ΟΙανουάριος είναι ένας από τους πλέον δύσκολους τουριστικά μήνες του έτους, αφού λόγω καιρικών αλλά και κοινωνικών συνθήκων οι ταξιδιώτες δεν τον επιλέγουν ως τον μήνα που θα κάνουν διακοπές. Ωστόσο κάποιοι το πράττουν και ίσως αποτελεί και μία πρόγευση για το πως θα κινηθεί συνολικά η χρόνια.
Έτσι λοιπόν με βάση τα στοιχεία που ανακοινώθηκαν από την Τράπεζα της Ελλάδος, η εικόνα κρίνεται απόλυτα ικανοποιητική, αν και τα μηνύματα χρίζουν πολλαπλών ερμηνειών. Έτσι λοιπόν τα έσοδα και οι αφίξεις είναι κατά πολύ καλύτερες από πέρυσι, ωστόσο υπολείπονται αυτών του 2019, που είναι και η χρονιά ορόσημο για τον ελληνικό τουρισμό.
Αυτό μπορεί να μην σημαίνει και τίποτε, αλλά μπορεί να δείχνει και μία τάση, ότι δηλαδή δεν θα αποτελέσει περίπατο η κατάρριψη του ρεκόρ του 2019, που αυτός είναι ο στόχος για την φετινή τουριστική περίοδο.
Τα πρώτα δείγματα από τις προκρατήσεις δείχνουν ότι η εικόνα είναι ιδιαίτερα θετική, με τα ποσοστά από τους Βρετανούς κυρίως τουρίστες να είναι κάτι περισσότερο από εντυπωσιακά. Οι Γερμανοί βέβαια όπως άλλωστε συμβαίνει κατά κόρον είναι … συντηρητικοί και αποφασίζουν αργότερα, ενώ ελπιδοφόρα είναι τα μηνύματα από τις ΗΠΑ, αλλά και τις νέες αγορές όπως για παράδειγμα η Ινδία και η Αυστραλία.
Ακρίβεια και έλλειψη προσωπικού τα μεγάλα αγκάθια
Δύο είναι εκ πρώτης όψεως τα μεγάλα αγκάθια την φετινή περίοδο. Το πρώτο έχει να κάνει με το γεγονός ότι ο υψηλός πληθωρισμός, που αποτελεί παγκόσμιο πρόβλημα, προκαλεί δεύτερες σκέψεις και αναθεώρηση πλάνων στους περισσότερους εν δυνάμει πελάτες της ελληνικής βαριάς βιομηχανίας. Και ως εκ τούτου το πλέον πιθανό είναι εκείνοι που έρχονται να ξοδέψουν λιγότερα από πέρυσι ή να μείνουν λιγότερο.
Την εκτίμηση αυτή την επιβεβαιώνουν τα πρώτα στοιχεία που δημοσιοποιήθηκαν. Έτσι λοιπόν με βάση τα στοιχεία του Ιανουαρίου, η κατά κεφαλή δαπάνη σε σχέση με πέρυσι είναι κατά πολύ χαμηλότερη. Διαμορφώθηκε στα 352 ευρώ, έναντι 381 ευρώ πέρυσι και 350 ευρώ το 2019.
Οι αφίξεις είναι πολύ υψηλότερες από πέρυσι, ανήλθαν στις 635 χιλιάδες ταξιδιώτες, από 341 χιλιάδες ταξιδιώτες τον Ιανουάριο του 2022, αλλά χαμηλότερες από τον Ιανουάριο του 2019 που ήταν 660 χιλιάδες.
Σε ότι αφορά το ύψος των εισπράξεως, αυτές εμφανίζονται εντυπωσιακά περισσότερες από πέρυσι, (224 εκατ. έναντι 130 εκατ.), αλλά λιγότερες από το 2019 που ήταν 232 εκατ.
Ένα άλλο μεγάλο πρόβλημα, που για την ώρα τουλάχιστον δεν δείχνει να βρίσκει λύση, είναι η έλλειψη προσωπικού, τόσο στην εστίαση, όσο και στα ξενοδοχεία που προφανώς θα δημιουργήσει πρόβλημα στην παροχή υπηρεσιών και ειδικά αυτών που απευθύνονται σε τουρίστες με φουσκωμένο πορτοφόλι.
Ψάχνουμε 60.000 επιπλέον εργαζόμενους
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών επιχειρήσεων, σε εθνικό επίπεδο, εκτιμάται ότι στην αιχμή της θερινής σεζόν του 2022 καταγράφηκαν 60.225 ελλείψεις προσωπικού, από τις 262.981 θέσεις εργασίας που προβλέπονται βάσει οργανογράμματος στα ξενοδοχεία.
Δηλαδή, το ποσοστό έλλειψης ανήλθε σε 23% ή περισσότερες από 1 στις 5 θέσεις δεν καλύφθηκε. Το ποσοστό έλλειψης ήταν παρόμοιο σε όλα σχεδόν τα τμήματα και κυμαινόταν από 21% έως 24%.