Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024
13.8 C
Ηρακλείου

Δες τον καιρό

Βλ. Νταμπράουσκας: “Όμορφη η εμπειρία μου στον ΟΦΗ”

Πρέπει να διαβάσετε

Εφ΄όλης της ύλης συνέντευξη παραχώρησε ο πρώην προπονητής του ΟΦΗ Βάλντας Νταμπράουσκας στην ιστοσελίδα gazzetta.gr, στην οποία αναφέρθηκε μεταξύ άλλων στην παρουσία του στον ΟΦΗ, την οποία χαρακτήρισε μια όμορφη εμπειρία.

Αναλυτικά τα όσα τόνισε ο πρώην προπονητής του ΟΦΗ στην ιστοσελίδα gazzetta.gr:

Ξεκινώντας, πως είναι η ζωή σου αυτή την περίοδο, μετά την αποχώρησή σου από τον πάγκο του ΟΦΗ; «Θα ήθελα, αρχικά, να σας ευχαριστήσω για το ενδιαφέρον σας και την δυνατότητα που μου δίνεται μέσω αυτής της συνέντευξης. Η ζωή μου κυλά όμορφα, περνώ αρκετό χρόνο με την οικογένειά μου στο Βίλνιους της Λιθουανίας. Στις 9 Μαρτίου συμπληρώνονται δέκα χρόνια από το πρώτο επίσημο παιχνίδι ως προπονητής επαγγελματικής ομάδας. Μέσα σε αυτά τα δέκα χρόνια, εστιάζω στη δουλειά μου και δεν έχω μείνει μακριά από τους πάγκους για διάστημα μεγαλύτερο του ενός μήνα. Αυτό το διάστημα ξεκούρασης, μου ήταν απαραίτητο. Περνώ χρόνο με την οικογένειά μου, πηγαίνω στο γήπεδο για να δω τους αγώνες μπάσκετ της Ζαλγκίρις Κάουνας, παρακολουθώ άλλα σπορ στην τηλεόραση, διαβάζω βιβλία και συναντώ φίλους. Ακόμα, περπατώ πολύ στο δάσος και αυτό μου δίνει μεγάλη ικανοποίηση».

Ας πάμε πίσω στον χρόνο. Ποιο ήταν το story της ανάληψης της τεχνικής ηγεσίας του ΟΦΗ; Πώς αντέδρασες την πρώτη φορά που έμαθες για το ενδιαφέρον της κρητικής ομάδας; «Νομίζω πως όλες οι ιστορίες όταν αναλαμβάνει ένας προπονητής μία ομάδα στο μέσο της σεζόν, είναι παρόμοιες. Το κλαμπ έχει ένα σερί αρνητικών αποτελεσμάτων, η διοίκηση αποφασίζει ότι πρέπει να προχωρήσει σε κάποια κίνηση και αυτή είναι η αλλαγή του προπονητικού επιτελείου. Εντοπίζεται ο στόχος, γίνεται η επαφή και ο προπονητής εξετάζει την προοπτική που έχει μπροστά του ή την απορρίπτει. Όταν εγώ έλαβα την κλήση από τον ΟΦΗ, ήμουν εκτός δουλειάς και με ενδιέφερε να έρθω στην Ελλάδα. Ήθελα να ανακαλύψω μία νέα αγορά, να ζήσω ανάμεσα σε ανθρώπους των οποίων δεν γνώριζα την κουλτούρα. Όλα συνέβησαν πάρα πολύ γρήγορα, κοίταξα τα στατιστικά δεδομένα, έμαθα τα ονόματα των παικτών και μελέτησα την ιστορία του ΟΦΗ και της Κρήτης πριν μπω στο αεροπλάνο. Αναγνώρισα ότι επρόκειτο για μία σπουδαία πρόκληση λόγω του πάθους των Κρητικών για την ομάδα τους, αλλά και λόγω της κατάστασης στην οποία βρισκόταν ο ΟΦΗ. Όλα τα δεδομένα έδειχναν ότι η ομάδα πήγαινε για υποβιβασμό, ενώ πολλοί παίκτες ήταν τραυματίες. Ευτυχώς, αναστρέψαμε την κατάσταση».

Αν κάποιος σου ζητούσε να περιγράψεις τις μέρες σου στην Ελλάδα με μία λέξη, ποια θα ήταν αυτή; «Αν έπρεπε να επιλέξω μία μόνο λέξη, αυτή θα ήταν «ασανσέρ». Στην αρχή ανεβαίνεις, μετά πέφτεις. Την επόμενη μέρα πας και πάλι προς τα πάνω και λίγες μόνο ώρες αργότερα και πάλι κάτω. Πιστεύω ότι οι οπαδοί του ΟΦΗ, είναι από τους καλύτερους στην Ελλάδα. Έχουν πάθος, αγαπούν την ομάδα τους περισσότερο από οτιδήποτε άλλο. Αυτό σημαίνει πως όσοι βρίσκονται στον σύλλογο και εργάζονται για αυτόν, έχουν μεγάλες ευθύνες. Παρ’ όλα αυτά, η αγάπη τους κάποιες φορές μπορεί να ξεφεύγει από τα όρια της λογικής και αυτό δεν είναι εύκολο να το διαχειριστείς, γιατί δεν έχεις χρόνο. Ο κόσμος θέλει αποτελέσματα, τρίποντα, γκολ, μεγάλες νίκες, προκρίσεις σε τελικούς. Και τα θέλει όλα, τώρα. Δεν κοιτάει το διαθέσιμο μπάτζετ, τους ανταγωνιστές, τα προβλήματα που μπορεί να υπάρχουν μέσα στην ομάδα. Θέλει μόνο να του τα δώσεις όλα, τώρα. Αυτό είναι που δημιουργεί την κατάσταση «ασανσέρ». Τους δίνεις μία μεγάλη νίκη, ανεβαίνεις. Στο πρώτο πισωγύρισμα, πέφτεις».

Σου αρέσει πολύ να διαβάζεις λογοτεχνία. Αν έπρεπε να παρομοιάσεις τις μέρες σου στην Ελλάδα με ένα βιβλίο, ποιο θα ήταν αυτό; «Στην Κρήτη έμαθα για τον Νίκο Καζαντζάκη, έναν συγγραφέα και μία προσωπικότητα με την οποία μπόρεσα να ταυτιστώ. Αυτό ήταν κάτι που με επηρέασε πολύ και το κράτησα μέσα μου. Πιστεύω ότι το βιβλίο του «Ελευθερία και Θάνατος» συνοψίζει ιδανικά τον κρητικό χαρακτήρα και τρόπο ζωής».

Ποια ήταν η πιο όμορφη και ποια η πιο δύσκολη στιγμή σου στην Ελλάδα; «Σε γενικές γραμμές, όταν κοιτώ πίσω καταλαβαίνω ότι έχω πολύ όμορφες εμπειρίες από τις μέρες μου στην Ελλάδα και στην Κρήτη. Θα θυμάμαι αυτήν την περίοδο της ζωής μου πολύ στοργικά. Οι πιο όμορφες στιγμές μου συνδέονται με εμφανίσεις μας στο γήπεδο, με νίκες, με πανηγυρισμούς με τον κόσμο. Φυσικά και με καθημερινή δουλειά στο προπονητικό κέντρο, με σχέσεις που ανέπτυξα με μέλη του επιτελείου και ποδοσφαιριστές. Οι νύχτες στο «Γεντί Κουλέ» μετά από κάποια σπουδαία ματς, όπως οι νίκες κόντρα σε ΠΑΟΚ και ΑΕΚ, είναι πολύ δύσκολο να ξεχαστούν. Από την άλλη, οι πιο δύσκολες στιγμές είναι αυτές που δεν μπορείς να φτάσεις στα αποτελέσματα που περιμένουν από σένα και έτσι απογοητεύεις όσους σε πιστεύουν. Τον κόσμο, την διοίκηση και την ίδια σου την οικογένεια. Αυτό είναι πάρα πολύ δύσκολο. Παρ’ όλα αυτά, η ζωή προχωράει, στον αθλητισμό δεν φτάνεις ποτέ σε έναν τελικό προορισμό. Όταν κερδίζεις πρέπει να απολαύσεις το ταξίδι και όταν χάνεις πρέπει να πάρεις μαθήματα».

Ποια είναι η άποψή σου για την διοίκηση του ΟΦΗ; «Η εμπειρία μου στον ΟΦΗ ήταν όμορφη. Είμαι ευγνώμων στον Γενικό Διευθυντή, Μηνά Λυσάνδρου, στον πρόεδρο, Μιχάλη Μπούση και στον αντιπρόεδρο, Δημήτρη Μπούση, για την ευκαιρία που μου έδωσαν να εργαστώ στον ΟΦΗ. Ανάμεσά μας υπήρχε πάντα αμοιβαίος σεβασμός και ειλικρίνεια. Πιστεύω ότι αυτά τα στοιχεία, δεν θα αλλάξουν ποτέ. Είναι άνθρωποι που θέλουν και προσπαθούν για το καλύτερο για την ομάδα. Είμαι σίγουρος πως αργά ή γρήγορα, θα πετύχουν κάτι σπουδαίο».

Τι πιστεύεις ότι λείπει από τον ΟΦΗ για να γίνει ανταγωνιστικός στο ψηλότερο επίπεδο του ελληνικού ποδοσφαίρου; «Σε κάθε πρωτάθλημα, σε κάθε ομάδα, το μπάτζετ είναι το πρώτο στοιχείο που καθορίζει τη θέση στον βαθμολογικό πίνακα. Ο ΟΦΗ έχει πολύ ισχυρούς ανταγωνιστές στην Ελλάδα και πρέπει να φτάσει στο επίπεδό τους. Αυτό δεν μπορεί να συμβεί μέσα σε μία σεζόν. Αυτή την στιγμή, η διαφορά είναι πολύ μεγάλη. Οι αξίες των ποδοσφαιριστών είναι ένα αντικειμενικό κριτήριο που μαρτυρά και τις διαφορές ανάμεσα στις ομάδες. Οι μεγάλες ελληνικές ομάδες διαθέτουν ποδοσφαιριστές που κοστίζουν συνολικά πέντε ή έξι φορές περισσότερο από εκείνους του ΟΦΗ. Για να κλείσει η ψαλίδα, πρέπει πρώτα να καταστρώσεις ένα πλάνο, να βρεις τους ανθρώπους που μπορούν να το υπηρετήσουν, τους διαθέσιμους πόρους και φυσικά να δώσεις χρόνο και συνεχή υποστήριξη. Η πρόοδος θα είναι σταδιακή, ξεκινώντας το χτίσιμο από το μηδέν. Αυτό, φυσικά, εξαρτάται και από το πλάνο της ομάδας. Επιθυμεί η διοίκηση να αγοράσει παίκτες για να στελεχώσει την ομάδα; Θέλει να επενδύσει στην Ακαδημία και να χτίσει τον δικό της κορμό; Θέλουν να επενδύσουν χτίζοντας νέο προπονητικό κέντρο και νέο γήπεδο; Όλα αυτά χρειάζονται χρόνο, χρήματα, ανθρώπινο δυναμικό και μπορούν να γίνουν πραγματικότητα μόνο με σωστό προγραμματισμό».

Τι πιστεύεις για τις Ακαδημίες του ΟΦΗ; Θεωρείς πως γενικότερα στην Ελλάδα, πρέπει να επενδυθούν περισσότερα χρήματα στα τμήματα υποδομής των συλλόγων; «Θα ξεκινήσω από το δεύτερο σκέλος της ερώτησης. Η Ελλάδα κατέχει την πρώτη θέση στα πρωταθλήματα των ευρωπαϊκών χωρών με κριτήριο τον ψηλότερο μέσο όρο ηλικίας των ποδοσφαιριστών και την τέταρτη θέση της σχετικής λίστας παγκοσμίως. Οι ομάδες στηρίζονται σε μεγάλους ηλικιακά παίκτες που μπορούν να αποκτηθούν και να φέρουν άμεσα αποτελέσματα. Δεν είναι θέμα αν αυτό είναι κάτι καλό ή κάτι κακό, είναι η στρατηγική των ομάδων για να πετύχουν τους στόχους που έχουν θέσει. Μιλώντας συγκεκριμένα για τον ΟΦΗ, νομίζω ότι το κλαμπ δουλεύει σκληρά για την ανάπτυξη της Ακαδημίας και πιστεύω ότι θα βγουν αρκετοί ποδοσφαιριστές στο μέλλον. Αυτή τη σεζόν έγιναν βήματα προόδου με την πρόσληψη του Θεόδωρου Ελευθεριάδη, ενός φανταστικού επαγγελματία. Μέσα από αυτήν, γίνονται σαφείς οι προθέσεις του συλλόγου. Η Ακαδημία και η πρώτη ομάδα γίνονται μία οντότητα και πιστεύω ότι αυτό δεν είναι σημαντικό μόνο γιατί οι νέοι παίκτες έχουν την ευκαιρία να αγωνιστούν στην πρώτη ομάδα, αλλά και γιατί περνάει στα νέα παιδιά το DNA του ΟΦΗ».

Είχες ξεχωρίσει κάποιους παίκτες από την Ακαδημία που να έχουν πιθανότητες να εξελιχθούν και να φτάσουν σε μία καλή μεταγραφή στην Ελλάδα ή στο εξωτερικό; «Πιστεύω ότι όταν δημιουργείς έναν ισχυρό δεσμό ανάμεσα στην Ακαδημία και στην πρώτη ομάδα, ο πρώτος στόχος των νέων παικτών πρέπει να είναι να πετύχουν με τον σύλλογο στον οποίο ανδρώθηκαν και μόνο μετά από αυτό να σκέφτονται το επόμενο βήμα στο εξωτερικό. Το αν θα κάνει σπουδαία καριέρα ή σημαντική μεταγραφή ένας ποδοσφαιριστής, εξαρτάται από πολλούς παράγοντες. Πολλές φορές αρκεί μόνο να βρεθεί στο καλύτερο μέρος, την κατάλληλη στιγμή. Πάντως, η εξέλιξη πρέπει να έρθει μέσα από την πρώτη ομάδα του συλλόγου από τον οποίο ξεκινά ένας ποδοσφαιριστής. Ο Γιάννης Αποστολάκης, ο Γιάννης Θεοδoσουλάκης (του οποίου η εξέλιξη καθυστέρησε λόγω ενός τραυματισμού), ο Μάνουελ Καλαφάτης, ο Ηλίας Σημαντηράκης και ο Βασίλης Πιστικός, είναι οι ποδοσφαιριστές των οποίων τα ονόματα μου έρχονται πρώτα στο μυαλό. Χρειάζονται χρόνο για να εξελιχθούν, ωστόσο, είδαμε, ήδη, από την τρέχουσα σεζόν πως μπορούν να βοηθήσουν την πρώτη ομάδα».

Ποιος ήταν ο λόγος για τον οποίο αποχώρησες από τον ΟΦΗ; «Τα αποτελέσματα. Ο προπονητής, πάνω από όλα, είναι υπεύθυνος για τα αποτελέσματα της ομάδας. Μετά από ένα θετικό ξεκίνημα, αρχίσαμε να χάνουμε έδαφος. Ακόμα και σήμερα, μου είναι δύσκολο να κατανοήσω τον λόγο για τον οποίο συνέβη αυτό. Στα περισσότερα παιχνίδια από αυτά στα οποία φέραμε ισοπαλίες ή ακόμα και χάσαμε, είχαμε φανταστικές ευκαιρίες να κερδίσουμε. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αναμέτρηση εκτός έδρας κόντρα στον Πανσερραϊκό. Αποτύχαμε, όμως, σε αυτά τα ματς, να πάρουμε τους τρεις βαθμούς. Όταν αυτά τα παιχνίδια συσσωρεύονται, η πίεση και η απογοήτευση μεγαλώνουν. Ίσως, τελικά, η απόσταση ανάμεσα στην τελευταία θέση της περσινής σεζόν και στις συζητήσεις για έξοδο στην Ευρώπη και πρόκριση στον τελικό του Κυπέλλου την φετινή σεζόν, να ήταν πολύ μεγάλη και δύσκολο να την διανύσει κάποιος σε μία αγωνιστική περίοδο».

Παρά το γεγονός ότι έμεινες στον πάγκο του ΟΦΗ για περισσότερο από έναν χρόνο, πολύς κόσμος πιστεύει ότι στην Ελλάδα οι διοικήσεις δεν έχουν υπομονή και δεν δίνουν τον απαιτούμενο χρόνο στους προπονητές. Συμφωνείς με αυτό; «Στο απόφθεγμα του Βενιαμίν Φραγκλίνου ότι τα μόνα εγγυημένα πράγματα στη ζωή είναι ο θάνατος και οι φόροι, μπορούμε εύκολα να προσθέσουμε και την απόλυση ενός προπονητή. Δεν υπάρχουν προπονητές που δεν απολύονται, παρά μόνο εκείνοι που περιμένουν να απολυθούν. Στην Ελλάδα οι αποφάσεις λαμβάνονται πολύ γρήγορα, πολλές φορές υπό συναισθηματική φόρτιση. Η εναλλαγή προπονητών είναι από τις μεγαλύτερες στην Ευρώπη. Αυτό σημαίνει πως δεν υπάρχουν περιθώρια για λάθη στους προπονητές, δεν υπάρχει χρόνος για να χτιστεί μία ομάδα και να αφομοιώσει έναν συγκεκριμένο τρόπο παιχνιδιού. Υπάρχει τεράστια πίεση σε κάθε αγώνα, σε κάθε προπόνηση. Όλοι κάνουν λάθη στο ποδόσφαιρο, όμως, εμείς οι προπονητές είμαστε οι πρώτοι που τα πληρώνουμε».

Αυτή την χρονιά, παρά το γεγονός ότι κερδίσατε τον ΠΑΟΚ και την ΑΕΚ, τα αποτελέσματα δεν ήταν αυτά που θα θέλατε σε θεωρητικά πιο βατά παιχνίδια. Τι ευθύνεται για αυτό το γεγονός; «Ακόμα και τώρα, σκέφτομαι τι θα μπορούσα να έχω κάνει καλύτερα, αλλά το βασικό πρόβλημα είναι πως δεν μπορούσαμε να πάρουμε τους τρεις βαθμούς σε αγώνες στους οποίους ήμασταν ανώτεροι. Έχω δει όλους τους αγώνες του ΟΦΗ από την ημέρα που έφυγα, τις αλλαγές στις οποίες προχώρησε ο προπονητής που με διαδέχθηκε αλλά και τους παίκτες που αξιοποίησε. Δεν υπάρχει απάντηση στο τι θα μπορούσα να έχω κάνει καλύτερα. Στα περισσότερα ματς δεν μπορούσαμε να αυξήσουμε το προβάδισμά μας μετά από τα γκολ που πετυχαίναμε, παρά το γεγονός ότι είχαμε τις ευκαιρίες για να το κάνουμε. Σε στατιστικές κατηγορίες όπως τα Expected goal (xG) που ουσιαστικά αξιολογεί τις ευκαιρίες που έχουμε για να σκοράρουμε, ήμασταν καλύτεροι συγκριτικά με προηγούμενες σεζόν. Και οι στατιστικές κατηγορίες που συνέκριναν τα xG (expected goal) με τα xGA (expected goal against) ήταν θετικές, δείχνοντας ότι αν διατηρούσαμε αυτό το στιλ παιχνιδιού, θα έρχονταν οι νίκες. Έγιναν λάθη σε φάση άμυνας που οδήγησαν σε γκολ ισοφάρισης από τους αντιπάλους μας, υπήρξε έλλειψη προσοχής και συγκέντρωσης στα τελευταία λεπτά κάποιων αγώνων, στα οποία και ήρθαν γκολ ισοφάρισης από αντιπάλους μας. Όλα αυτά, μαζί, έπαιξαν τον ρόλο τους. Πιστεύω πάρα πολύ στην καθημερινή δουλειά, η διαδικασία του να προπονείς είναι ιερή για μένα. Οτιδήποτε συμβαίνει στο γήπεδο, είναι αποτέλεσμα της καθημερινής δουλειάς. Έτσι, πιστεύω ότι ακόμα πρέπει να ψάξω για να βρω κάποιες απαντήσεις».

Κατηγορήθηκες πως όταν τα πράγματα άρχισαν να μην πηγαίνουν καλά, δεν πήρες κάποιο ρίσκο για να δοκιμάσεις κάτι διαφορετικό. Συμφωνείς με αυτό; «Κανείς δεν μπορεί να μου βάλει περισσότερη πίεση από όση βάζω στον εαυτό μου εγώ ο ίδιος. Όταν τα πράγματα πηγαίνουν καλά, αναλύω τη διαδικασία και προσπαθώ να βρω τους λόγους που φτάσαμε στο θετικό αποτέλεσμα. Το αποτέλεσμα, θετικό ή αρνητικό, είναι προϊόν της ίδιας διαδικασίας. Πάντα προσπαθείς να εξελίσσεσαι, να βρίσκεις λύσεις στην προπόνηση, στο στιλ παιχνιδιού, στις ασκήσεις τακτικής, στην επικοινωνία με τους παίκτες, στον τρόπο που επηρεάζεις την ψυχολογία τους. Δουλέψαμε περισσότερο, όχι λιγότερο, αλλάξαμε πολλά πράγματα, αλλά τα αποτελέσματα δεν άλλαξαν. Χάσαμε κάποιους σημαντικούς ποδοσφαιριστές, όπως ο Μπάκιτς και ο Τοράλ, για κάποιους μήνες, ακριβώς τη στιγμή που δεν μπορούσαμε να πάρουμε νίκη. Πάντα πιστεύω ότι μπορώ να ανατρέψω μία δύσκολη κατάσταση και αυτή η πίστη υπήρχε και όσο βρισκόμουν στον ΟΦΗ. Όπως λέει και ένα ρητό στο ποδόσφαιρο, «δεν χάσαμε, απλά εξαντλήθηκε ο χρόνος μας».

Αν μπορούσες να αλλάξεις ένα πράγμα από όσα έκανες στις μέρες σου στην Ελλάδα, ποιο θα ήταν αυτό; «Δεν μετανιώνω για τίποτα. Ήρθα στον ΟΦΗ σε μία πολύ δύσκολη για τον σύλλογο στιγμή, βελτιώσαμε τα αποτελέσματα, καταφέραμε να παραμείνουμε στην κατηγορία και όταν επέστρεψε η νοοτροπία της μεγάλης ομάδας, αρχίσαμε να ονειρευόμαστε. Είχα την ευκαιρία να ζήσω σε ένα υπέροχο νησί, να γνωρίσω διαφορετικούς ανθρώπους με διαφορετική κουλτούρα, να κάνω νέους φίλους και να γνωρίσω νέα μέρη. Αυτές οι αναμνήσεις θα με ακολουθούν για πάντα»

Αν κάποιος σου έδινε την δυνατότητα να φέρεις έναν και μόνο παίκτη από τις κορυφαίες ομάδες του ελληνικού πρωταθλήματος στον ΟΦΗ, ποιον θα επέλεγες; «Είναι πολλοί… Κάθε ομάδα στην Ελλάδα έχει κάποιους πολύ ποιοτικούς ποδοσφαιριστές. Θα επέλεγα να φέρω έναν για κάθε αγώνα καθώς θα προετοίμαζα την ομάδα μου για τον εκάστοτε αντίπαλο. Μου αρέσουν οι επιθετικογενείς παίκτες όπως ο Ιωαννίδης, ο Μαντσίνι, ο Λιβάι Γκαρσία, ο Κωνσταντέλιας, ο Ζίβκοβιτς, ο Ντεσπόντοφ και ο Φορτούνης ανάμεσα σε πολλούς που θα μπορούσαν να δυναμώσουν όχι μόνο τον ΟΦΗ, αλλά και ομάδες από πιο δυνατά πρωταθλήματα».

Έχεις εργαστεί σε παρόμοια πρωταθλήματα με το ελληνικό, όπως το βουλγάρικο και το κροατικό. Πόσο μοιάζουν ή πόσο διαφέρουν από το ελληνικό πρωτάθλημα; «Με όλο τον σεβασμό στα πρωταθλήματα της Κροατίας και της Βουλγαρίας, αυτό της Ελλάδας είναι το πιο δυνατό. Υπάρχει μεγαλύτερη ισορροπία ανάμεσα στις ομάδες της κορυφαίας κατηγορίας του ελληνικού ποδοσφαίρου. Σύλλογοι όπως ο Ολυμπιακός, ο ΠΑΟΚ, η ΑΕΚ και ο Παναθηναϊκός μπορούν να ξεχωρίσουν όχι μόνο εντός συνόρων αλλά και στα Κύπελλα Ευρώπης».

Έχεις δηλώσει ότι λατρεύεις το ποδόσφαιρο στα Βαλκάνια. Πώς επηρέασε η εμπειρία σου στην Ελλάδα την άποψή σου αυτήν; «Αισθάνομαι προνομιούχος έχοντας ζήσει και δουλέψει σε διαφορετικές χώρες, έχοντας γνωρίσει διαφορετικές κουλτούρες και έχοντας συναντήσει τόσους ανθρώπους. Η Ελλάδα δεν ήταν μία εξαίρεση σε αυτό. Σε όλα τα σπορ, οι Έλληνες ξεχωρίζουν για το πάθος τους, συγκρίνοντάς τους με ανθρώπους από άλλες χώρες. Οι απαιτήσεις των οπαδών, συνεπάγονται μεγάλες ευθύνες. Απήλαυσα τις μέρες μου στην Κρήτη και ήταν μία υπέροχη εμπειρία να εργαστώ στην Ελλάδα».

Από άποψη τακτικής ποια είναι η άποψή σου για τους προπονητές που συνάντησες στην Ελλάδα και ειδικότερα για τους Έλληνες; Συνάντησες κάποιον από τον οποίο να αισθάνθηκες ότι μπορείς να μάθεις πράγματα; «Φυσικά, αυτό συμβαίνει σε κάθε χώρα, σε κάθε πρωτάθλημα. Όταν φτάσεις στο σημείο να πεις ότι δεν έχεις να μάθεις τίποτα παραπάνω, πρέπει να σταματήσεις να προπονείς. Το ελληνικό πρωτάθλημα είναι τρομερά απαιτητικό. Οι ποδοσφαιριστές έχουν σπουδαία εμπειρία, καταλαβαίνουν το παιχνίδι και οι προπονητές δουλεύουν σκληρά για να προετοιμαστούν για κάθε αγώνα ξεχωριστά. Την περσινή σεζόν εντυπωσιάστηκα από το στιλ παιχνιδιού της ΑΕΚ, ήταν πολύ μοντέρνο, σε πολύ ψηλή ένταση, με πίεση που ξεκινάει από άμυνα ζώνης και καταλήγει σε ατομικά μαρκαρίσματα, counter pressing που δεν επιτρέπει στον αντίπαλο ούτε καν να σκεφτεί τι μπορεί να κάνει με την μπάλα στα πόδια.

Απήλαυσα να βλέπω την ομάδα του Ματίας Αλμέιδα, στα περισσότερα παιχνίδια της παρέδιδε μαθήματα τακτικής. Συνάντησα και μίλησα πριν τους αγώνες με τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς, ήταν ένας κύριος και ήταν υπέροχο και μόνο να ακούς την εμπειρία του. Σε ανάρτησή σου στο Instagram, είχες σημειώσει ότι το διάβασμα μπορεί να βοηθήσει έναν άνθρωπο να εξελίξει την προσωπικότητά του. Πιστεύεις ότι μπορεί το διάβασμα να βελτιώσει την συμπεριφορά των ανθρώπων στο πλαίσιο του ποδοσφαίρου; Σίγουρα, το διάβασμα δίνει αυτήν την δυνατότητα. Κάθε μέρα, ως προπονητής, πρέπει να βγω στο γήπεδο και να μιλήσω σε 25 ποδοσφαιριστές και σε πολλά μέλη του επιτελείου μου. Πρέπει να τους δώσω κάτι. Είτε αυτό είναι ιδέες, είτε είναι υποστήριξη.

Δεν μπορείς να το κάνεις αυτό αν δεν έχεις φροντίσει πρώτα να γεμίσεις τον εαυτό σου με ιδέες, με σοφία, με νέες σκέψεις. Η δουλειά ενός προπονητή ξεφεύγει κατά πολύ από τα στενά όρια της 1,5 ώρας της προπόνησης. Ένας προπονητής πρέπει να έχει γνώσεις σε διαφορετικούς τομείς. Ο μεγαλύτερός μου φόβος είναι να σταματήσω να εξελίσσομαι και να σταματήσω να μαθαίνω. Τα βιβλία είναι υπέροχα εργαλεία για αποκτήσω νέες γνώσεις και μεγαλύτερη κατανόηση. Ο κάθε άνθρωπος είναι διαφορετικός και εμπνέεται με διαφορετικό τρόπο. Για μένα αυτός ήταν πάντα και είναι ακόμα, τα βιβλία».

Κλείνοντας την συνέντευξη, τι εύχεσαι για το μέλλον; Θα σκεφτόσουν την προοπτική επιστροφής σου στην Ελλάδα αν σου δεχόταν πρόταση από ελληνική ομάδα; «Η Ελλάδα είναι μία υπέροχη χώρα που έχει δώσει ιστορικά πολλά στον κόσμο. Πιστεύω βαθιά πως το ελληνικό ποδόσφαιρο μπορεί να ακολουθήσει αυτήν την παράδοση. Ο κόσμος έχει πάθος για τις ομάδες, η ατμόσφαιρα στα γήπεδα είναι συναρπαστική και εντυπωσιακή. Ελπίζω το ελληνικό ποδόσφαιρο να εξελιχθεί, να είναι θετικό, να εργαστεί για το μέλλον του, να εξαλειφθούν τα φαινόμενα βίας και οι σύλλογοι να προοδεύσουν με τρόπο που θα τους επιτρέπει να παρουσιάσουν αυτό το υπέροχο άθλημα στον κόσμο τους με τον βέλτιστο τρόπο».

Σχετικά άρθρα

Άλλα Πρόσφατα