Την ανάγκη για νέα παράταση στην υποβολή αιτήσεων στο πρόγραμμα ενίσχυσης θερμοκηπιακών καλλιεργειών (Παρέμβαση Π3-73-2.9 του ΣΣ ΚΑΠ 2023–2027) αναδεικνύει με Κοινοβουλευτική Ερώτηση η Βουλευτής Λασιθίου και Τομεάρχης Τουρισμού του ΠΑΣΟΚ, Κατερίνα Σπυριδάκη.
Στην εν λόγω Κοινοβουλευτική πρωτοβουλία της κας Σπυριδάκη συνυπογράφει και ο Βουλευτής Ρεθύμνης και Τομεάρχης Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Μανόλης Χνάρης.
Στην Ερώτηση επισημαίνεται ότι: «Πλήθος μελετητών, παραγωγών και τεχνικών εταιρειών επισημαίνουν ότι η διαδικασία υποβολής αιτήσεων χαρακτηρίζεται από υπερβολική και περίπλοκη γραφειοκρατία, ενώ ταυτόχρονα η ηλεκτρονική πλατφόρμα παρουσιάζει σοβαρές δυσλειτουργίες. Το σύστημα παρουσιάζει συνεχείς πτώσεις, χάνονται δεδομένα και εμφανίζονται επαναλαμβανόμενα σφάλματα, όπως το ότι όλες οι δαπάνες εμφανίζονται εκτός προϋπολογισμού. Αυτή η τεχνική αστάθεια οδηγεί σε απώλεια πολύτιμου χρόνου και εργατοωρών, με αποτέλεσμα πολλοί να υποστηρίζουν πως μέχρι σήμερα δεν έχει οριστικοποιηθεί καμία αίτηση πανελλαδικά.»
Η Βουλευτής Λασιθίου, Κατερίνα Σπυριδάκη, τονίζει ότι η ίδια η πολιτεία δημιούργησε ένα περιβάλλον αβεβαιότητας:
Με συνεχείς αλλαγές σε τεχνικές λεπτομέρειες, όπως «χαρακτηριστικό είναι ότι το ποσοστό αερισμού τροποποιήθηκε τρεις φορές σε σύντομο χρονικό διάστημα»·
Με ασάφειες στο καθεστώς ΦΠΑ, όπου «έχει παρατηρηθεί ότι κάθε κατασκευαστής εφαρμόζει διαφορετική πρακτική», δημιουργώντας σύγχυση και καθυστερήσεις·
Με χρονοβόρες τεχνικές απαιτήσεις όπως «τοπογραφικά σχέδια με ακριβείς συντεταγμένες του θερμοκηπίου και εξειδικευμένες μελέτες πολιτικών μηχανικών», που επιβαρύνουν υπέρμετρα τους παραγωγούς.
Την ίδια ώρα, παραμένουν οι υπέρογκες επιβαρύνσεις που συνδέονται με τα παλαιά σχέδια του 2023, τα οποία βρίσκονται στο στάδιο ολοκλήρωσης.
Παρότι το νέο πρόγραμμα δεν προβλέπει εμπλοκή του ΕΛΓΟ–ΔΗΜΗΤΡΑ για τις υφιστάμενες εγκαταστάσεις, ο Οργανισμός εξακολουθεί να έχει αρμοδιότητα στα παλαιά σχέδια, με αποτέλεσμα οι παραγωγοί να καλούνται να πληρώσουν παράβολα ύψους 1% ανά στρέμμα – ποσό ιδιαίτερα υψηλό, ειδικά για μεγάλες καλλιέργειες.
Η διαδικασία ολοκλήρωσης απαιτεί μάλιστα την υποβολή αίτησης για επιτόπιο έλεγχο, την αποστολή κλιμακίου του Οργανισμού στην Κρήτη και την ταυτόχρονη παρουσία τόσο του παραγωγού όσο και του κατασκευαστή. Όλα τα συναφή έξοδα –μετακινήσεις, διαμονές, απώλειες εργατοωρών– βαρύνουν αποκλειστικά τους ίδιους τους παραγωγούς, οι οποίοι ήδη πιέζονται οικονομικά από το κόστος κατασκευών και την ενεργειακή κρίση.
Με αυτόν τον τρόπο, οι αγρότες βρίσκονται αντιμέτωποι με μια αντιπαραγωγική και αδικαιολόγητα δαπανηρή διαδικασία, η οποία όχι μόνο δεν διευκολύνει την ολοκλήρωση των παλαιών σχεδίων, αλλά λειτουργεί ως τροχοπέδη στην ανάπτυξη του θερμοκηπιακού τομέα. Ενώ το Υπουργείο όφειλε να έχει διασφαλίσει έναν ομαλό και δίκαιο μηχανισμό μετάβασης από τα παλαιά προγράμματα στο νέο, στην πράξη επέτρεψε να παραμένουν σε ισχύ ρυθμίσεις που προσθέτουν βάρη στους παραγωγούς χωρίς σαφή σκοπιμότητα και χωρίς πραγματικό όφελος για την αγροτική οικονομία.
Όπως υπογραμμίζεται στην Ερώτηση: «Όλα τα παραπάνω αποδεικνύουν ότι το πρόγραμμα δεν μπορεί να προχωρήσει απρόσκοπτα μέσα στα στενά χρονικά όρια που έχουν τεθεί (…) Επομένως, καθίσταται απολύτως αναγκαία μια νέα παράταση, τουλάχιστον ενός μηνός, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι οι παραγωγοί, οι μελετητές και οι τεχνικές εταιρείες θα έχουν τη δυνατότητα να προετοιμάσουν και να καταθέσουν με ασφάλεια και πληρότητα τα επενδυτικά τους σχέδια.»
Η κριτική των δύο Βουλευτών στρέφεται ξεκάθαρα προς το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, το οποίο, παρά τις τροποποιήσεις που έγιναν, «δεν κατάφερε να διαμορφώσει ένα σταθερό και λειτουργικό πλαίσιο για την ομαλή υλοποίηση του προγράμματος». Αντιθέτως, η πολυπλοκότητα της διαδικασίας, η τεχνική αστάθεια και οι αντικρουόμενες ρυθμίσεις οδηγούν σε αποκλεισμό πολλών ενδιαφερόμενων παραγωγών, με αποτέλεσμα η Κρήτη και ολόκληρη η χώρα να κινδυνεύουν να χάσουν μια σημαντική ευκαιρία εκσυγχρονισμού του θερμοκηπιακού τομέα.
Οι Βουλευτές του ΠΑΣΟΚ καλούν τον Υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων να απαντήσει στα εξής κρίσιμα ερωτήματα:
«Προτίθεται το Υπουργείο να δώσει εκ νέου παράταση ενός (1) μηνός στην καταληκτική ημερομηνία υποβολής αιτήσεων, ώστε να ενισχυθεί η δυνατότητα συμμετοχής των δικαιούχων στο πρόγραμμα;»
«Σκοπεύει να λάβει πρόσθετα μέτρα απλοποίησης και υποστήριξης των παραγωγών και μελετητών (π.χ. οδηγίες, τεχνική βοήθεια, ψηφιακές διευκολύνσεις), ώστε να επιταχυνθεί η διαδικασία προετοιμασίας φακέλων;»