Ελαιοπαραγωγή-Κρήτη: Από το ζενίθ, στο ναδίρ – Πως διαμορφώνεται η παγκόσμια παραγωγή

Πρέπει να διαβάσετε

Αποκαλείται ο πράσινος χρυσός της Κρήτης. Το ελαιόλαδο επί χιλιάδες χρόνια αποτελεί βασικό στοιχείο της διατροφής των κατοίκων και παράλληλα, αποφέρει σημαντικά οικονομικά κέρδη.

«Για την Κρήτη η ελιά και το ελαιόλαδο έχει μια ιστορία πάνω από 6.000 χρόνια. Μην ξεχνάμε ότι ο Μινωικός Πολιτισμός άκμασε επειδή υπήρχε το ελαιόλαδο και οι Κρητικοί το εμπορεύονταν σε όλη τη Μεσόγειο» ανέφερε στην Τηλεόραση CRETA ο Γεωπόνος – Ερευνητής, Κωνσταντίνος Χαρτζουλακης.

«Τα πρώτα γραπτά ευρήματα σχετικά με την παραγωγή του ελαιολάδου βρέθηκαν στην Κρήτη στις πινακίδες της Γραμμικής Β’ της Κνωσού. Έχουμε πρωτιά στον ευρωπαϊκό χώρο, διότι δεν υπάρχουν αλλού γραπτά ευρήματα αρχαιότερα από αυτά. Και βεβαίως στην Κρήτη έχουμε πολλά – όπως τα αποκαλούμε – μνημειακά ελαιόδεντρα, όπως η γνωστή ελιά των Βουβών, για την οποία εκτιμάμε κατά προσέγγιση ότι είναι 3.000 ετών. Ανάλογη εκτιμάται ότι είναι η ηλικία και της ελιάς του Καβουσίου της Ιεράπετρας» πρόσθεσε ο Γεωπόνος κι Επιστημονικός Σύμβουλος του ΣΕΔΗΚ, Δρ. Νίκος Μιχελάκης και χαρακτήρισε φυσικό δάσος του νησιού, τους ελαιώνες. Σήμερα τα ελαιόδεστρα στην Κρήτη καλύπτουν περίπου 2,3 εκ. στρέμματα, όταν η συνολική επιφάνεια του νησιού είναι περί τα 8 εκ. στρέμματα. «Μην ξεχνάμε ότι πριν από δύο δεκαετίες η ελαιοκαλλιέργεια απασχολούσε σχεδόν το 90% των μονίμων κατοίκων της Κρήτης».

Τρεις είναι οι κύριες ποικιλίες που καλλιεργούνται:

  • η κορωνέικη, που είναι σε όλο τον ελληνικό χώρο και μια από τις καλύτερες διεθνώς ποικιλίες,
  • η θρουμπολιά, που είναι μια παραδοσιακή ποικιλία που καλλιεργείται στην Κρήτη εδώ κι αιώνες,
  • η μαστοειδής ή αλλιώς τσουνάτη, που επίσης καλλιεργείται εδώ κι αιώνες.

«Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ελαιοκαλλιέργειας στην Κρήτη διαμορφώνονται από τη γεωγραφική θέση, καθώς είναι η πιο νότια Περιφέρεια της χώρας όπου καλλιεργείται η ελιά κι ειδικά στα νότια τμήματα του νησιού έχουμε περισσότερο ξηροθερμικές συνθήκες», σημείωσε ο Καθηγητής Ελαιοκομίας του ΕΛ.ΜΕ.ΠΑ. Μανόλης Καμπουράκης.

Η ελαιοπαραγωγή στην Κρήτη

Τα τελευταία χρόνια κατά μέσο όρο η ετήσια παραγωγή του νησιού ανέρχεται σε περίπου 80.000 τόνους. Σημαντική εξαίρεση είναι η περυσινή χρονιά, οπότε εκτοξεύθηκε στους 120-130.000 τόνους, ενώ στον αντίποδα φέτος, η παραγωγή δεν αναμένεται να ξεπεράσει τους 60.000 τόνους.

«Φέτος έχουμε μια μειωμένη σίγουρα παραγωγή κι αυτό οφείλεται στις δυσμενείς συνθήκες κατά την ανθοφορία των δέντρων την άνοιξη και στις πολύ υψηλές θερμοκρασίες του καλοκαιριού», εξήγησε ο κ. Καμπουράκης. «Η κλιματική αλλαγή δεν απειλεί την επιβίωση των ελαιοδέντρων. Ωστόσο αυτό που επηρεάζει είναι η παραγωγή. Η αστάθεια δηλαδή είναι το κύριο χαρακτηριστικό».

Από την πλευρά του ο κ. Μιχελάκης στάθηκε και στη δακοκτονία, η οποία, όπως σημείωσε, δεν είναι το ίδιο αποτελεσματική όπως στο παρελθόν, καθώς επηρεάζεται από παράγοντες όπως την έλλειψη εργατικών χεριών, τη μεγαλύτερη γραφειοκρατία κ.α. «Πριν από δύο δεκαετίες είχαμε φτάσει να έχουμε έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, εξτρίσιμο, δηλαδή κάτω από τις 4 γραμμές να φτάνει και να ξεπερνά το 90%».

Η παγκόσμια ελαιοπαραγωγή

Κατά την ελαιοκομική σαιζόν 2022-23 η παγκόσμια παραγωγή ανήλθε σε 2.729.500 τόνους. Ο Μ.Ο. της πενταετίας είναι 3.140.000.
Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ενωσης η παραγωγή ανήλθε σε 1.504.500 τόνους με τον Μ.Ο. πενταετίας να είναι 2 εκ.

Την πρώτη τριάδα των χωρών – παραγωγών διαμορφώνουν οι εξής χώρες:

  • Στην πρώτη θέση σταθερά, ακόμη και με μειωμένη παραγωγή βρίσκεται η Ισπανία.
  • Στη δεύτερη θέση βρίσκεται η Ιταλία.
  • Την τρίτη θέση ανάλογα με την ετήσια παραγωγή διεκδικούν η Ελλάδα, η Τουρκία, η Τυνησία και η Πορτογαλία.

«Από περίπου 650.000 τόνους που παρήγαγε το 1990 η Ισπανία, από το οποίο μόνο το 10% ήταν έξτρα παρθένο, φτάσαμε στο 2010 να παράγει 1.700.000 τόνους, δηλαδή να υπερδιπλασιάσει την παραγωγή της και να αυξήσει το ποσοστό του έξτρα παρθένου ελαιολάδου σε ποσοστά 30-40%. Από το 2.000 και μετά η Ισπανία είναι ο κυρίαρχος. Παράγει πάνω από το 50% της παγκόσμιας παραγωγής. Πέρυσι και φέτος η παραγωγή κυμαίνεται σε 600.000 – 900.000 τόνους. Η πολύ μεγάλη μείωση οφείλεται στις καιρικές συνθήκες» σχολίασε ο κ. Χαρτζουλάκης.

Όπως αποτυπώνεται στο σχεδιάγραμμα με την εξέλιξη της ελαιοκαλλιέργειας στις Μεσογειακές χώρες τα τελευταία 30 χρόνια έως και το 2021, η παραγωγή στην Ελλάδα και την Ιταλία ακολουθεί μια πτωτική πορεία.

«Και η Τουρκία πέρυσι έφτασε τους 380.000 τόνους και η Τυνησία έχει φτάσει τους 350.000 τόνους. Η Πορτογαλία έχει μπει δυναμικά στο παιχνίδι τα τελευταία χρόνια, αυξάνοντας την παραγωγή της από τους 40.000 τόνους στους 280.000. Καταλαβαίνετε λοιπόν ότι αυτές οι χώρες έχουν ένα σχεδιασμό» υπογράμμισε ο κ. Χαρτζουλάκης και πρόσθεσε πως η αγορά ζητάει πολύ συγκεκριμένα πράγματα για να μπεις δυναμικά στο «παιχνίδι» του ανταγωνισμού, επικαλούμενος το παράδειγμα της Ιταλίας που έχασε την πρωτιά στην παραγωγή, αλλά βγήκε κερδισμένη στις τιμές.

«Εμείς θα πρέπει να ακολουθήσουμε το παράδειγμα της Ιταλίας. Το 1980 υπήρχε ο πακτωλός χρημάτων για τη δημιουργία των brand name κι εμείς αντί να δημιουργούμε brand name, δίναμε χύμα ελαιόλαδο στους Ιταλούς για να δημιουργήσουν τα δικά τους brand name. Οι Ιταλοί, που ήταν από τότε προσανατολισμένοι στην ποιότητα, πάντα έχουν τιμές 30-40% πάνω από τις τιμές του ελαιολάδου στην Κρήτη, στην Τυνησία και στην Ισπανία. Κι αυτήν τη στιγμή οι τιμές ανεβαίνουν, κυρίως επειδή θέλουν εκείνοι να κρατήσουν τα brand name, όχι τον παγκόσμιο έλεγχο. Εμείς δεν μπορούμε να ακολουθήσουμε τους Ισπανούς στη μαζική παραγωγή του έξτρα παρθένου. Θα τους ανταγωνιστούμε στην ποιότητα. Η αγορά ζητάει προϊόντα επώνυμα, με ασφάλεια και ποιότητα. Επομένως, είναι απαραίτητα πιστοποιητικά, αποδεκτά από όλες τις χώρες».

Παγκόσμια Ημέρα Ελιάς

Η Unesco κι η Διεθνής Επιτροπή Ελιάς, ανακήρυξαν την 26η Νοεμβρίου ως Παγκόσμια Ημέρα Ελιάς και Ελαιόλαδου. Φέτος η Παγκόσμια Ημέρα ήταν αφιερωμένη στις γυναίκες.

«Τοιχογραφία της Κνωσού δείχνει γυναίκες να χορεύουν ή να εργάζονται στις ελιές. Και στη συνέχεια όμως οι γυναίκες είναι γνωστό ότι έπαιζαν σημαντικό βοηθητικό ρόλο στην ελαιοσυγκομιδή. Οι γυναίκες μάζευαν τον καρπό από το έδαφος, άπλωναν τα πανιά, ράβδιζαν από γύρω γύρω με τις λεγόμεντες ντέμπλες, εκείνες φρόντιζαν για το φαγητό» επισήμανε ο κ. Μιχελάκης.

Σχετικά άρθρα

Άλλα Πρόσφατα