Στην πολιτική – ιδίως όταν αντιμετωπίζεται ως τέχνασμα και όχι ως τέχνη προαγωγής των συλλογικών συμφερόντων – ο παράγων τύχη διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα είναι ο επικοινωνιακός καταποντισμός του κυβερνητικού εγχειρήματος υπό τον βαρύγδουπο τίτλο «καλάθι του νοικοκυριού». Τί είναι αυτό; Πρακτικά είναι μια λίστα από βασικά αγαθά, που παραδίδεται από το Υπουργείο Ανάπτυξης σε κάθε σούπερ μάρκετ, προκειμένου να συγκρατούνται οι τιμές σε 50 κωδικούς προϊόντων και να μπορεί ο καταναλωτής, παρά την ακρίβεια, να μην τα στερηθεί.
Προφανώς, τούτο δε συνιστά μείωση τιμών. Ωστόσο, το κάθε σούπερ μάρκετ έχει την υποχρέωση από μια συγκεκριμένη κατηγορία προϊόντων να υποδεικνύει για το καλάθι ένα με τη χαμηλότερη τιμή και να το διατηρεί σε αυτήν την τιμή για μία εβδομάδα, ανάλογα και με την κοστολόγηση που κάνει. Επίσης, σημαντική είναι η διευκρίνιση ότι η ανωτέρω υποχρέωση δεν καταλαμβάνει υποχρεωτικά το σύνολο των επιχειρήσεων αλλά μόνον όσες ο τζίρος τους υπερβαίνει τα 90.000.000 ευρώ.
Και γιατί επήλθε επικοινωνιακός καταποντισμός μιας πολιτικάντικης ιδέας; Διότι σε ιδιαίτερα δημοφιλή και φιλοκυβερνητική πρωινή εκπομπή ζητήθηκε από έναν ηλικιωμένο κύριο που ήταν έξω από ένα σούπερ μάρκετ να σχολιάσει τις τιμές των προϊόντων που συμπεριλήφθηκαν από τις συμμετέχουσες επιχειρήσεις στο εγχείρημα της συγκράτησης των τιμών. Και ο ηλικιωμένος απάντησε κοφτά: «Αρχ…α καπαμά. Καμία διαφορά». Το αντιμήνυμα επισκίασε το κυβερνητικό αφήγημα – μήνυμα και έγινε viral στα social media και στις ενημερωτικές διαδικτυακές ιστοσελίδες. Το momentum χάθηκε πριν ακόμη δημιουργηθεί. Η «τεχνική της μαγειρικής» (ο «καπαμάς» αποτελεί τεχνική μαγειρέματος με βάση αρνίσιο ή μοσχαρίσιο κρέας, με ντομάτες και καρυκεύματα) κυριάρχησε επιβλητικά επί της «τεχνικής της επικοινωνίας».
Επί της ουσίας. Ήταν κακή αυτή η κυβερνητική πρωτοβουλία; Θα μπορούσε να είναι αποτελεσματική; Προφανώς όχι. Από τη στιγμή που ο στόχος ήταν η συγκράτηση των τιμών και η ανακούφιση των πολιτών από το κύμα ακρίβειας που σαρώνει τα πάντα, η συγκεκριμένη πρωτοβουλία ήταν τουλάχιστον αλυσιτελής, κάτι που γνώριζαν οι εμπνευστές της. Και τούτο διότι, καταρχάς, η ακρίβεια δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με αναχρονιστικά μέτρα διατίμησης. Περαιτέρω, διότι η συγκεκριμένη πρωτοβουλία κινητροδοτεί τις υπεραγορές να προβούν σε ανατιμήσεις άλλων προϊόντων για να καλύψουν τη «χασούρα» από τα φερόμενα ως σταθεροποιηθέντα προϊόντα (αυτά δηλαδή που συμπεριλαμβάνονται στο «καλάθι του νοικοκυριού»). Συνεπώς, ούτε οι πολίτες ανακουφίζονται ούτε ο πληθωρισμός αντιμετωπίζεται. Τέλος, εάν πραγματικά η δημόσια διοίκηση αποφασίσει να περιφρουρήσει την υλοποίηση της εξαγγελθείσας πρωτοβουλίας, σφόδρα πιθανολογείται ότι το κόστος εφαρμογής και επιτήρησης του συγκεκριμένου μέτρου θα είναι μεγαλύτερο από τα προσδοκώμενα οφέλη.
Το πρόβλημα, όμως, παραμένει και θα επιταθεί τους χειμερινούς μήνες. Σύμφωνα με έρευνα του ΙΝΕ ΓΣΕΕ, η αγοραστική δύναμη του κατώτατου μισθού έχει μειωθεί κατά περίπου 19% από τον Απρίλιο του 2022. Μέσα στο 2022, οι απώλειες αγοραστικής δύναμης φτάνουν στο 40% για τα νοικοκυριά με μηνιαίο εισόδημα έως 750 ευρώ, στο 9%-14% για τα νοικοκυριά με εισόδημα 751-1.100 ευρώ, και στα άλλα εισοδηματικά κλιμάκια είναι μικρότερες από 11%.
Οι ανωτέρω αριθμοί αντικαθρεφτίζουν τη ζώσα πραγματικότητα. Και η τελευταία δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με πολιτικές του … καπαμά, όπως σοφά και συμπεριληπτικά κατέδειξε ο ερωτηθείς παππούλης της ιστορίας μας…