Του Κώστα Κεφαλογιάννη
Το τελευταίο διάστημα όλο και περισσότεροι σπεύδουν να κάνουν την διάστιξη ανάμεσα σε ό,τι συνέβη στα Βορίζια και την έννοια της βεντέτας. Το έκανε ο Νίκος Ανδρουλάκης που διαχώρισε σε τηλεοπτική του συνέντευξη το “έγκλημα τιμής” όπως θεωρείται στην Κρήτη η βεντέτα, από την κοινή διαφθορά και τις συμμορίες, προκαλώντας έντονες αντιδράσεις. Το έκανε όμως και ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλώντας στο φόρουμ του travel.gr και λέγοντας ότι άλλο η βεντέτα και άλλο η δολοφονία που συνέβη στα Βορίζια.
Είναι εν μέρει ορθή αυτή η προσέγγιση. Την έχουμε κάνει κι εμείς. Και πρέπει να γίνεται γενικά διότι δείχνει πώς, μέσα από την στρέβλωση που προκαλεί το εύκολο, παράνομο χρήμα, η παράδοση καταλήγει να είναι θλιβερή καρικατούρα του εαυτού της.
Άλλο πράγμα λοιπόν η βεντέτα, άλλο ο πόλεμος συμμοριών. Άλλο πράγμα η ήσυχη λεβεντιά, άλλο ο κουτσαβακισμός. Άλλο πράγμα ο άνθρωπος που αναλαμβάνει την ευθύνη των πράξεων του και άλλο εκείνος που πυροβολεί, κρύβεται και μετά λέει ότι δεν έκανε τίποτα.
Η βεντέτα όντως αποτελεί ένα ιδιαίτερο κοινωνικοπολιτισμικό φαινόμενο που δεν ταυτίζεται ούτε με την απλή εγκληματική συμπεριφορά ούτε με τη συστηματική βία οργανωμένων ομάδων.
Ωστόσο, η αναγνώριση της ιστορικής και κοινωνιολογικής ιδιαιτερότητας της βεντέτας δεν πρέπει να οδηγεί στη ρομαντικοποίησή της, πράγμα που συμβαίνει συχνά, κυρίως μέσα από την μυθοπλασία (βιβλία, ταινίες, σειρές) και την λαϊκή αφήγηση Η ιδέα ότι αυτή (η βεντέτα) συνιστά μια «έντιμη» μορφή διευθέτησης διαφορών ή έναν ηρωικό αγώνα για το σωστό και το δίκαιο ενέχει πολύ σοβαρούς κινδύνους.
Πρώτα από όλα, το να αντιμετωπίζεται ως αποδεκτή «λύση» υπονομεύει θεμελιώδεις αρχές του κράτους δικαίου και καλλιεργεί την πεποίθηση ότι η δικαιοσύνη μπορεί –ή και πρέπει– να αποδοθεί ιδιωτικά, έξω από θεσμικά πλαίσια. Τούτο, παρότι σε πολλούς μοιάζει ασήμαντο ή ακόμα και θεμιτό, αντιθέτως έχει τεράστια σημασία. Οδηγεί σε μια άκρως προβληματική παράλληλη κοινωνική πραγματικότητα και τελικά στην “ζούγκλα”.
Επιπλέον, είναι κρίσιμο να ξεκαθαριστεί ότι η πραγματική φύση της βεντέτας δεν είναι ρομαντική ή ηρωϊκή. Η πραγματική της φύση είναι η ψυχική οδύνη και ο φόβος, η διάλυση της κοινωνικής συνοχής. Είναι οικογένειες παγιδευμένες σε μόνιμο κλίμα απειλής, παιδιά που μεγαλώνουν ως δυνάμει θύτες ή θύματα, κοινότητες εγκλωβισμένες σε πληγές που ποτέ δεν επουλώνονται.
Όσο κι αν έχει βάση η τοποθέτηση της βεντέτας σε ιστορικό και πολιτισμικό πλαίσιο λοιπόν και ο διαχωρισμός της από το κοινό έγκλημα και τις συμμορίες, τόσο απαιτείται η απόρριψη κάθε απόπειρα εξιδανίκευσής της.
Είναι απαραίτητο να γνωρίζουμε, να σεβόμαστε και να προσπαθούμε να καταλάβουμε την ιστορία του τόπου μας, είναι εξίσου ή και περισσότερο απαραίτητο να απεγκλωβιστούμε από τις σκοτεινές πλευρές της.
