Δέκα χρόνια μετά τη σφαγή στο δημοτικό σχολείο Σάντι Χουκ, ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν δήλωσε σήμερα ότι η Αμερική έχει «ηθική υποχρέωση» να θέσει όρια στην οπλοκατοχή και ότι θα έπρεπε «να αισθάνεται ένοχη» επειδή δεν το έχει πράξει μέχρι σήμερα.
«Είμαι αποφασισμένος να απαγορεύσω τα επιθετικά τυφέκια και τους γεμιστήρες μεγάλης χωρητικότητας» επανέλαβε στην ανακοίνωσή του ο πρόεδρος, ένα μέτρο που απορρίπτεται προς το παρόν από το Ρεπουμπλικανικό κόμμα.
«Πρέπει να εξαλείψουμε αυτά τα όπλα που δεν έχουν άλλο λόγο ύπαρξης παρά να σκοτώνουν μεγάλο αριθμό» συνέχισε ο Μπάιντεν. «Μπορούμε να το κάνουμε, όχι μόνο για τις αθώες ζωές που χάθηκαν αλλά και για τους επιζώντες που διατηρούν τις ελπίδες τους», συνέχισε.
«Θα έπρεπε να αισθανόμαστε ενοχή επειδή καθυστερήσαμε υπερβολικά να ρυθμίσουμε αυτό το πρόβλημα. Έχουμε ηθική υποχρέωση να ψηφίσουμε και να εφαρμόσουμε νόμους που μπορούν να εμποδίσουν τέτοια πράγματα να ξανασυμβούν», εκτίμησε ο Μπάιντεν, που διαβεβαιώνει ότι δεν έχει μείνει με τα χέρια σταυρωμένα.
Υπενθύμισε έτσι ότι ψηφίστηκε ένας νόμος που έχει ως στόχο να εμποδιστούν οι δυνητικά επικίνδυνοι άνθρωποι να αποκτούν όπλα και εξέδωσε διατάγματα για τα λεγόμενα «όπλα-φαντάσματα», τα οποία μπορεί να κατασκευάσει ο καθένας στο σπίτι του χρησιμοποιώντας μηχανήματα τρισδιάστατης εκτύπωσης.
Η τραγωδία του Κονέκτικατ
Στις 14 Δεκεμβρίου 2012 26 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων 20 παιδιά ηλικίας 6 και 7 ετών, σκοτώθηκαν από έναν πάνοπλο νεαρό στο δημοτικό σχολείο Σάντι Χουκ, στο Νιουτάουν του Κονέκτικατ.
Η τραγωδία συγκλόνισε την Αμερική, όμως η θλίψη δεν έφερε και μέτρα για τον έλεγχο της οπλοκατοχής σε μια χώρα όπου ο αριθμός των όπλων σε κυκλοφορία ξεπερνά εκείνον των κατοίκων και οι επιθέσεις με πυροβολισμούς αποτελούν καθημερινό φαινόμενο.
Ο Μπάιντεν έχει προτείνει εδώ και καιρό να απαγορευτούν τα επιθετικά τυφέκια, το είδος του όπλου που χρησιμοποίησε ο δράστης της σφαγής στο Σάντι Χουκ. Όμως οι Ρεπουμπλικάνοι και το πανίσχυρο λόμπι των όπλων, η NRA, δεν θέλουν να επιβληθεί και πάλι η απαγόρευση που ίσχυε μεταξύ 1994-2004, θεωρώντας το μέτρο αυτό αντισυνταγματικό.