“Δεν ανασταίνεται ποτέ, γιατί ποτέ της δεν πεθαίνει…”

Πρέπει να διαβάσετε

Κώστας Κεφαλογιάννης
Κώστας Κεφαλογιάννης
Δημοσιογράφος
Ο Κώστας Κεφαλογιάννης είναι δημοσιογράφος

H 21η Απριλίου του 1967 είναι η ημερομηνία – ορόσημο για την γενιά των πατεράδων μας. H μαύρη επέτειος του Πραξικοπήματος (για κάποιους ίσως όχι και τόσο μαύρη αλλά αυτό αποτελεί μια θλιβερή ιστορία για διαφορετικό κείμενο). Οι περισσότεροι άνω των 65 ετών θυμούνται που βρισκόταν και τι έκαναν εκείνη την ημέρα.

Για την γενιά των 30 plus η ημερομηνία – ορόσημο έρχεται δυο ημέρες και 43 ολόκληρα χρόνια αργότερα: 23 Απριλίου 2010. Η μέρα που ο Γιώργος Παπανδρέου από το Καστελόριζο ανακοινώνει την είσοδο της χώρας μας στο πρώτο μνημόνιο.

Προφανώς τα δυο γεγονότα είναι εντελώς διαφορετικά: μια δικτατορία δεν μπορεί να συγκριθεί με την πιο εμβληματική στιγμή μιας οικονομικής κρίσης, η οποία επί της ουσίας είχε ξεκινήσει πολύ καιρό πριν. Και τα δύο όμως υπήρξαν συγκλονιστικά, καθόρισαν το μέλλον της χώρας με πολλούς τρόπους και σημάδεψαν ανεξίτηλα -περισσότερες από μία- γενιές.

Και ταυτόχρονα υπάρχει μια νοητή γραμμή που τα ενώνει: η αφετηρία της επταετίας που οδήγησε στην Μεταπολίτευση, η οποία Μεταπολίτευση όταν εκτροχιάστηκε οδήγησε στην οικονομική κρίση, που με τη σειρά της οδήγησε στο μνημόνιο (για κάποιους το μνημόνιο οδήγησε στην οικονομική κρίση αλλά αυτό επίσης αποτελεί μια θλιβερή ιστορία για διαφορετικό κείμενο).

Με τον τρόπο που μετράει τον χρόνο η ιστορία, η 23 Απριλίου του 2010 είναι πολύ κοντά μας για οποιαδήποτε προσπάθεια ψύχραιμης αποτίμησης.

Παρότι πολλοί από τους πρωταγωνιστές εκείνης της ταραγμένης περιόδου έχουν αποσυρθεί από το προσκήνιο, η ερμηνεία όσων συνέβησαν εξακολουθεί να προκαλεί εντάσεις. Ξεθυμασμένες πάντως. Ακόμα και σήμερα, αν χαρακτηρίσω το δημοψήφισμα μια τεράστια πολιτική απατεωνιά, το μεγαλύτερο λάθος της εποχής ΣΥΡΙΖΑ που προκάλεσε βαθιές πληγές στην ελληνική κοινωνία και κόντεψε να ρίξει τη χώρα στον γκρεμό, πάρα πολλοί θα αντιδράσουν. Αλλά θα πρόκειται για αντίδραση αντανακλαστική και κουρασμένη, περίπου υποχρεωτική και όχι πραγματική και σίγουρα -πλην εξαιρέσεων – όχι παθιασμένη.

Κάτι είναι κι αυτό.

Εντούτοις αν για κάποιο λόγο έχει αξία να θυμόμαστε την ημέρα, είναι πρωτίστως για να δούμε πόσα βήματα προόδου έχουμε κάνει από τότε. Άλλαξε ουσιαστικά η χώρα και αν ναι, άλλαξε προς το καλύτερο; Οι άνθρωποι που σμπαραλιάστηκαν από την κρίση και δεν συνήλθαν ποτέ, τα μυαλά που έφυγαν από την Ελλάδα και δεν θα γυρίσουν ποτέ, το ανυπολόγιστο ψυχολογικό κόστος και τα δράματα που διέλυσαν πολλές οικογένειες είναι στη μία πλευρά.

Στην άλλη; Τι έχουμε ακριβώς να επιδείξουμε; Ποιες μεταρρυθμίσεις έγιναν ώστε όλος αυτός ο πόνος να μην πάει χαμένος; Κάναμε την αυτοκριτική που έπρεπε; Το πολιτικό σύστημα έκανε την αυτοκριτική που έπρεπε για να μην επαναλάβει τα ίδια λάθη;

Το 2019 φάνηκε ότι ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας θέλησε να αφήσει πίσω του την εποχή των υψηλών τόνων, της διαρκούς αντιπαράθεσης, της τοξικότητας, του διχασμού. Επέλεξε “κανονικότητα”. Αυτό πούλησε καλύτερα από όλους η Νέα Δημοκρατία. Και παρότι ακολούθησαν κι άλλες, ιστορικά πρωτοφανείς κρίσεις (κορωνοϊός, ουκρανικό και ενεργειακή κρίση), το 2023 ο Κυριάκος Μητσοτάκης έπαιξε εκ νέου το χαρτί της “κανονικότητας” και σήκωσε με ευκολία όλο το τραπέζι.

Μόνο που όσο περνάει ο καιρός, και χωρίς να μηδενίζουμε τίποτα από όσα έχει πετύχει η κυβέρνηση στα εθνικά θέματα π.χ., αποδεικνύεται ότι η ΝΔ δεν πουλάει πραγματικά “κανονικότητα”. Πουλάει την ψευδαίσθησή της.

Προφανώς δεν είναι “κανονικότητα” οι υποκλοπές, οι συνεχείς θεσμικές εκτροπές, η ανεξέλεγκτη αισχροκέρδεια και η ακρίβεια. Δεν είναι “κανονικότητα” τα Τέμπη και όσα ακολούθησαν. Δεν είναι “κανονικότητα” η διαστρέβλωση της πραγματικότητας από πολλά ΜΜΕ.

Το χαρτί της οικονομίας παραμένει το πιο ισχυρό για την Νέα Δημοκρατία. Με αυτό ως επιχειρήμα, θα γλύψει τις πληγές της, κυρίως από την οικτρή διαχείριση των Τεμπών, και θα πάει στις Ευρωεκλογές για να πάρει μια ακόμα νίκη.

Μα ακόμα και εκεί, στον τομέα της οικονομίας δηλαδή, πολλοί ήδη κρούουν τον κώδωνα του κινδύνου: το στρεβλό παραγωγικό μοντέλο της χώρας ελάχιστα άλλαξε από το 2010 μέχρι σήμερα.

Και καθώς υπό το βάρος της ακρίβειας και άλλων προβλημάτων, ο μανδύας της “κανονικότητας” αρχίζει να σκίζεται και η οργή φουσκώνει εκ νέου, ο προβληματισμός για το που ακριβώς βρισκόμαστε ολοένα και μεγαλώνει. Οι καλπασμοί ετούτη τη φορά ακούγονται από ακροδεξιά. 

Δηλαδή, συγγνώμη διανύσαμε όλην αυτήν την επίπονη διαδρομή για να έχουμε τρία ακροδεξιά κόμματα στη Βουλή, μαζί με άλλες γραφικές αλλά εξαιρετικά επικίνδυνες αριστερές καρικατούρες;

Περάσαμε δια πυρός και σιδήρου για να κινδυνεύουμε στις ευρωεκλογές του 2024 να δούμε τον πωλητή επιστολών του Ιησού με διψήφιο ποσοστό; Για να έχουμε πιθανότερο πρώτο σε ψήφους έναν τηλεδημοσιογράφο προσωποποίηση του σάλιου;

Μήπως τελικά κάναμε μια τρύπα στο νερό;

Δεν ξέρω. Ελπίζω πώς όχι. Θεωρώ ότι ακόμα και στις Ευρωεκλογές υπάρχουν αξιόλογα πρόσωπα. Και κάποια θα εκλεγούν. Η Ελλάδα μαθαίνει. Απλώς μαθαίνει βασανιστικά αργά. Έτσι νιώθω.

Από την άλλη, όταν πλησιάζει η 23η Απριλίου, σκέφτομαι πάντα και αυτό που είχε κάποτε ο Μάνος Χατζιδάκις για ετούτη την ταλαιπωρημένη χώρα και το έκανε ωραίο στίχο ο Παύλος Παυλίδης:

“Κατά τη δόξα όπως τραβά,

παραπατάει πληγωμένη,

δεν ανασταίνεται ποτέ,

γιατί ποτέ της δεν πεθαίνει”.

Άλλα Πρόσφατα