Πολλά άρθρα σχετικά με την απόσυρση των πυρηνικών μονάδων της Γερμανίας εστίασαν στο κόστος που συνεπάγεται το κλείσιμό τους αντί για το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων σε όρους εκπομπών CO2.
Αν και συμφωνώ ότι η Γερμανία θα έπρεπε να είχε κλείσει πρώτους τους λιγνιτικούς σταθμούς, το πιο σημαντικό θέμα είναι ότι έκλεισε “αξιόπιστες” μονάδες βάσης και τις αντικατέστησε με “στοχαστικές” ΑΠΕ. Και μάλιστα το έκανε σε μεγάλη κλίμακα. Πριν από 20 χρόνια οι μονάδες βάσης (πυρηνικά και λιγνίτης) αντιστοιχούσαν στο 60% της συνολικής ηλεκτροπαραγωγής (περίπου 30% έκαστο). Πλέον βρίσκονται κοντά στο 20% και το μεγαλύτερο μέρος αντικαταστάθηκε με ΑΠΕ – περίπου 30% αιολικά, 10% φ/β και κάποια βιομάζα (5-10%, που είναι κοντά σε ισχύ βάσης).
Παράλληλα, το μερίδιο των ευέλικτων μονάδων ορυκτών καυσίμων (αέριο και λιθάνθρακας) μειώθηκε. Το αέριο, αν και μεταβάλλεται, είναι κοντά στο 10% της συνολικής παραγωγής, όπως ήταν πριν από 20 χρόνια, ενώ ο λιθάνθρακας μειώθηκε από άνω του 20% σε κάτω από 10%.
(Οι αριθμοί προέρχονται από το Frauhofer. Τα φ/β είναι χαμηλά το 2023 διότι προηγήθηκαν οι χειμερινοί μήνες, ενώ ο άνεμος είναι ψηλά για τον ίδιο λόγο).
Η Γερμανία εξάγει αιολική ενέργεια όποτε μπορεί και κατά τα άλλα ευέλικτη παραγωγή. Η ευελιξία προς τα επάνω μπορεί να προέλθει μόνο από ευέλικτες μονάδες που παραμένουν κλειστές τον περισσότερο χρόνο και ανάβουν μόνο όταν χρειάζεται. Οπότε ναι, η Γερμανία έχει πολλούς σταθμούς αερίου, αλλά χρησιμοποιούνται πολύ λίγο, μόνο όταν η ζήτηση (συμπεριλαμβανομένης της Γαλλίας) είναι πολύ υψηλή και οι ΑΠΕ πολύ χαμηλά. Αυτό συμβαίνει, αλλά όχι τόσο συχνά πλέον. Οι συμβατικές μονάδες είναι σχετικά φθηνές (και κατασκευασμένες από ευρωπαϊκά χέρια) και αν χρησιμοποιούνται σπανίως, τότε δεν εκλύουν πολύ CO2.
Η Γερμανία είχε ένα πολύ άσχημο ξεκίνημα σε ότι αφορά τις εκπομπές CO2 του ηλεκτρισμού, αλλά βελτιώνεται ταχύτατα. Η Γαλλία ήταν τυχερή καθώς διέθετε εξ αρχής ένα εν πολλοίς απανθρακοποιημένο σύστημα (η ανάπτυξη των πυρηνικών ήταν έξυπνη ποικιλοτρόπως, αλλά αυτός δεν ήταν ο λόγος που επιλέχθηκε αρχικά), όμως τώρα οι εκπομπές της αυξάνονται, αν και παραμένουν χαμηλές, καθώς η αναξιοπιστία του γηραιού πυρηνικού της στόλου απαιτεί αυξημένη χρήση μονάδων αερίου ή εισαγωγών (που συνήθως καλύπτονται από ορυκτά καύσιμα σε ώρες αιχμής).
Η Γαλλία ήταν επίσης τυχερή διότι είχε πρόσβαση σε μια τεράστια μπαταρία, τις Άλπεις. Τα πυρηνικά απαιτούν τεράστιες ποσότητες αποθήκευσης/ευέλικτης ισχύος που παρέχουν τα υδροηλεκτρικά και η Γαλλία διαθέτει άφθονα ή δανείζεται από τους γείτονές της. Αυτή η ισχύς μπορεί να χρησιμοποιηθεί και θα χρησιμοποιηθεί με διαφορετικό τρόπο όταν δεν θα χρειάζεται πλέον να αντιμετωπίζει τον πολύ μεγάλο ημερήσιο κύκλο της ισχύος βάσης (η παραπανήσια παραγωγή τη νύχτα αποθηκεύεται στις Άλπεις και επιστρέφει στο σύστημα την ημέρα).
Το μέλλον δεν είναι η ισχύς βάσης, είτε μιλάμε για μονάδες άνθρακα, είτε για πυρηνικές. Το μέλλον είναι οι ΑΠΕ και ένα μείγμα από έξυπνη ζήτηση και ευέλικτη παραγωγή, είτε πρόκειται για υδροηλεκτρικά, νέες μορφές αποθήκευσης και μικρή χρήση ορυκτών καυσίμων (και πάλι, το να έχεις πολλές μονάδες δεν σημαίνει μεγάλη κατανάλωση καυσίμου – έχει νόημα να έχεις διαθέσιμες αυτές τις μονάδες και να τις χρησιμοποιείς μόνο σε ακραίες αιχμές).