Στη δολοφονία του 34χρονου μουσικού Παύλου Φύσσα τον Σεπτέμβριο του 2013 αναφέρθηκε λεπτομερώς κατά τη σημερινή τρίτη ημέρα της αγόρευσής της η εισαγγελέας του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων που δικάζει σε δεύτερο βαθμό την υπόθεση της εγκληματικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής.
Παρουσία της Μάγδας Φύσσα η εισαγγελέας Κυριακή Στεφανάτου τόνισε πως ο γιος της μπήκε στο στόχαστρο της εγκληματικής οργάνωσης «γιατί τους χλεύαζε».
Αναφερόμενη στην προσωπικότητα του Παύλου Φύσσα, στην αντιφασιστική του δράση και τις καλλιτεχνικές του ανησυχίες, η εισαγγελέας έκανε λόγο για στοχοποίηση του: «Τα διόλου κολακευτικά λόγια του ήταν γνωστά στους κατηγορούμενους, όπως προκύπτει από τις τηλεφωνικές συνομιλίες».
Μάλιστα, η εισαγγελική λειτουργός εξήγησε ότι κάτι τέτοιο δηλαδή να χτυπήσουν κάποιον για ένα τραγούδι μπορεί να ακούγεται υπερβολικό, αλλά δεν είναι: «Ο Νίκος Μιχαλολιάκος είναι μετρ της ψυχολογίας, στηρίζεται στην πεποίθηση ότι όταν η αλήθεια ακούγεται απίθανη, οι άλλοι θεωρούν πιο λογικό να λες ψέματα».
Η Κυριακή Στεφανάτου υποστήριξε μεταξύ άλλων ότι «η Χρυσή Αυγή απαιτούσε από τους πάντες όχι μόνο σεβασμό αλλά υποταγή», αναφέροντας παραδείγματα όπως η εντολή «εγερθειτο» του βουλευτή Γερμενή προς τους δημοσιογράφους μετά τα αποτελέσματα των εκλογών.
Κατά την εισαγγελέα, η επιλογή του Παύλου Φύσσα από την εγκληματική οργάνωση δεν ήταν τυχαία, καθώς όπως τόνισε χαρακτηριστικά, σημειώνεται σε μια στιγμή που η βία της κορυφώνεται. «Είμαστε στη φάση της κλιμάκωσης της βίας, δηλαδή να προκαλέσουν τη αντίδραση της αριστεράς να αντεπιτεθεί και να παρέμβει το παρακράτος. Μέσα σε εννέα μήνες σημειώνονται πέντε μείζονες επιθέσεις, όπως η δολοφονία Λουκμάν, η Πάρος και η δολοφονία Φύσσα. Δεν υποχωρούσαν. Η δολοφονία του Παύλου Φύσσα δεν ήταν ακατανόητη, είχε νόημα.
Πραγματικά ο Παύλος Φύσσας δεν τους είχε προκαλέσει και η ιδιότητά του δεν δικαιολογεί τέτοιο μίσος. Όμως η Χρυσή Αυγή ως εγκληματική οργάνωση στόχευε στο ανώνυμο μέλος και όχι σε εμβληματικά πρόσωπα και η εξόντωση του αντιπάλου γινόταν από ολόκληρο το τάγμα και όχι από μεμονωμένους εκτελεστές. Ο Φύσσας δεν ήταν εμβληματικό πρόσωπο, ήταν ένας αντιφασίστας. Επελέγη ως κατάλληλος στόχος γιατί τους χλεύαζε με τα τραγούδια του και ήταν θέμα χρόνου η κινητοποίηση του τάγματος εφόδου», ανέφερε η εισαγγελεάς.
Στη συνέχεια, επικαλούμενη τα στοιχεία από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου η εισαγγελέας αναφέρθηκε σε κινητοποίηση στην ιεραρχία της Χρυσής Αυγή μετά τη δολοφονία.
Συγκεκριμένα η κυρία Στεφανάτου σημείωσε πως ο Ιωάννης Λαγός είχε «έχει διαρκή ενημέρωση για την εξέλιξη της επίθεσης όπως και για όσα ακολούθησαν, αφού είναι δεδομένο ότι τίποτα δεν έκανε ο κατηγορούμενος Γ. Πατέλης (επικεφαλής της Τοπικής Νίκαιας) χωρίς την έγκριση του Ιωάννη Λαγού». Ο τελευταίος, κατά την εισαγγελέα «ήταν υπόλογος στο Ν. Μιχαλολιάκο».
Για την επίθεση έξω από την καφετέρια «Κοράλι» μετά τη λήξη του ποδοσφαιρικού αγώνα, η εισαγγελέας τόνισε πως ο Παύλος Φύσσας ήταν κατευναστικός μέχρι το τέλος, ενώ «οι Χρυσαυγίτες ήταν αδιάλλακτοι εφοδιασμένοι με στειλιάρια και ρόπαλα».
Αναφερόμενη δε, στα όσα προηγήθηκαν της δολοφονίας, η εισαγγελική λειτουργός σημείωσε: «Χωρίς να έχει προηγηθεί οτιδήποτε, παρουσία αστυνομίας και με παράγγελμα, 15 Χρυσαυγίτες κάποιοι με κοκάλινα γάντια μηχανής και κράνη, άρχισαν να κυνηγούν την παρέα του Παύλου Φύσσα. Συντεταγμένα και χωρίς να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους από την παρουσία αστυνομικών και συνέχισαν προς Παναγή Τσαλδάρη που ήταν η παρέα Φύσσα και φώναζαν “νατος εκεί είναι”.
Τότε ο Παύλος Φύσσας φώναξε “τρέξτε” στην παρέα του, προκειμένου να σωθούν αλλά ο ίδιος δεν έτρεξε, πιθανόν για να προλάβουν οι δικοί του να γλιτώσουν. Η επίθεση ήταν καταδρομική με εναλλασσόμενες επιθέσεις. Δεν επεδίωξαν να τον εξοντώσουν αλλά να τον αποδυναμώσουν μέχρι τη έλευση του Ρουπακιά. Αν το επιθυμούσαν 50 άνθρωποι μπορούσαν να εξοντώσουν τον Φύσσα και την παρέα του αλλά ήθελαν να τον καθυστερήσουν και εμπόδιζαν τους δικούς του να τον βοηθήσουν παρέχοντας έτσι στο Γ. Ρουπακιά όλο το χρόνο για να επιφέρει τα θανατηφόρα πλήγματα».
Εμφανώς φορτισμένη η κυρία Στεφανάτου περιέγραψε στη συνέχεια τις στιγμές της δολοφονίας του μουσικού.
«Δεν πρόλαβε να αντιδράσει, καθώς ο Γ. Ρουπακιάς ενεργώντας βάση σχεδίου κινήθηκε κυκλωτικά για να αιφνιδιάσει τον Φύσσα όπως και έγινε. Κατευθύνθηκε αιφνιδιάζοντας το θύμα το οποίο ίσως να πίστευε ότι θα βοηθούσε στην εξομάλυνση» είπε η εισαγγελέας και συνέχισε: «Όλοι περίμεναν κάποιον να σώσει τον Φύσσα. Στη θέα του Ρουπακιά όμως, άνοιξε ο κύκλος των χρυσαυγιτών και αγκάλιασε το θύμα και τον μαχαίρωσε. Εντελώς επαγγελματικά και καθόλου τυχαία, είναι πασιφανές ότι ο Ρουπακιάς είχε εκπαιδευτεί. Δεν είναι τα 20 χτυπήματα όπως σε διαπροσωπικά εγκλήματα ήταν εκτέλεση, επιτέλεση ενός έργου (…).
Ατάραχος και ήρεμος ο Ρουπακιάς μπήκε μετά στο αυτοκίνητο και προσπάθησε να διαφύγει, αλλά ο Φύσσας ήταν ζωντανός και επέδειξε τον Ρουπακιά που τον μαχαίρωσε. Δεν περιμεναν οι κατηγορούμενοι ότι μπορείς να μαχαιρώσεις κάποιον στην καρδιά και αυτός να μιλήσει να μείνει όρθιος και να έχει τις αισθήσεις του. Είναι συγκλονιστικό ότι ενώ το θύμα είχε αγωνία για τη ζωή του και γνώριζε ότι ήταν θέμα χρόνου ο θάνατος του, εντούτοις αντί να ασχολείται με τον εαυτό του, έχοντας την επιθανάτια ανησυχία ότι ο δολοφόνος θα μείνει ατιμώρητος, έπρεπε να δείξει ποιος ήταν και να καταθέσει τις αποδείξεις, να σηκώσει δηλαδή την μπλούζα του. Την εξάρθρωση της δολοφονίας του την έκανε ο Παύλος Φύσσας μόνος του».
Σύμφωνα ακόμη με την εισαγγελέα από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου, επιβεβαιώνεται πως «ο Γ. Ρουπακιάς έδρασε ως μέλος της Χρυσής Αυγής αλλά και η γνώση του Ν. Μιχαλολιάκου για τη δολοφονία». Και αυτό γιατί «αμέσως μετά προκύπτει τηλεφωνική επικοινωνία του με τον Ιωάννη Λαγό».
Εκτενή αναφορά έκανε η εισαγγελέας και στα γραφεία της Χρυσής Αυγής στη Νίκαια, υπό τον πυρηνάρχη της, Γιώργο Πατέλη, τα οποία χαρακτήρισε ως «το ορμητήριο των ταγμάτων εφόδου».
«Ο Πατέλης διοικούσε με στρατιωτική πειθαρχία. Πειθαρχία στον αρχηγό και στις εντολές του. Όποιος δεν το κάνει είναι προδότης και πρέπει να απομακρυνθεί. Στα γραφεία της Τοπικής γίνονταν βιντεοπροβολές με εγκλήματα μεταναστών για να φανατίζονται τα μέλη» σημείωσε μεταξύ άλλων η εισαγγελέας και συνέχισε: «Στις 9.6.2012 έγιναν τα εγκαίνια του γραφείου αλλά οι επιθέσεις είχαν γίνει ένα χρόνο πριν. Είχαν μαχαιρώσει μετανάστες. Ακόμη και ανήλικοι μαθητές μετείχαν σε επίθεση κατά μεταναστών μέσα σε λεωφορείο».
Η εισαγγελική αγόρευση θα συνεχιστεί αύριο.


