Επείγουσες, σημαντικές επενδύσεις σε ολόκληρο τον κλάδο και κρατικές επενδύσεις, αλλαγές στους τρόπους μεταφοράς και υποστήριξη στους ευάλωτους προορισμούς είναι τα προαπαιτούμενα ώστε να επιτευχθεί καθαρό μηδέν έως το 2050, υποδεικνύει η τελευταία μελέτη του The Travel Foundation.
Περαιτέρω, έως το τέλος αυτής της δεκαετίας, πρέπει να εφαρμοστούν άμεσα πρόσθετα μέτρα για να αποτραπεί η κλιμάκωση των εκπομπών για να επιτευχθεί ακόμη και ο περιορισμός τους στο μισό.
Ένα χρόνο μετά τη Διακήρυξη της Γλασκώβης για την Κλιματική Δράση στον Τουρισμό, αυτή η ζωτικής σημασίας ανεξάρτητη μελέτη παροτρύνει τον κλάδο να επιταχύνει τα βήματα προσαρμογής και καινοτομίας, για έναν κόσμο απαλλαγμένο από τις εκπομπές άνθρακα.
Καθώς ο παγκόσμιος τουρισμός αναμένεται να διπλασιαστεί σε μέγεθος έως το 2050 από τα επίπεδα του 2019, οι τρέχουσες στρατηγικές που βασίζονται αποκλειστικά στην αντιστάθμιση του άνθρακα, τις τεχνολογικές αποδόσεις και τα βιοκαύσιμα, είναι θλιβερά ανεπαρκείς. Τέτοια μέτρα από μόνα τους, δεν θα επιτύχουν τους στόχους της Συμφωνίας του Παρισιού για μείωση των εκπομπών στο μισό έως το 2030 και επίτευξη καθαρών μηδενικών εκπομπών έως το 2050 το αργότερο.
Αντίθετα, οι ιθύνοντες της παγκόσμιας πολιτικής και οι σχεδιαστές για το κλίμα που συμμετέχουν στο COP27 καλούνται να συνδυάσουν όλα αυτά τα μέτρα με σημαντικές επενδύσεις και κίνητρα για τη δημιουργία των πιο πράσινων μορφών μεταφοράς και περιορισμούς στις πιο ρυπογόνες. Αυτό είναι το μόνο σενάριο που μπορεί να προσφέρει συγκρίσιμα επίπεδα εσόδων και ευκαιρίες για ταξίδια σε έναν κόσμο απαλλαγμένο από τις ανθρακούχες εκπομπές.
Αυτά είναι τα ευρήματα της έκθεσης που θα κυκλοφορήσει αναλυτικά στις αρχές του 2023, με τίτλο Envision Tourism, Οραματιζόμενοι τον τουρισμό του 2030, που δημοσιεύτηκε από το Travel Foundation σε συνεργασία με το CELTH, το Πανεπιστήμιο Εφαρμοσμένων Επιστημών της Breda, το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Τουρισμού Μέλλοντος και το Ολλανδικό Συμβούλιο Τουρισμού και Συνθηκών και με επιπλέον στοιχεία και προοπτικές από ένα ευρύ φάσμα επιχειρήσεων, τουριστικών προορισμών και άλλων ενδιαφερόμενων μερών σε όλο τον κόσμο.
Το σύνολο των εμπλεκόμενων καταλήγει στο συμπέρασμα ότι οι προορισμοί και οι τουριστικές επιχειρήσεις πρέπει να αναλάβουν δράση τώρα, για να εντοπίσουν νέες ευκαιρίες και να αναπτύξουν ανθεκτικότητα στις αλλαγές στα πρότυπα των επισκεπτών, στους πιθανούς νέους περιορισμούς και ρυθμίσεις, καθώς και στις επιδεινούμενες επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής.
Η ομάδα που εργάστηκε για την έκθεση, χρησιμοποίησε μια εξελιγμένη τεχνική μοντελοποίησης συστημάτων, με σκοπό να εξερευνήσει μελλοντικά σενάρια για παγκόσμιο ταξίδι και τον τουρισμό. Εκείνο που προέκυψε, ήταν μόνο ένα σενάριο απαλλαγής από τις εκπομπές άνθρακα, που θα μπορούσε να ταιριάζει με τις τρέχουσες προβλέψεις ανάπτυξης και έτσι να διπλασιάσει τα έσοδα και τα ταξίδια το 2050 σε σύγκριση με τα επίπεδα του 2019.
Αυτό το σενάριο επιτυγχάνεται μέσω επενδύσεων ύψους τρισεκατομμυρίων δολαρίων σε όλα τα διαθέσιμα μέτρα απαλλαγής από τις ανθρακούχες εκπομπές και δίνοντας προτεραιότητα σε ταξίδια που μπορούν να μειώσουν πιο εύκολα τις εκπομπές – για παράδειγμα οδικά και σιδηροδρομικά και μικρότερες αποστάσεις. Πρέπει επίσης να τεθούν ορισμένα όρια στην ανάπτυξη των αερομεταφορών, έως ότου καταστεί πλήρως δυνατή η απαλλαγή από τις ανθρακούχες εκπομπές, ιδίως περιορίζοντας τα ταξίδια μεγαλύτερης απόστασης στα επίπεδα του 2019.
Αυτά αποτελούσαν μόλις το 2% όλων των ταξιδιών το 2019, αλλά είναι, μακράν, τα πιο ρυπογόνα. Εάν αφεθούν ανεξέλεγκτα, θα τετραπλασιαστούν έως το 2050, αντιπροσωπεύοντας το 41% των συνολικών εκπομπών του τουρισμού (από 19% το 2019), ωστόσο θα εξακολουθούν να αντικατοπτρίζουν μόλις το 4% όλων των ταξιδιών.
Το καλύτερο σενάριο που εντοπίστηκε σημαίνει ότι ο κόσμος μπορεί ακόμα να ταξιδέψει και ο τουρισμός μπορεί να υποστηρίξει τους προορισμούς και τις επιχειρήσεις που βασίζονται σε αυτό, αποφεύγοντας περιορισμούς και κανονισμούς που μοιάζουν με εκείνους του κορωνοϊού. Σύμφωνα με την έκθεση, εάν δεν ακολουθηθεί αυτό το σενάριο, τα πράγματα θα γίνουν πολύ χειρότερα για τον πλανήτη και τον τουρισμό.
Η έκθεση τονίζει επίσης την τεράστια δέσμευση που απαιτείται για να επιτευχθεί το εν λόγω μέλλον, δείχνοντας παράλληλα ότι είναι τεχνικά εφικτό, εάν υπάρχει η βούληση.
Σχετικά, ο κ. Menno Stokman, Διευθυντής στο Centre of Expertise Leisure, Tourism & Hospitality (CELTH), επεσήμανε τα εξής: Είναι σαφές ότι το business as usual για τον τουρισμό, δεν είναι ούτε επιθυμητό, ούτε βιώσιμο. Οι κλιματικές επιπτώσεις είναι ήδη εδώ, αυξανόμενες σε συχνότητα και σοβαρότητα, με μνημειώδες κόστος για την ανθρωπότητα και το περιβάλλον, γεγονός που επηρεάζει τον τουρισμό περισσότερο από τους περισσότερους άλλους τομείς.
Οι τρέχουσες στρατηγικές απαλλαγής από τις εκπομπές άνθρακα, δυστυχώς θα φτάσουν πολύ αργά στο καθαρό μηδέν. Πρέπει λοιπόν να αναδιαμορφώσουμε το σύστημα. Από την άποψη του κλίματος, μόλις φτάσουμε στο καθαρό μηδέν, μπορούμε να ταξιδέψουμε όσο θέλουμε. Οι αλλαγές στις επενδύσεις θα μας φέρουν εκεί μέσα σε μια δεκαετία για ταξίδια μικρότερης απόστασης. Αλλά για μεγάλες αποστάσεις χρειαζόμαστε περισσότερο χρόνο και θα πρέπει να το λάβουμε υπόψη καθώς ο τουρισμός σχεδιάζει το μέλλον του.
Από την πλευρά του, ο κ. Jeremy Sampson, Διευθύνων Σύμβουλος του Travel Foundation, μεταξύ άλλων ανέφερε πως, όπως πάντα, ο κίνδυνος εντοπίζεται στο ότι εν τέλει θα χάσουν οι πιο ευάλωτοι άνθρωποι και έθνη, εκείνοι δηλαδή που έκαναν τα λιγότερα για να προκαλέσουν την κλιματική αλλαγή. Δεν πρέπει να επιδεινώσουμε το υπάρχον σύστημα, το οποίο συχνά αποτυγχάνει να αποφέρει δίκαια αποτελέσματα για τις κοινότητες υποδοχής.