Οι αυστηροί περιορισμοί λόγω της COVID-19 ανήκουν πια στο παρελθόν, ακόμη και σε χώρες που μέχρι πρότινος εφήρμοζαν σκληρή πολιτική, όπως η Κίνα.
Φαίνεται ωστόσο ότι ο τουρισμός δεν έχει ανακάμψει σε ορισμένους προορισμούς, και δη ασιατικούς που άργησαν να προχωρήσουν σε άρση των υγειονομικών μέτρων.
Στην περίπτωση της Ταϊβάν, όπου η γεωπολιτική ένταση παραμένει σταθερά στο «κόκκινο» με το Πεκίνο, οι αρχές αποφάσισαν να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους, επιχειρώντας να δελεάσουν τους τουρίστες.
Στο αυτοδιοικούμενο νησί τα σύνορα παρέμεναν λόγω κοροναϊού κλειστά μέχρι και τον περασμένο Οκτώβριο, ενώ η Κίνα δεν το έχει ακόμη συμπεριλάβει στη λίστα με τους επιτρεπόμενους προορισμούς.
Ως εκ τούτου, οι αρχές στην Ταϊπέι ανακοίνωσαν πρόγραμμα… πριμοδότησης για ξένους επισκέπτες, συνολικού ύψους 5,3 δισεκατομμυρίων νέων δολαρίων Ταϊβάν. Κάτι παραπάνω δηλαδή από 172 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ.
Όπως διευκρινίστηκε, πρόκειται για πλεονάζοντα φορολογικά έσοδα του περασμένου έτους.
Σε αυτό το πλαίσιο προβλέπονται κίνητρα σε ταξιδιωτικά γραφεία για την οργάνωση υπερπόντιων ταξιδιών με προορισμό την Ταϊβάν, ενίσχυση του ξενοδοχειακού κλάδου, καθώς και μπόνους για μισό εκατομμύριο τουρίστες.
Κυμαίνονται από περίπου 163 δολάρια ΗΠΑ κατ’ άτομο για μεμονωμένους ταξιδιώτες, έως κάτι παραπάνω από 650 δολάρια για πολυμελή γκρουπ.
Μπορεί το ποσό να φαντάζει μάλλον ασήμαντο, και δη για ταξιδιώτες από μακρινές χώρες, ενόσω τα ναύλα παραμένουν υψηλά.
Η Ταϊπέι ωστόσο διαφημίζει, πέρα από τα αξιοθέατά της, τις δυνατότητες που προσφέρει για οικονομική διανομή και διατροφή.
Τα προσφερόμενα ποσά, διευκρινίστηκε, θα αποθηκεύονται σε μια ηλεκτρονική κάρτα, που θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την πληρωμή φαγητού, διαμονής και άλλων εξόδων ταξιδίου κατά τη διάρκεια της παραμονής στο αστιατικό νησί.
Ένα δύσκολο «στοίχημα»
Το πώς και πότε ακριβώς θα γίνει η διάθεση των ποσών δεν έχει ακόμη διευκρινιστεί.
Διακηρυγμένος στόχος είναι οι διεθνείς τουρίστες στην Ταϊβάν να φτάσουν φέτος τα 6 εκατομμύρια: σχεδόν τα μισά από το προπανδημικό ρεκόρ του 2019 των 12 εκατομμυρίων επισκεπτών σε ετήσια βάση.
Αυτή τη φορά, το υπουργείο Τουρισμού εστιάζει κυρίως σε ταξιδιώτες από την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, την Ευρώπη, τη Βόρεια Αμερική και χώρες της νότιας Ασίας και της Ωκεανίας.
Το εάν η Ταϊπέι θα πετύχει τον στόχο της -πρακτικά εξαπλασιασμό του αριθμού των τουριστών που υποδέχθηκε πέρυσι- είναι κάτι που μένει να φανεί.
Δεν είναι ωστόσο η μοναδική στην περιοχή που επιχειρεί να τονώσει την τουριστική βιομηχανία της δίνοντας… δώρα στους τουρίστες.
Το Χονγκ Κονγκ επίσης ανακοίνωσε πρόσφατα σχέδιο ενίσχυσης της τοπικής τουριστικής βιομηχανίας, μετά την άρση των ιδιαίτερα αυστηρών μέτρων καραντίνας.
Στην προκειμένη περίπτωση, το πρόγραμμα αφορά στη διάθεση 500.000 δωρεάν αεροπορικών εισιτηρίων με προορισμό την ειδική αυτή διοικητική περιοχή της Κίνας.
Διάρκειας έξι μηνών, το πρόγραμμα θα αρχίσει τον Μάρτιο με κληρώσεις σε τρεις φάσεις, η συμμετοχή στις οποίες θα δηλώνεται σε ειδική ιστοσελίδα.
Σε πρώτη φάση θα αφορά ταξιδιώτες από τη νοτιοανατολική Ασία, έπειτα από την ηπειρωτική Κίνα και στην τελική φάση από τον υπόλοιπο κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της Ευρώπης.
Πρόκειται ουσιαστικά για την αξιοποίηση εισιτηρίων, που οι αρχές του Χονγκ Κονγκ είχαν αγοράσει κατά την κορύφωση της COVID-19 προς στήριξη των τριών αεροπορικών εταιρειών που λειτουργούν στην πρώην βρετανική αποικία (Cathay Pacific, HK Express και Hongkong Airlines), έναντι ενός συνολικού ποσού περίπου 255 εκατομμυρίων δολαρίων.
Καν’ το όπως και οι… άλλοι;
Το στοίχημα είναι πολλαπλό για μια περιοχή που μέχρι πρότινος αποτελούσε διεθνή αεροπορικό κόμβο, είχε προ πανδημίας πάνω από 56 εκατομμύρια επισκέπτες ετησίως -πάνω από επτά φορές τον πληθυσμό του- αλλά πέρυσι ο αριθμός τους μετά βίας έφτασε τους 100.000.
Συνδυαστικά δε με τους αυστηρούς περιορισμούς, που παρέμειναν σε ισχύ μέχρι και τον Σεπτέμβριο ένεκα της άτεγκτης πολιτικής του Πεκίνου και έτρεψαν σε φυγή πολλούς κατοίκους της περιοχής, το Χονγκ Κονγκ υπέστη τη μεγαλύτερη συρρίκνωση πληθυσμού (-1,6%) εδώ και πάνω από έξι δεκαετίες.
Πολλοί εκφράζουν φόβους ότι τα νέα μέτρα έρχονται πολύ αργά για να αλλάξει το κλίμα στον διεθνή οικονομικό κόμβο, που πλεόν τελεί υπό το άγρυπνο βλέμμα και τον όλο και πιο ασφυκτικό κλοιό του κινεζικού κομμουνιστικού καθεστώτος.
Ως εκ τούτου, θεωρείται λίγο πολύ άτοπη η σύγκριση με ανάλογα εγχειρήματα τόνωσης της τουριστικής βιομηχανίας με την παροχή κινήτρων, εν μέσω πανδημίας, σε άλλα μέρη του κόσμου.
Προϋπάρχοντα παραδείγματα αποτελούν πόλεις των ΗΠΑ, όπως το Ρέντμοντ στην πολιτεία της Ουάσιγκτον -έδρα της Microsoft- που από την άνοιξη του 2021 κιόλας… πλήρωνε τουρίστες για να την επισκέπτονται.
Για την ακρίβεια, τους πρώτους 500 που θα περνούσαν εκείνη την περίοδο τουλάχιστον δύο ημέρες στην πόλη.
Ακολούθησαν πολλές άλλες περιοχές στις ΗΠΑ, καθώς και διάφορα μέρη στον κόσμο που υιοθέτησαν ανάλογα προγράμματα επιβράβευσης τουριστών σε δύσκολες φάσεις της πανδημίας.
Από το θέρετρο Κανκούν στο Μεξικό έως τη Σικελία στην Ιταλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ιαπωνία.
Μια από τις πιο πρόσφατες προσθήκες στη λίστα ήταν το Φριούλι-Βενέτσια Τζούλια: μια από τις λιγότερο δημοφιλείς τουριστικά περιοχές στη βορειοανατολική Ιταλία, που αποφάσισε να δώσει οικονομικά κίνητρα σε υποψήφιους επισκέπτες για κατ’ ελάχιστον δύο διανυκτερεύσεις, παρέχοντας μεταξύ άλλων εκπτώσεις σε τοπικές επιχειρήσεις και δωρεάν χρήση των μέσων μαζικής μεταφοράς για μονοήμερα ταξίδια σε άλλα μέρη της χώρας.