Πραγματικά η φετινή είναι μια πολύ δύσκολη χρονιά για το Κρητικό ελαιόλαδο. Οι ελαιοπαραγωγοί της Κρήτης έχουν απολέσει μεγάλο μέρος της φετινής βεντέμας, ενώ έχουν χάσει ένα ακόμη μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματος τους από τις χαμηλές τιμές που προσφέρονται στην αγορά.
Η βασική αιτία, εκτός από τις γενικότερες συνθήκες που επικρατούν στην διεθνή αγορά, είναι οι πολύ υψηλές οξύτητες του Κρητικού ελαιόλαδου. Η μέση οξύτητα είναι στα 1,8 οξέα, το ποσοστό του εξαιρετικού παρθένου ελαιόλαδου με οξύτητα κάτω από 0,8 οξέα είναι φέτος πολύ μικρό σε αντίθεση με αυτό προηγούμενων χρόνων που ξεπερνούσε το 80% της παραγωγής. Από την άλλη, μεγάλες ποσότητες ελαιόλαδο έχουν οξύτητες που φθάνουν τα 5 οξέα και θυμίζουν εποχές της παιδικής μου ηλικίας όταν η ποιοτική κατάταξη των ελαιόλαδων γίνονταν στην κλίμακα 1 μέχρι 5 οξέα.
Το παράδοξο είναι ότι φαίνεται να υπάρχει μεγαλύτερη ζήτηση για τα ελαιόλαδα χαμηλής ποιότητας και τιμής παρά για τα λίγα εξαιρετικά παρθένα. Μια ερμηνεία αυτής της διαφοράς θα μπορούσε να δώσει η ιστορία που ακολουθεί. Σε γνωστό σουπερμάρκετ του Ηρακλείου, δίπλα – δίπλα στο κάτω ράφι πωλούνται δύο τετράλιτρες συσκευασίες, η μία Εξαιρετικού Παρθένου Κρητικού ελαιόλαδου και μάλιστα ΠΟΠ και η άλλη Ελαιόλαδου γνωστής βιομηχανίας. Οι τιμές αντίστοιχα είναι 18 Ευρώ για το Εξαιρετικό Παρθένο και 24,60 Ευρώ για το Ελαιόλαδο. Όταν μια εταιρεία μπορεί να αγοράσει σχεδόν τζάμπα το ελαιόλαδο χαμηλής ποιότητας και με μικρό κόστος εξευγενισμού και «Ελαιολαδοποίησης» να το μοσχοπουλά, λογικό και δικαιολογημένο είναι να κάνει τις κατάλληλες αγορές. Και προφανώς το αγοράζουμε…
Κάτι δεν πάει καλά. Μάλλον εδώ στην Κρήτη που ισχυριζόμαστε πως μπορούμε να παράγουμε το καλύτερο ελαιόλαδο, δεν έχουμε μάθει τι σημαίνει καλό ελαιόλαδο. Και αυτό για μένα είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό για το μέλλον μας.
Το «Εξαιρετικό Παρθένο Ελαιόλαδο» είναι η κορυφαία κατηγορία του ελαιόλαδου με υψηλή βιολογική και διατροφική αξία. Τα Εξαιρετικά παρθένα Ελαιόλαδα που χαρακτηρίζονται ΠΟΠ, είναι λογικά τα καλύτερα. Μερικά από τα εξαιρετικά παρθένα ελαιόλαδα με υψηλή συγκέντρωση σε πολύτιμα φαινολικά συστατικά μπορούν να αναγράφουν πάνω στη συσκευασία τους τον λεγόμενο ισχυρισμό υγείας.
Το «Ελαιόλαδο» αποτελούμενο από εξευγενισμένο και παρθένο ελαιόλαδο, έχει χάσει μέρος της διατροφικής του αξίας, διότι έχει υποστεί βιομηχανική επεξεργασία. Το «Ελαιόλαδο» έχει απολέσει την παρθενία του. Η παρθενορραφή που στην περίπτωση του είναι η προσθήκη και μικρής ποσότητας παρθένου ελαιόλαδου στο εξευγενισμένο ή όπως αλλιώς είναι γνωστό ραφιναρισμένο ελαιόλαδο δεν το κάνει σε καμιά περίπτωση ισάξιο του εξαιρετικού παρθένου.
Το εξευγενισμένο ή ραφινέ ελαιόλαδο προέρχεται από την επεξεργασία μη βρώσιμων ελαιόλαδων, με υψηλή οξύτητα ή άλλα ελαττώματα. Δεν είναι εξαιρετικό παρθένο, ούτε καν ελαιόλαδο. Ωστόσο εξακολουθεί να υπερέχει έναντι των άλλων σπορέλαιων που παράγονται με ραφινάρισμα διότι είναι προϊόν που παράγεται από τον ελαιόκαρπο και έχει την σύνθεση του ελαιόλαδου.
Τελικά τα καταφέραμε φέτος να φτιάξουμε ελαιόλαδο με μεγάλη οξύτητα. Και τώρα τι κάνουμε; Πως το καταναλώνουμε;
Οι συνθήκες στην διεθνή αγορά είναι δυστυχώς αρνητικές, υπερπαραγωγή σε πολλές ανταγωνίστριες χώρες και μάλιστα σε καλύτερες ποιότητες από το σημερινό Κρητικό ελαιόλαδο. Επειδή ακόμη η παλαιότερη διέξοδος του Κρητικού ελαιόλαδου, η εξαγωγή του σε χώρες με χαμηλότερη ποιότητα, ιδιαίτερα στα οργανοληπτικά χαρακτηριστικά, έχει μάλλον αναστραφεί και ακούμε για εισαγωγές ελαιόλαδου για να βελτιώσουμε το δικό μας, οι εξαγωγές Κρητικού Ελαιόλαδου φαντάζουν φέτος περιορισμένες. Επομένως πρέπει να ενισχύσουμε την ΕΝΤΟΣ ΚΡΗΤΗΣ ΚΑΤΑΝΑΛΩΣΗ σαν μια διέξοδο στο πρόβλημα της διάθεσης.
Επειδή όλοι μας βιώνουμε την εξαιρετικά δύσκολη χρονιά του Κρητικού ελαιόλαδου με τις πολύ υψηλές οξύτητες, θέλω να διευκρινίσω σε όσους με ρώτησαν αλλά και σε κάθε ενδιαφερόμενο, ότι κατά την γνώμη μου καλύτερο είναι ένα εξαιρετικό παρθένο ή έστω παρθένο ελαιόλαδο με υψηλή οξύτητα από ένα σπορέλαιο με οξύτητα 1 γραμμή. Αυτό δεν σημαίνει ότι η οξύτητα δεν είναι ποιοτικό πρόβλημα ή δεν σχετίζεται με την ουσιαστική αξία του ελαιόλαδου που είναι κυρίως η βιολογική – διαιτητική του αξία.
Επειδή επίσης γνωρίζω ότι οι περισσότεροι κρίνουν την ποιότητα του ελαιόλαδου με βάση την οξύτητα σαν τα παλιά χρόνια, ας ξεκαθαρίσουμε ότι η οξύτητα είναι πραγματικά σημαντικό κριτήριο στην αξιολόγηση της ποιότητας του παρθένου ελαιόλαδου, όχι όμως το μόνο ούτε το πιο κρίσιμο.
Η οξύτητα του ελαιόλαδου δεν είναι τοξική, δεν κάνει κακό στην υγεία. Δεν είναι καν «ξινή» όπως απαντούν οι περισσότεροι όταν ερωτηθούν σχετικά. Επειδή ωστόσο ένα ελαιόλαδο με υψηλή οξύτητα ταγγίζει με πολύ μεγαλύτερη ταχύτητα από ένα με μικρότερη οξύτητα, χρειάζεται ιδιαίτερη φροντίδα στην αποθήκευση του.
Σε οικιακή κλίμακα, η συσκευασία σε γεμάτα μικρά κατάλληλα δοχεία, αδιαφανή και αδιαπέραστα από το οξυγόνο, σε χώρο με χαμηλή και σταθερή θερμοκρασία γύρω στους 15 βαθμούς αυξάνει τον χρόνο διατήρησης της ποιότητας του. Κατάλληλα δοχεία είναι τα μεταλλικά εξάλιτρα ή και μικρότερα, τα δοχεία ή μπουκάλια από έγχρωμο γυαλί, ή κατάλληλα ανοξείδωτα. Να μην παραμένει το ελαιόλαδο σε πλαστικά δοχεία και σε καμιά περίπτωση να μην χρησιμοποιούνται πλαστικά μπουκάλια. Κατάλληλοι χώροι τα καθαρά υπόγεια ή άλλοι δροσεροί και σκοτεινοί χώροι.
Σε επαγγελματική κλίμακα, ελαιουργεία, εγκαταστάσεις συσκευασίας κλπ., οι ανοξείδωτες δεξαμενές με συστήματα αποκλεισμού του οξυγόνου (άζωτο ή άλλο σύστημα), ο κλιματισμός του χώρου και άλλες ενέργειες (π.χ. φιλτράρισμα και απομάκρυνση της υγρασίας) είναι φέτος περισσότερο επιβεβλημένες.
Πέρα από την αυτοκατανάλωση πρέπει πραγματικά να βρεθούν τρόποι να αξιοποιηθεί η φετινή παραγωγή ελαιόλαδου ώστε να περιοριστούν οι αρνητικές συνέπειες στην τοπική οικονομία.
Η βελτίωση της ποιότητας των μειονεκτικών ελαιόλαδων με εξευγενισμό, ανάμειξη καλή τυποποίηση και αποθήκευση και η διάθεση τους στην μεγάλη Κρητική βιομηχανία τον Τουρισμό, σε αντικατάσταση των έτσι κι αλλιώς υποδεέστερων ποιοτικά σπορέλαιων, μπορεί να αποδειχτεί μια καλή λύση, αμοιβαία επωφελής. Για να γίνει ωστόσο αυτό χρειάζονται συντονισμένες προσπάθειες τόσο για την παραγωγή των προϊόντων, όσο και για την ενημέρωση των Τουριστικών φορέων. Και επειδή μιλάμε για επιχειρήσεις καλό θα ήτανε αν μπορούσε να βρεθεί και κάποιο «κίνητρο». Μια πιστοποίηση π.χ. στα πλαίσια του I Do Local από την Περιφέρεια Κρήτης, ένα φορολογικό κίνητρο κλπ.
Και να μην ξεχνάμε. Όταν σε μια δύσκολη χρονιά σαν την φετινή καταναλώνουμε Κρητικό ελαιόλαδο κερδίζουμε όλοι.
Το κείμενο αυτό δεν θα χρειαζόταν να γραφτεί αν είχαμε ένα ΓΡΑΦΕΙΟ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΟΥ ΚΡΗΤΙΚΟΥ ΕΛΑΙΟΛΑΔΟΥ.