Είναι και κάποιοι έρωτες βρε παιδί μου που ενώ ξεχειλίζουν από συναίσθημα δεν κατάφεραν να δοξαστούν στο φως του ήλιου και να γνωρίσουν την τύχη που τους αρμόζει. Αυτούς τους έρωτες που συστήθηκαν αλλά μοιραία έγιναν ξένοι και πήραν απόσταση πριν προλάβουν να γίνουν γνωστοί. Κι αναρωτιέσαι τι έφταιξε και ποιος ευθύνεται και σε τρώει βρε παιδί μου η αγωνία για όλα εκείνα τα «γιατί» και τα «πως».
Είναι αυτοί οι έρωτες που δεν ξεχνιούνται σε όσες αγκαλιές κι αν ξαποστάσεις, σε όσα πρόσωπα κι αν ανταμώσεις στη περπατησιά σου. Πάντα θα υπάρχει αυτό το ένα και μοναδικό αντάμωμα, αυτό το ξεχωριστό και αιώνιο βλέμμα που θα βρίσκει απάγκιο στο πιο βαθύ μέσα της καρδιάς και θα είναι εντυπωμένο στη σκέψη με μελάνι ανεξίτηλο.
Είναι οι έρωτες που ενώ δεν πρόλαβαν να αρχίσουν, για χάρη τους είσαι σε ετοιμότητα ν’ αφήσεις πίσω καθετί συμβατικό και να τους ακολουθήσεις οπουδήποτε και οποτεδήποτε, μέχρι και την άκρη του κόσμου αν χρειαστεί, γιατί στην πραγματικότητα δεν ακολουθείς τους ίδιους αλλά τη μόνη αλήθεια της καρδιάς σου. Μια αλήθεια πανίσχυρη και παντοδύναμη που δεν μπορεί κανένα ψέμα να την υπερκαλύψει και να την επισκιάσει, γιατί είναι η δική σου αλήθεια.
Είναι αυτοί οι έρωτες που ξυπνάς το πρωί και σου λείπουν για να μοιραστείς το πρώτο φως της μέρας ή η απουσία τους γίνεται ακόμα πιο αισθητή και έντονη καθώς η νύχτα απλώνει και προσπαθείς να εξηγήσεις την άδεια πλευρά του κρεβατιού που σηματοδοτεί και το εσωτερικό κενό και την έλλειψη που αισθάνεσαι εκείνη την ώρα.
Είναι οι έρωτες που σου κρατούν συντροφιά και παρέα, δίνοντας σου κουράγιο σε κάθε δύσκολη αϋπνία ή άλλοτε γίνονται επισκέπτες και συνοδοιπόροι στου ύπνου το όνειρο, και τότε γεμίζεις από τόση ευτυχία, που θα θελες να κρατήσει μια αιωνιότητα.
Είναι οι έρωτες που δεν σβήνει η φλόγα τους όσα χρόνια κι αν περάσουν, θα σιγοκαίει σαν κερί αναμμένο μέσα σε μπόρες, ανέμους και καταιγίδες και σαν το Άγιο Φως θα καθορίζει την Αναστάσιμη πορεία των πραγμάτων. Μια πορεία με αρχή αλλά χωρίς τέλος.
Είναι οι έρωτες που τους κρατάς χέρι χέρι ως τα βαθιά γεράματα και δοξάζεις το Θεό στην όποια προσευχή σου που στάθηκες άξιος και συναντήθηκες και ένιωσες ετούτο το λυτρωτικό συναίσθημα, που σε έκανε να καταλάβεις πως είναι να είσαι ζωντανός και όχι απλά να υπάρχεις.
Είναι αυτοί οι έρωτες που δεν γίνεται να τους ξεχάσεις, γιατί επιλέγεις να μην τους ξεχάσεις και να ζεις μαζί τους με έναν αλησμόνητο, ιδιαίτερο και ξεχωριστό τρόπο. Κι όπως αναφέρουν και οι στίχοι του Αντώνη Ανδρικάκη στο τραγούδι που ντύνει μουσικά και ερμηνεύει ο Αντώνης Βαρδής: «Δεν θα με ξεχάσεις, θα ‘μαι σκιά μες τον καθρέφτη
με τα σύνεργα του κλέφτη, ένα γέλιο να σου κλέψω αν γελάσεις… θα ‘μαι σιωπή και αϋπνία, η κρυφή σου αγωνία… θα ‘μαι στην νύχτα μία σειρήνα και τα όνειρα εκείνα που θα τρέχεις βιαστικά να προσπεράσεις… θα ‘μαι βροχούλα σ’ ένα τζάμι, ένα δάκρυ κι ένα ποτάμι, μία ρυτίδα στην μορφή σου πριν γεράσεις… θα ‘μαι το τέλος σ’ ένα έργο που θα χάσεις… σε ανεξέλεγκτες κρυφές σου καταστάσεις… δεν θα με ξεχάσεις».