Σύμφωνα με πρόχειρες εκτιμήσεις, μονάχα στη δυτική Κρήτη το κόστος αποκατάστασης των καταστροφών που άφησε πίσω της η «Χιόνη», δηλαδή η προηγούμενη κακοκαιρία, ανέρχεται σε δεκάδες εκατομμύρια ευρώ. Κι αυτό, δίχως να συνυπολογίζονται οι ζημιές στο εθνικό οδικό δίκτυο.
Η «Ωκεανίδα», που πλήττει αυτές τις ημέρες το νησί, αφήνει πολλαπλάσιο αποτύπωμα σε έκταση και όγκο καταστροφών, άρα και σε κόστος αποκατάστασης.
Προφανώς το μέγεθος του φαινομένου δεν αφήνει περιθώριο να σκεφτεί κανείς ότι θα μπορούσε να έχει εκτονωθεί δίχως να προκαλέσει ζημιές.
Παρόλα αυτά, εύλογο είναι το ερώτημα τι θα μπορούσαμε να έχουμε αποφύγει, αν υπήρχε μια στοιχειώδης συντήρηση στις παλιές υποδομές κι αν τα πιο πρόσφατα έργα εκτελούνταν με πιστή εφαρμογή των προβλεπόμενων τεχνικών προδιαγραφών τους.
Πάντοτε το κόστος της πρόληψης είναι μικρότερο από αυτό της αποκατάστασης.
Κι όμως, ενώ σε ατομικό επίπεδο αρχίζουμε να εμπεδώνουμε το παραπάνω σκεπτικό λ.χ. σε θέματα υγείας, συλλογικά ακόμη δεν έχουμε αντιληφθεί την αξία της πρόληψης, ούτε καν σε λογιστικό επίπεδο.
Ένα παραπάνω έξοδο για συντήρηση υποδομών, ας πούμε, δύσκολα θα εντασσόταν σε κάποιον δημοτικό ή περιφερειακό προϋπολογισμό, όταν την ίδια ώρα θα μπορούσε να διοχετευτεί σε εκτέλεση καινούργιων έργων, ειδικά σε εποχές ισχνών αγελάδων.
Άλλωστε τα καινούργια έργα γίνονται άμεσα αντιληπτά από τον ψηφοφόρο, σε αντίθεση με τη συντήρηση, που τα αποτελέσματά της δεν είναι διόλου εμφανή.
Αν όμως είχαμε συντηρήσει ένα γεφύρι, σήμερα ενδεχομένως να μη χρειαζόμασταν καινούργιο.
Αν είχαμε διαχειριστεί σωστά τα πρανή του εθνικού δικτύου, σήμερα ενδεχομένως να μη χρειαζόμασταν να αποκαταστήσουμε μια κολοσσιαία κατολίσθηση.
Οι κοινωνίες των ανθρώπων προχώρησαν μπροστά, από την εποχή των σπηλαίων ακόμη, επειδή μάθαιναν από τα λάθη τους.
Αυτές οι φυσικές καταστροφές μάς δίνουν την ανεκτίμητη ευκαιρία να μάθουμε από τα δικά μας λάθη.
Κι η κοινωνία μας δεν έχει δείξει ιδιαίτερη θέρμη, ως τώρα, στο να μαθαίνει από τα λάθη της.
Ας ξεκινήσουμε κάποια στιγμή.