Του Κώστα Α. Μπογδανίδη
Αποπνέει, εδώ και καιρό, τοξικότητα ο πολιτικός και κοινωνικός αέρας της χώρας. Το μυριζόμασταν πριν, το αισθανθήκαμε πιο έντονα τους μήνες αυτούς, βιώσαμε το επιβλαβές φαινόμενο στην κορύφωσή του τις τελευταίες μέρες. Με τη διπλή συζήτηση στη Βουλή τα τοξικά αέρια εκτοξεύθηκαν σε θεόρατα ύψη με δηλητηριώδεις ατάκες, ακραίους εξυπνακισμούς , ενίοτε δε και ανοησίες τύπου «κάνε κανένα παιδί», που έμοιαζαν βγαλμένες από τις αντεγκλήσεις του Τζουμπέ με τους πολιτικούς του αντιπάλους, τον 19ο αιώνα.
Η φάση αυτή ολοκληρώθηκε, αλλά η τοξικότητα ήρθε για να μείνει. Θα έχουμε όλο και συχνότερα ανθρώπινα κύματα στους δρόμους, διαμαρτυρίες, αλλά και επεισόδια που θα διαμορφώσουν ένα εκρηκτικό κλίμα το οποίο ολοένα και περισσότερο θα επηρεάζει διάφορες κοινωνικές και επαγγελματικές ομάδες.
Και φυσικά οι συνήθεις καταστροφές. Αρκεί να δει κανένας ότι επεισόδια από γνωστούς-αγνώστους είχαμε ακόμη και στη συγκέντρωση για την…Ημέρα της Γυναίκας! Είναι άσκηση προσομοίωσης για τα όσα, χειρότερα, θα γίνουν στο μέλλον, ας μην έχουμε αυταπάτες.
Είναι ολοφάνερο πως μια μεγάλη μερίδα της κοινωνίας είναι στα κάγκελα. Με αιτία και αφορμή την τραγωδία των Τεμπών. Αλλά όχι μόνο αυτή. Η οικονομική κατάσταση, παρά την ευημερία ορισμένων δεικτών, δεν είναι καλύτερη από ότι ήταν πριν 5 χρόνια- με την ίδια κυβέρνηση. Η ακρίβεια, με κύριο το κόστος της ενέργειας, έχει απομειώσει την αγοραστική δυνατότητα των νοικοκυριών που βουλιάζουν υπό το βάρος της παρα-οικονομίας, της παρα-παιδείας, της αισθητής υποβάθμισης της υγείας. Δεν είναι μόνο εγχώριο φαινόμενο θα μου πείτε, αλλά για τον Έλληνα μιλάμε τώρα. Κι αυτός, όπως και άλλοι, ψηφίζουν με βάση την τσέπη τους. Είναι αξίωμα διαχρονικό. Και σε αυτό έρχονται να προστεθούν θεωρήματα για τη δικαιοσύνη, την αξιοκρατία, την αξιολόγηση, όλα όσα κατά καιρούς προσθέτει η δυστοπική επικαιρότητα.
Όλο αυτό το κλίμα δυσαρέσκειας εισπράττει η κυβέρνηση. Λογικό και αναμενόμενο. Ειδικά όταν συμπληρώνει σχεδόν έξι χρόνια θητείας. Δεν του το είχαν ορισμένοι του Κυρ. Μητσοτάκη, αλλά να που σπάει σιγά σιγά τα κοντέρ.
Ακόμη και αν δεχτούμε αυτό που λένε οι θαυμαστές του, ότι είναι από τους καλούς πρωθυπουργούς της μεταπολίτευσης, ο χρόνος φθείρει. Ακόμη και ένας πετυχημένος γάμος περνά στα 6-7 χρόνια τη …φαγούρα του. Δύσκολο να γυρίσει στα μέλια.
Είχε βέβαια, θα μου πείτε, να αντιμετωπίσει και δυσκολίες: Εργαλειοποίηση του μεταναστευτικού, πανδημία, πόλεμοι στη γειτονιά μας κλπ. Αλλά τους ξέφυγαν και πολλά. Κανένας ανταγωνισμός στην αγορά, έπεσαν στη λούμπα των επιδομάτων, μαζί με το τρένο των Τεμπών έχασαν και το τρένο της ουσιαστικής ανάπτυξης. Σπατάλησαν πολιτικό κεφάλαιο και χρόνο με επουσιώδη ζητήματα, τύπου woke ατζέντα, γάμος ομόφυλων και άλλα που δεν αγγίζουν τον πολύ κόσμο. Έχασαν τον προσανατολισμό τους, δεν έπεισαν καν ότι θέλουν ξεκαθάρισμα και διαφάνεια στο σιδηροδρομικό δυστύχημα. Και κατάφεραν το μοναδικό παγκοσμίως αποτέλεσμα: Να επανέρχεται δριμύτερο και πιο οξύ ένα θλιβερό γεγονός που έγινε πριν δύο χρόνια , ενώ στην κορύφωσή του κέρδισαν 2-3 εκλογικές αναμετρήσεις! Το λες και…κατόρθωμα!
Το οξύμωρο πάντως αυτού του κλίματος είναι ότι ενώ η κυβέρνηση βρίσκεται στο καναβάτσο η αντιπολίτευση δεν λέει να σηκώσει κεφάλι. Είναι κατακερματισμένη. Δεν μπορεί να πείσει. Δύο από τα βασικά κόμματα έχουν κυβερνήσει και κουβαλούν πολιτικές αμαρτίες. Αλλά αυτό δεν θα διαρκέσει για πολύ. Όσο φθείρεται η παράταξη που ασκεί την εξουσία τόσο θα δημιουργείται κενό. Και η φύση απεχθάνεται το κενό. Δεν θα μείνει για πολύ έτσι. Το νερό θα ξαναβρεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τον δρόμο του, ας μην έχουν αυταπάτες και οι κυβερνώντες.
Τι θα κάνει λοιπόν ο κ. Μητσοτάκης; Θα περιμένει να τον προλάβουν τα γεγονότα; Θα προχωρήσει τώρα σε ένα ανασχηματισμό , θα συγκροτηθεί η προανακριτική και… καθάρισε; Άντε μέχρι το Πάσχα. Μετά; Θα πάει με αυτό το κλίμα ως το 2027. Όσο το σκέφτομαι τόσο με ανέκδοτο μοιάζει.
Είναι σχεδόν βέβαιο ότι δεν θα πέσει σε αυτή την παγίδα. Είναι άλλωστε εκείνος που από τα παθήματα των άλλων πήρε μαθήματα. Και ξέρει τι έγινε το 2010 όταν το ΠΑΣΟΚ που μας έβαλε στα μνημόνια ήταν τότε πρώτο και με διαφορά στις δημοσκοπήσεις. Στο τέλος εκείνης της χρονιάς κέρδισε και τις αυτοδιοικητικές εκλογές. Κι αντί να επιλέξει τότε ο Παπανδρέου τις εκλογές για να καθαρίσει το τοπίο– ακόμη κι αν υποθετικά έχανε θα ήταν ισχυρή αξιωματική αντιπολίτευση- προτίμησε να σπαταλήσει χρόνο με πολιτικά τρικ, αιτήματα για δημοψηφίσματα και άλλες ασκήσεις πανικού μέχρι που…έφυγε νύχτα. Και στο τέλος έφερε και τον Τσίπρα.
Η λογική λέει ότι θα κάνει τα πάντα να αποφύγει ο Μητσοτάκης το πάθημα του ΓΑΠ, το 2010. Πώς; Ένας δρόμος υπάρχει. Αυτός που δεν έχει αδιέξοδα όπως είπε και ο ίδιος. Γιατί εάν προτιμήσει όπως συνεχίζει να λέει να φτάσει μέχρι το τέλος μάλλον θα θυμίσει το …2004. Τότε που ο Κώστας Σημίτης φτάνοντας στο τέλος πέταξε λευκή πεσέτα, ήξερε ότι θα χάσει τις εκλογές, παρέδωσε το κόμμα στον Γ. Παπανδρέου και έφυγε ως πρωθυπουργός παραδίδοντας στον Κ. Καραμανλή.
Μην μου πείτε ότι όλα αυτά τα διαψεύδει ο πρωθυπουργός. Γιατί θα σας παραπέμψω στον Μπίσμαρκ που έλεγε ότι «Ποτέ μην πιστεύεις τίποτε στην πολιτική, μέχρι να διαψευσθεί επίσημα».