Στο πολυνομοσχέδιο για την Παιδεία που έχει καταθέσει η κυβέρνηση της ΝΔ, περιλαμβάνονται σαρωτικές αλλαγές σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Δεν θα σταθώ στο χρονικό σημείο κατάθεσης ενός σημαντικού νομοσχεδίου, δηλαδή εν μέσω αδυναμίας θεσμικών δημοκρατικών διαδικασιών διαλόγου και μαζικής διεκδικητικής έκφρασης των συνδικάτων λόγω του κορονοϊού. Εξάλλου η τακτική της κυβέρνησης να φέρει επίμαχα νομοσχέδια στο χρονικό πλαίσιο των περιοριστικών μέτρων και της ταυτόχρονης άρνησης διαλόγου με τους αρμόδιους φορείς, αποδείχτηκε τις τελευταίες μέρες και στο αντι-περιβαλλοντικό νομοσχέδιο.
Οι εκπαιδευτικές ομοσπονδίες έχουν ήδη αναλύσει τις σημαντικές αρνητικές διατάξεις και για το λόγο αυτό με τις αποφάσεις τους ζητούν την απόσυρση του νομοσχεδίου. Θα αναφερθώ σε μια και μόνο πτυχή του νομοσχεδίου με σκοπό να καταδειχθεί η βασική του φιλοσοφία που δεν είναι άλλη από τη μείωση των κρατικών δαπανών για τη Δημόσια Εκπαίδευση, η υποβάθμιση του παρεχόμενου εκπαιδευτικού έργου από τα Δημόσια Σχολεία και η λειτουργία των σχολικών μονάδων με ιδιωτικό-οικονομικά κριτήρια.
Η παρ. 2 των άρθρων 6 και 7 του π.δ. 79/2017 αντικαθίσταται από το συντηρητικό πισωγύρισμα της αύξησης του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα σε νηπιαγωγεία και δημοτικά σχολεία. Συνάμα, αυξάνεται ο ελάχιστος αριθμός μαθητών από διθέσιο νηπιαγωγείο και άνω. Αναλυτικότερα λοιπόν, αυξάνει τον μέγιστο αριθμό από 22 στους 26 μαθητές και παράλληλα στα 7/θέσια και άνω σχολεία ορίζεται πως δεν μπορεί να υφίσταται τμήμα με λιγότερους από 20 μαθητές. Επιπλέον, στα νηπιαγωγεία ορίζεται ελάχιστος αριθμός νηπίων από 14 σε 16 μαθητές ανά τμήμα χωρίς να κάνει την παραμικρή διαφοροποίηση ως προς τα δυσπρόσιτα, απομακρυσμένα και παραμεθόρια νηπιαγωγεία που ο ελάχιστος αριθμός νηπίων, σύμφωνα με τον Ν. 4589/19, είχε οριστεί στους 5 μαθητές.
Μονάχα απ’ αυτή τη ρύθμιση κατανοεί κάποιος πως οι επιδιώξεις της κυβέρνησης είναι ξεκάθαρες. Θα υπάρξουν σαρωτικές συμπτύξεις τμημάτων και συγχωνεύσεων σχολικών μονάδων, συνεχείς μετακινήσεις μαθητών και εκπαιδευτικών, δραστική μείωση των θέσεων εργασίας και των διορισμών στην εκπαίδευση, μείωση του κόστους για την παιδεία και ποιοτική υποβάθμιση της εκπαιδευτικής διαδικασίας.