«Επείγουσα απειλή» έχει χαρακτηριστεί από τον περασμένο Μάρτιο, από τα αμερικανικά Κέντρα Ελέγχου και Πρόληψης Νοσημάτων (CDC), η δραματική αύξηση των μολύνσεων από τον – ανθεκτικό στα φάρμακα- μύκητα Candida auris, καθώς πάνω από τις μισές Πολιτείες των ΗΠΑ,  αναφέρουν πλέον κρούσματα.

Η Candida auris (C. auris) καταγράφηκε για πρώτη φορά στην Ιαπωνία το 2009, ενώ οι πρώτες γνωστές λοιμώξεις στις ΗΠΑ χρονολογούνται από το 2013. Τα κρούσματα αυξήθηκαν εκθετικά μέχρι το τέλος του 2021, σύμφωνα με έγγραφο που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Annals of Internal Medicine. Τα CDC ανέφεραν ότι πέρυσι δηλώθηκαν 2.377 κλινικές διαγνώσεις και 5.754 περιπτώσεις που εντοπίστηκαν μέσω προσυμπτωματικού  ελέγχου.

O Αρτούρο Κασαντεβάλ, μικροβιολόγος και ανοσολόγος στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Johns Hopkins, ο οποίος μελετά τον τρόπο με τον οποίο οι μύκητες προκαλούν ασθένειες, δήλωσε στο Bloomberg ότι τα σημάδια συνεχούς  εξάπλωσης του μύκητα είναι “προάγγελος ενός τρομακτικού μέλλοντος”.

Στα τέλη του περασμένου έτους, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας δημοσίευσε τον πρώτο του κατάλογο ” μυκητισιακών παθογόνων προτεραιότητας”, συμπεριλαμβανομένου του Candida auris.

“Τα μυκητιασικά παθογόνα αποτελούν μείζονα απειλή για τη δημόσια υγεία, καθώς γίνονται όλο και πιο ανθεκτικά στη θεραπεία με τέσσερις κατηγορίες αντιμυκητιασικών φαρμάκων που είναι σήμερα διαθέσιμες”, αναφέρει ο ΠΟΥ.

Ακολουθούν όλα όσα πρέπει να ξέρουμε για τον Candida auris, όπως τα καταγράφει το Bloomberg:

Πώς κολλάει κανείς;

Τα περισσότερα κρούσματα του μύκητα έχουν αναφερθεί σε χώρους υγειονομικής περίθαλψης, όπως νοσοκομεία και γηροκομεία. Θεωρείται γενικά ότι μεταδίδεται μέσω της επαφής με μολυσμένες επιφάνειες ή μέσω μετάδοσης από άτομο σε άτομο.

Τι κάνει ο μύκητας στο σώμα;

Υπάρχουν δύο τρόποι με τους οποίους ο Candida auris μπορεί να επηρεάσει το σώμα. Είτε να ζει σε μια συγκεκριμένη περιοχή, όπως το δέρμα, το ορθό ή το στόμα, σε μια διαδικασία που ονομάζεται “ασυμπτωματικός αποικισμός”, όπου ο ασθενής δεν έχει συμπτώματα αλλά μπορεί να τον μεταδώσει σε άλλους ανθρώπους.

Ή μπορεί να εισέλθει στην κυκλοφορία του αίματος ή σε πληγές, όπου μπορεί να προκαλέσει σοβαρές λοιμώξεις.

Ποια είναι τα συμπτώματα του Candida auris;

Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα περιλαμβάνουν πυρετό και ρίγη που δεν υποχωρούν μετά από θεραπεία με αντιβιοτικά. Η διάγνωση όμως είναι δύσκολη, καθώς πολλές άλλες κοινές ασθένειες μοιράζονται αυτά τα συμπτώματα. Για το λόγο αυτό, η λανθασμένη διάγνωση οδηγεί συχνά σε λανθασμένη θεραπεία. Η σωστή διάγνωση συχνά απαιτεί την αποστολή δείγματος αίματος ή δείγματος από το σημείο της λοίμωξης σε εξειδικευμένο εργαστήριο για να επιβεβαιωθεί οριστικά η παρουσία του μύκητα.

Είναι θανατηφόρος;

Ναι, αλλά οι στατιστικές είναι ασαφείς. Τα CDC τοποθετούν το ποσοστό θνησιμότητας στο 30-60%, με βάση πληροφορίες από περιορισμένο αριθμό ασθενών, αλλά σημειώνουν ότι πολλά από τα θύματα είχαν και άλλες σοβαρές ασθένειες που μπορεί να είχαν αυξήσει τον κίνδυνο θανάτου.

Μπορεί ο Candida auris να αντιμετωπιστεί με φάρμακα;

Ενώ οι περισσότερες λοιμώξεις από τον μύκητα θεραπεύονται με τη χρήση αντιμυκητιασικών φαρμάκων γνωστών ως εχινοκανδίνες, οι επιστήμονες έχουν ανησυχήσει από την αύξηση του αριθμού των περιπτώσεων που είναι ανθεκτικές στις τρεις κύριες κατηγορίες αντιμυκητιασικών που είναι διαθέσιμες.

Αυτό σημαίνει ότι οι γιατροί πρέπει να συνδυάζουν πολλούς τύπους φαρμάκων σε υψηλές δόσεις για να θεραπεύσουν τους ασθενείς, με διαφορετικό βαθμό επιτυχίας κάθε φορά.

Ποιος κινδυνεύει περισσότερο;

Σύμφωνα με τα CDC, τα άτομα που πάσχουν ήδη από άλλες ιατρικές παθήσεις είναι συχνά πιο ευάλωτα στον μύκητα, καθώς και όσοι έχουν μείνει σε χώρους υγειονομικής περίθαλψης, όπως γηροκομεία ή μονάδες εντατικής θεραπείας.

Επεμβατικές συσκευές όπως αναπνευστικοί σωλήνες που εισέρχονται στο σώμα μπορούν να γίνουν εστίες μόλυνσης.

Άλλοι παράγοντες που μπορεί να κάνουν κάποιον ευάλωτο περιλαμβάνουν πρόσφατη χειρουργική επέμβαση, παθήσεις όπως ο διαβήτης και ευρεία χρήση αντιβιοτικών και αντιμυκητιασικών.

Να σημειωθεί ότι η λοίμωξη έχει εντοπιστεί σε όλες τις ηλικιακές ομάδες.