Η υπόθεση της κτηνώδους δολοφονίας της διακεκριμένης Αμερικανίδας μοριακής βιολόγου Σούζαν Ιτον στο Κολυμπάρι, το 2019, αναβιώνει στις 16 Νοεμβρίου στο Μεικτό Ορκωτό Εφετείο δυτ. Κρήτης, στα Χανιά.
Η υπόθεση είχε συγκλονίσει την κοινή γνώμη σε Ελλάδα και εξωτερικό ενώ ήταν πολύ μεγάλο και το ενδιαφέρον ξένων ΜΜΕ. Σε πρώτο βαθμό, ο 31χρονος καθ’ομολογία δολοφόνος, καταδικάστηκε σε ποινή ισόβιας κάθειρξης για τη δολοφονία και σε 13 έτη κάθειρξη για τον βιασμό της.
Η εκδίκαση της έφεσης είχε προγραμματιστεί για τον περασμένο Μάρτιο, οδηγήθηκε όμως σε αναβολή λόγω γενικής απεργίας στην οποία συμμετείχαν και οι δικηγόροι και οι σωφρονιστικοί υπάλληλοι.
Βάσω Πανταζή: «Να υπάρξει μια αμετάκλητη απόφαση»
«Επιθυμία της οικογένειας είναι να υπάρξει μια αμετάκλητη απόφαση. Ήταν σημαντικό σήμερα ότι φάνηκε η αγωνία του δικαστηρίου να αποδοθεί η δικαιοσύνη και οι συγγενείς να έχουν μια αμετάκλητη απόφαση στα χέρια τους για τον άνθρωπο που στέρησε με τόσο αποτρόπαιο τρόπο την ζωή αυτής της γυναίκας, συζύγου, κόρης, αδερφής και μαμάς τους» σημείωσε τότε σε δήλωσή της η κα Βασιλική Πανταζή, από την μεριά της υποστήριξης της κατηγορίας.
Για το γεγονός ότι τα παιδιά δεν γνωρίζουν το μέγεθος της φρικαλεότητας του εγκλήματος, σημείωσε: «Είναι μια επιλογή που έχουν κάνει συνειδητά η αδερφή της θανούσης και ο μπαμπάς τους. Με την βοήθεια ψυχολόγων τα παιδιά όλον αυτόν τον καιρό προσπαθούν να ξεπεράσουν το γεγονός ότι η μαμά τους ήρθε για ένα συνέδριο στην πανέμορφη Κρήτη και δεν επέστρεψε ποτέ. Γνωρίζουν ότι έχει υπάρξει ο θάνατός της, χωρίς όμως να γνωρίζουν τις αποτρόπαιες συνθήκες κάτω από τις οποίες τελέστηκε.»
«Καταπέλτης» η εισαγγελέας
Στην αγόρευσή της, η εισαγγελέας πρότεινε την ενοχή του κατηγορουμένου για ανθρωποκτονία αλλά και για τον βιασμό της Αμερικανίδας βιολόγου, πρόταση που έγινε δεκτή από το δικαστήριο.
«Το θύμα εντοπίστηκε τυχαία από τον κατηγορούμενο, την ακολούθησε με το αυτοκίνητό του και την εμβόλισε με αυτό. Πέρασε ενώ ήταν ήδη στο οδόστρωμα και πάλι από πάνω της με το αμάξι. Προκλήθηκαν πολλαπλά κατάγματα στον θώρακα, τα πλευρά και στο κεφάλι ενώ κόπηκε και το αυτί της.
Μετά την έβαλε στο αμάξι, στο πορτ μπαγκάζ, και την μετέφερε στο σημείο στη θέση Καλαμάκι. Ενώ ήταν εν ζωή ήρθε σε συνουσία κατά φύση και παρά φύση μαζί της μια φορά, έχοντας η παθούσα χάσει τις αισθήσεις της» ανέφερε η εισαγγελέας.
Ο Εισαγγελέας ανέφερε στη συνέχεια πως εξελίχθηκαν τα γεγονότα στον λόφο πάνω από το παλαιό καταφύγιο – σπηλιά: «την έριξε ο κατηγορούμενος από ύψος 7 μέτρων. Το σώμα της σφηνώθηκε σε ένα σημείο και έτσι επήλθε ο θάνατος της από ασφυξία.
Στη συνέχεια το άψυχο σώμα της άτυχης γυναίκας, βρέθηκε από εθελοντές εξερευνητές. Το γεγονός ότι καθάρισε το αυτοκίνητο μετά το συμβάν αλλά και το δειγματοληπτικό υλικό από τις κάμερες, σε συνδυασμό με το γενετικό υλικό της θανούσης στο παπούτσι του κατηγορουμένου, το αίμα στην ομπρέλα με την οποία τυλίχτηκε το πτώμα αποδεικνύουν ότι εκείνος έκανε την πράξη».
Η αγόρευση του Εισαγγελέα κατέληξε ως εξής: «Είχε συνείδηση των πραττομένων καθώς την έβαλε στον χώρο των αποσκευών. Δε βρισκόταν σε διατάραξη συνείδησης όταν τελέσθηκε η πράξη. Ελαττωμένος καταλογισμός δεν υπάρχει και προτείνουμε την ενοχή του κατηγορουμένου για τα δυο κακουργήματα και το πλημμέλημα».