιο, μια τέτοιου είδους τουριστική ανάπτυξη μπορεί να συμβάλει και στη διάσωση και διάδοση πτυχών της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, που αρχίζουν να χάνονται. Παραφράζοντας γεωγραφικά τη γνωστή ρήση «Ιδού, λοιπόν, η Κρήτη, ιδού και το πήδημα»…

Άλλα Πρόσφατα