Συμπληρώνεται σήμερα μια εβδομάδα από την περασμένη Παρασκευή 19 Μαΐου, όταν βρέθηκε νεκρός μέσα στο αυτοκίνητό του ο 46χρονος κτηνοτρόφος από την Αρχοντική Ρεθύμνου, ο οποίος είχε εκτελεστεί με κυνηγετική καραμπίνα. Ο δράστης ή οι δράστες της εκτέλεσής του παραμένουν άγνωστοι.
Σύμφωνα με τα «Ρεθεμνιώτικα Νέα», η σύνδεση της δολοφονίας του 46χρονου με γνωστή βεντέτα του παρελθόντος, παρά την έκταση που πήρε σε διάφορα ΜΜΕ, για τους αξιωματικούς της Αστυνομικής Διεύθυνσης Ρεθύμνης μπορεί να μην είναι εντελώς απορριπτική ωστόσο φέρεται να κατέχει μια μικρή «κουκκίδα» στο παζλ των ερευνών τους, οι οποίες στρέφονται κυρίως σε σχέσεις του θύματος, σε γεγονότα και υποθέσεις των τελευταίων ετών που άλλες έφτασαν στις αστυνομικές αρχές και άλλες δεν καταγγέλθηκαν ποτέ.
Στην Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ρεθύμνου οι προσαγωγές υπόπτων άρχισαν από την πρώτη μέρα και συνεχίζονται. Σύμφωνα με πληροφορίες των «Ρ.Ν.» έχουν προσαχθεί και εξεταστεί περισσότερα από 10 άτομα από διάφορες περιοχές του νησιού, δεν έχει κρατηθεί κανένα αλλά δεν αποκλείεται κάποια εξ αυτών να κληθούν ξανά για εκ νέου εξέταση. Οι αστυνομικοί αξιολογούν και εξετάζουν με προσοχή κάθε πληροφορία που φτάνει στην υπηρεσία τους.
Οι αξιωματικοί της Υποδιεύθυνσης Ασφαλείας Ρεθύμνου, φέρονται αισιόδοξοι ότι οι έρευνες τους θα φτάσουν σε αποτέλεσμα, παρότι αντιμετωπίζουν σοβαρές δυσκολίες στην εξιχνίαση της υπόθεσης που προς το παρόν καλύπτεται από μια θολή εικόνα. Κι αυτό διότι όπως φαίνεται το έγκλημα ήταν προμελετημένο και πολύ καλά σχεδιασμένο, φροντίζοντας οι δράστες να μην αφήσουν πίσω τους στοιχεία που θα αποκάλυπταν την ταυτότητά τους.
«Είναι μια δολοφονία που είχε καλά μελετηθεί, έγινε με επαγγελματικό τρόπο και με παλιά μεθοδολογία», αναφέρθηκε στα «Ρ.Ν.» από έμπειρο αξιωματικό της ΕΛΑΣ.
Οι αστυνομικές αρχές έχουν καθαρή μόνο τη σκηνή του εγκλήματος, έτσι όπως τη σχημάτισαν από τον τόπο όπου βρέθηκε νεκρός ο 46χρονος, ενώ βοήθεια τους προσφέρθηκε και από την ιατροδικαστική εξέταση της σορού του θύματος.
Ο δράστης είχε στήσει ενέδρα στο θύμα, σε σημείο από το οποίο σίγουρα γνώριζε καλά ότι περνάει σε καθημερινή βάση περίπου την ίδια ώρα. Ένα σημείο σε στενό χωμάτινο δρομάκι αγροτικής περιοχής, έξω από την Αρχοντική, που είχε περιουσία ο 46χρονος την οποία είχε περιφραγμένη και δεν μπορούσε να έχει πρόσβαση κανείς άλλος, δεν ήταν δηλαδή δρόμος κοινόχρηστος για να διέρχονται τυχαία ούτε άλλα οχήματα ούτε και άλλοι κτηνοτρόφοι.
Το θύμα αιφνιδιάστηκε. Δεν είχε κανένα σημάδι πάλης, κανένα ίχνος που να μαρτυρά ότι προηγήθηκε επεισόδιο μεταξύ του ιδίου και του εκτελεστή του, κανένα στοιχείο ότι προσπάθησε να αντιδράσει στην επίθεση που δέχτηκε. Κανένας κάλυκας δεν βρέθηκε στο σημείο της δολοφονίας.
Ο δράστης τον πυροβόλησε από κοντινή απόσταση, πέντε – οκτώ μέτρων, με κυνηγετική καραμπίνα την οποία «άδειασε» στο σώμα του θύματος που δέχτηκε 12 μολύβδινα σφαιρίδια. Όπως διαπιστώθηκε ιατροδικαστικά, ο 46χρονος είχε βληθεί σε ζωτικά σημεία του σώματός του, στήθος και κεφάλι καθώς και στο δεξί χέρι. Δεν είχε κανένα περιθώριο αντίδρασης, κανένα περιθώριο ζωής. Έγειρε το κεφάλι δεξιά, στη θέση του συνοδηγού και άφησε την τελευταία του πνοή, καθώς ο θάνατος του ήταν ακαριαίος.
Η απουσία καλύκων στον τόπο του εγκλήματος, για τους αστυνομικούς είναι ένα ακόμη στοιχείο που δείχνει πόσο μελετημένη ήταν η δολοφονία, αφού ο δράστης δεν έτρεξε να εξαφανιστεί αλλά περισυνέλεξε προηγουμένως τους κάλυκες, γνωρίζοντας πως είχε τον χρόνο να το κάνει χωρίς να γίνει αντιληπτός από κανέναν.
Ο εκτελεστής πυροβόλησε το θύμα ενώ ήταν εν κινήσει με το όχημα του κι αυτό προκύπτει όχι μόνο από τις βολές που δέχτηκε το παρμπρίζ του λευκού Ι.Χ. του αλλά κι επειδή το όχημα βρέθηκε σε μια ρεματιά έχοντας υποστεί ζημιά στο μπροστινό μέρος, γεγονός που δείχνει ότι κύλησε στο συγκεκριμένο σημείο χωρίς οδηγό.
Υπενθυμίζουμε ότι ο 46χρονος δεν είχε δώσει σημεία ζωής στην οικογένεια του από το απόγευμα της Τετάρτης 17 Μαΐου ενώ νεκρός βρέθηκε από τη σύζυγό του δυο μέρες μετά, το απόγευμα της Παρασκευής 19 Μαΐου. Ιατροδικαστικά, ο θάνατός του προσδιορίστηκε στις απογευματινές ώρες της Τετάρτης. Για την Αστυνομία, η εκτέλεση του έγινε σίγουρα μετά τις 5.20 – 5.30 το απόγευμα και πάντως όχι νωρίτερα, καθώς σύμφωνα με πληροφορίες από την αστυνομική έρευνα προκύπτει τηλεφωνική συνομιλία του θύματος στις 17.15, διάρκειας άνω των οκτώ λεπτών.
Το άτομο με το οποίο συνομίλησε, εξετάστηκε από την πρώτη στιγμή χωρίς όμως να προκύψει εις βάρος του κάποιο επιβαρυντικό στοιχείο, εξ άλλου όπως διασταυρώθηκε από την Αστυνομία βρισκόταν σε αρκετά μακρινή απόσταση που δεν του επέτρεπε χρονικά να βρεθεί στο σημείο του εγκλήματος, με βάση την ώρα που τελέστηκε.