Κιμπάρισσα και όχι μπαταχτσού

Πρέπει να διαβάσετε

Η χτεσινή υπερψήφιση στη Βουλή –με ευρεία πλειοψηφία– της απόφασης για διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών προς την Ελλάδα, έχει ιδιαίτερη συμβολική αξία.

Ασφαλώς, μεγαλύτερη αξία θα έχει η εκτέλεση αυτής της απόφασης από τις ελληνικές κυβερνήσεις. Η διεκδίκηση των γερμανικών οφειλών δεν είναι καθόλου απλή υπόθεση· απαιτεί εθνική στρατηγική σε πολιτικό και νομικό επίπεδο, μελετημένα βήματα και διεθνή ερείσματα.

Μπορεί το ελληνικό πολιτικό σύστημα να επιδείξει τη θέληση, την αποφασιστικότητα, τη σύμπνοια και τον στρατηγικό σχεδιασμό ώστε να πετύχει έναν τόσο δύσκολο στόχο απέναντι σε έναν ισχυρότερο «αντίπαλο»; Οι αμφιβολίες που διατηρεί η κοινωνία για τα παραπάνω, είναι δικαιολογημένες και μακάρι να διαψευστούν.

Η Γερμανία, φυσικά, αρνείται διαχρονικά την οποιαδήποτε εκκρεμότητα θεωρώντας το θέμα λήξαν.

Αλήθεια, ποια στάση όμως κράτησε στο παρελθόν η Ελλάδα, όποτε χρειάστηκε να καταβάλει η ίδια πολεμικές επανορθώσεις;

Το 1897, η χρεοκοπημένη ήδη Ελλάδα οδηγείται στον λεγόμενο «ατυχή» πόλεμο με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η ήττα έχει ως συνέπεια την καταβολή δυσβάσταχτης αποζημίωσης, η οποία οδήγησε τη χώρα σε σκληρό Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο – κάτι σαν τρόικα της εποχής. Να μην τα πολυλογούμε, η πτωχευμένη Ελλάδα αποπλήρωσε την πολεμική αποζημίωση που της επιβλήθηκε μέχρι δραχμής.

Το 1922 είναι η τραγικότερη καμπή του νέου ελληνισμού. Η εκστρατεία στη Μικρά Ασία οδηγεί στη συντριβή. Στη Λωζάννη αρχίζει μια δύσκολη διαπραγμάτευση, όπου η τουρκική αντιπροσωπεία εγείρει ζήτημα αποζημιώσεων από τη μεριά της Ελλάδας για τις καταστροφές που υπέστη η μικρασιατική ενδοχώρα από τον ελληνικό στρατό, κυρίως κατά την υποχώρησή του τον Σεπτέμβρη του ’22.

Εντέλει, ο Βενιζέλος αποδέχεται την παραχώρηση του προγεφυρώματος του Κάραγατς στην Τουρκία, ως συμψηφισμό για τις πολεμικές επανορθώσεις που απαίτησε η τελευταία. Μπορεί, δηλαδή, η χώρα να μην πλήρωσε εντέλει αποζημιώσεις σε χρήματα, εκχώρησε όμως εθνικό έδαφος.

Ανάλογη… «μεγαλοθυμία» επέδειξε η Ελλάδα και σε περιπτώσεις που δεν έκανε να πληρώσει, αλλά να λάβει.

Το 1930, στο ελληνοτουρκικό σύμφωνο φιλίας που υπογράφει ο Βενιζέλος με τον Κεμάλ, η Ελλάδα αποδέχεται την παραγραφή των αποζημιώσεων τις οποίες όφειλε το τουρκικό κράτος προς τους Έλληνες πρόσφυγες, αναγνωρίζοντας τη δυσκολία της Τουρκίας να τις καταβάλει. Η Ελλάδα απαρνείται, δηλαδή, νόμιμες αποζημιώσεις προκειμένου να εξυπηρετήσει το εθνικό συμφέρον της εποχής, που πρότασσε την προσέγγιση με την Τουρκία.

Το 1953, τέλος, η –νικήτρια του Β’ Π. Π.- Ελλάδα συμμετέχει στη Συμφωνία του Λονδίνου και συναινεί στην περικοπή του δημόσιου χρέους της –ηττημένης- Γερμανίας κατά 62%, ώστε να μπορέσει η χώρα που αιματοκύλισε την Ευρώπη να ξανασταθεί στα πόδια της με αξιοπρέπεια.

Σε όλα τα παραπάνω, ας προσθέσουμε και το γεγονός ότι η Ελλάδα μπορεί μεν να πτωχεύει κατά καιρούς λόγω δημοσιονομικής κακοδιαχείρισης και πολιτικής διαφθοράς, τα χρέη όμως που παράγει συνηθίζει να τα αποπληρώνει.

Η Ελλάδα, λοιπόν, όποτε της επιβλήθηκαν πολεμικές επανορθώσεις τις αποπλήρωσε μέχρι κεραίας. Όποτε οι «εχθροί» της χρειάστηκαν ταμειακές διευκολύνσεις αυτή τις προσέφερε ακόμη και εις βάρος του στενού της συμφέροντος. Όποτε δημιούργησε χρέη τα αποπλήρωσε με επαχθείς όρους.

Για να το πούμε λαϊκά, υπήρξε κιμπάρισσα και όχι μπαταχτσού.

Η Ελλάδα, τώρα, έχει λαμβάνειν. Της χρωστούν από χρόνια.

Έχει λαμβάνειν αποζημιώσεις από τη Γερμανία σχετικές και με τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους!

Και κάποια στιγμή πρέπει να τις διεκδικήσει ΣΩΣΤΑ.

Το οφείλει στον εαυτό της και στην Ιστορία της.

Σχετικά άρθρα

Άλλα Πρόσφατα