Στη «μάχη» για τη φετινή τουριστική σεζόν έχουν ριχτεί οι έλληνες ξενοδόχοι. Οι προβλέψεις και οι πρώτες ενδείξεις είναι, σύμφωνα με παράγοντες του τουρισμού, αισιόδοξες μέχρι και σήμερα, χωρίς ωστόσο να λείπουν οι αστάθμητοι παράγοντες κινδύνου.
Όπως για παράδειγμα, οι ευρύτερες πληθωριστικές πιέσεις και οι όποιες επιπτώσεις θα έχουν στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών και στην κατανάλωση.
Η ανησυχία εστιάζεται στο ύψος των δαπανών που θα πραγματοποιήσουν οι τουρίστες και όχι στον αριθμό τους, με τις δυσοίωνες προβλέψεις να εκτιμούν ότι η αύξηση του αριθμού των επισκεπτών είναι δεδομένη αλλά μπορεί να συνοδευτεί από μείωση του μέσου χρόνου παραμονής στη χώρα και παράλληλη μείωση της μέσης κατά κεφαλήν δαπάνης ανά ταξίδι.
Τουριστική σεζόν
Νωρίτερα σε σχέση με προηγούμενες χρονιές αναμένεται να ξεκινήσει η φετινή σεζόν για τον τουρισμό. Οι πρώτοι τουρίστες αναμένεται να προσγειωθούν στη χώρα μας για διακοπές ήδη από τα μέσα του Μαρτίου, ενώ παράλληλα θα τρέχουν καμπάνιες προβολής για όλους τους προορισμούς, όλο τον χρόνο.
Τα μηνύματα από όλους τους μεγάλους tour operators του εξωτερικού είναι πολύ θετικά και αυτό φαίνεται και από το ότι έχουν επεκτείνει τα προγράμματά τους για φέτος. Οι ξενοδόχοι επίσης έχουν πετύχει για το 2023 αύξηση στις τιμές των πακέτων μεσοσταθμικά κατά 10%.
Παράγοντες της αγοράς προβλέπουν πως παρά τα προβλήματα που θα εξακολουθήσουν να παραμένουν (πόλεμος στην Ουκρανία, ενεργειακό κόστος, πληθωρισμός), πάμε φέτος για μια «δυνατή τουριστική σεζόν», συμπληρώνοντας πως έχουμε από τώρα θετικό πρόσημο στις προκρατήσεις (ειδικά από τη Μεγάλη Βρετανία) και αισιόδοξα μηνύματα από όλες τις σημαντικές για τις αφίξεις και τα έσοδα αγορές (Γερμανία, Γαλλία, ΗΠΑ, Ισραήλ, Καναδάς, Αυστραλία).
Ναι μεν, αλλά…
Το οικονομικό επιτελείο προχωρά σε συγκρατημένες εκτιμήσεις, προβλέποντας στον προϋπολογισμό ότι τα έσοδα από τον τουρισμό θα κινηθούν οριακά χαμηλότερα.
Ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας από το το βήμα του Ελληνικού Φόρουμ στο Παγκόσμιο Οικονομικό Φόρουμ στο Νταβός τόνισε ότι «το 2023 θα είναι μια χρονιά στην οποία ο τουρισμός δεν θα έχει τις ίδιες επιδόσεις με αυτές του 2022. Οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο ότι τα έσοδα του τουρισμού θα φθάσουν το 93% με 94% αυτών του 2022
«Δεν θα είναι εξίσου μια καλή χρονιά όσο το 2022», σημείωσε χαρακτηριστικά ο υπουργός Οικονομικών.
Τα έσοδα του 11μηνου
Τα 17,4 δισ. ευρώ άγγιξαν τα έσοδα από τον τουρισμό στο ενδεκάμηνο Ιανουαρίου – Νοεμβρίου καταγράφοντας αύξηση κατά 68,5% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2021.
Η εξέλιξη αυτή αντανακλά, σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, την αύξηση κατά 90% της εισερχόμενης τουριστικής κίνησης καθώς ο αριθμός των τουριστών που επισκέφθηκε τη χώρα μας έφθασε τα 27,25 εκατομμύρια. Πάντως σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2019, του τελευταίου έτους δηλαδή πριν από την πανδημία, οι ταξιδιωτικές εισπράξεις παρουσίασαν μείωση κατά 2,8%, καθώς και η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση κατά 11,1%, ενώ η μέση δαπάνη ανά ταξίδι αυξήθηκε κατά 9,8%.
Πιο αναλυτικά, η ταξιδιωτική κίνηση μέσω αεροδρομίων αυξήθηκε κατά 82,4%, ενώ αυτή μέσω οδικών σταθμών κατά 135,7%. Κατά την επισκοπούμενη περίοδο η ταξιδιωτική κίνηση από τις χώρες της ΕΕ-27 διαμορφώθηκε σε 16. εκατ. ταξιδιώτες, παρουσιάζοντας άνοδο κατά 68,3% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2021, ενώ η ταξιδιωτική κίνηση από τις χώρες εκτός της ΕΕ-27 αυξήθηκε κατά 140,6% και διαμορφώθηκε σε 10,5 εκατ. ταξιδιώτες.
Η ταξιδιωτική κίνηση από τις χώρες της ζώνης του ευρώ σημείωσε άνοδο κατά 57,7% και αυτή από τις χώρες της ΕΕ-27 εκτός της ζώνης του ευρώ κατά 96,2%.
Ειδικότερα, η ταξιδιωτική κίνηση από τη Γερμανία παρουσίασε αύξηση κατά 45,6% και διαμορφώθηκε σε 4,3 εκατ. ταξιδιώτες, καθώς και από τη Γαλλία κατά 50,1% και διαμορφώθηκε σε 1.7 εκατ. χιλ. ταξιδιώτες. Αναφορικά με τις χώρες εκτός της ΕΕ 27, η ταξιδιωτική κίνηση από το Ηνωμένο Βασίλειο αυξήθηκε κατά 185,2% και διαμορφώθηκε σε 4.4 εκατ. ταξιδιώτες και αυτή από τις ΗΠΑ κατά 173,3% σε 1 εκατομ. ταξιδιώτες. Τέλος, η ταξιδιωτική κίνηση από τη Ρωσία μειώθηκε κατά 68,3% και διαμορφώθηκε σε 35,3 χιλ. ταξιδιώτες.
Όσον αφορά στις εισπράξεις η αύξηση τους οφείλεται στην αύξηση των εισπράξεων από κατοίκους των χωρών της ΕΕ-27 κατά 47,4%, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 9,9 δις. ευρώ, καθώς και των εισπράξεων από κατοίκους των χωρών εκτός της ΕΕ-27 κατά 106,5%, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 7.δις . ευρώ.