Τα ζοφερά και ματωμένα σκηνικά της άγριας συμμορίας των Αλβανών ληστών που μπούκαραν σε σπίτια της Αττικής και έσπαγαν στο ξύλο τους ενοίκους για να αρπάξουν ό,τι πολυτιμότερο υπήρχε στέλνοντάς τους άσχημα χτυπημένους στο νοσοκομείο και σε μια περίπτωση μιας 87χρονης στα Μελίσσια, στον θάνατο, αναβιώνουν αύριο στο Μικτό Ορκωτό Εφετείο.
Η άγρια ομάδα του «Νίκου» (φέρεται ως ένας εκ των αρχηγών, ο οποίος θα παραστεί συνοδευόμενος από τον δικηγόρο του κ. Αλέξανδρο Παπαϊωαννίδη) του «Θείου Μπεν», του «Μιρέλ», του «Ένο», του «Κλίτον» και των υπολοίπων 12 μελών – που πραγματοποιούσαν τις ληστρικές επιδρομές, κάθονται και πάλι στο εδώλιο για τις 30 κλοπές που έχουν διαπράξει, τις 10 αιματηρές ληστείες εκ των οποίων η μια θανατηφόρα και οι υπόλοιπες με ιδιαίτερη σκληρότητα, καθώς όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο διαβιβαστικό της Ασφάλειας οι δράστες «τέλεσαν τις πράξεις αυτές με ιδιαίτερη σκληρότητα και με καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου».
Μάλιστα, αναφορικά με τη θανατηφόρα ληστρική επίθεση στα Μελίσσια, επισημαίνεται στο διαβιβαστικό πως «η παθούσα απεβίωσε 7 Μαΐου 2016 και σύμφωνα με την κατάθεση της αδερφής της, οι θεράποντες ιατροί ανέφεραν ως αιτία θανάτου τον ξυλοδαρμό που υπέστη από τους δράστες της ληστείας».
Αξίζει να σημειωθεί, ότι από τις άρσεις τηλεφώνου σε μια συνομιλία ενός εκ των δραστών αποτυπώνεται για τη θανατηφόρα επίθεση, όλη η κτηνωδία που έκρυβαν μέσα τους και ξεσπούσαν στα δύστυχα θύματα τους: «Είμαστε μέσα. Τις έχουμε πιάσει αλλά κάνουν πολλή φασαρία… [….]. Δεν μπορούμε να βρούμε τίποτα γ@@@ την αδερφή τους γ@@@. Δεν μας δίνουν τίποτα οι γ@@@ες. Την έχω κάνει μες τα αίματα τη μία, τίποτα».
Οι καταθέσεις της φρίκης: «Ο δράστης που με χτύπησε ήταν πολύ βίαιος και τα χτυπήματα του ιδιαίτερα βάναυσα»
Η άτυχη 87χρονη που το ξημέρωμα της 5ης Μαρτίου 2016, δέχθηκε τα άγρια χτυπήματα των Αλβανών κουκουλοφόρων ληστών στο κεφάλι και το πρόσωπο και λίγες ώρες μετά το εξιτήριο που πήρε από το νοσοκομείο άφησε την τελευταία της πνοή, κατέθεσε πως:
«Διαμένω μόνιμα στα Μελίσσια Αττικής σε διαμέρισμα πρώτου ορόφου διόροφης κατοικίας μαζί με την αδερφή μου. Στις 5 Μαρτίου 2016 και περί ώρα 04:30, τρεις άγνωστοι δράστες οι οποίοι είχαν σκαρφαλώσει στο μπαλκόνι από τις σιδερένιες βάσεις εξωτερικού ανελκυστήρα της οικίας, έσπασαν τμήμα του ξύλινου παραθυρόφυλλο και εν συνέχεια το τζάμι του παραθύρου.
Ο ένας δράστης μπήκε στο δωμάτιο της αδερφής μου και ο άλλος δράστης στο δικό μου δωμάτιο που κοιμόμουν. Άρχισε να με χτυπάει δυνατά με μπουνιές στο πρόσωπο ζητώντας να του πω που έχουμε τα λεφτά. Ο τρίτος δράστης έψαχνε όλο το σπίτι ενώ εμείς ήμασταν ακινητοποιημένες στα κρεβάτια μας. Στη συνέχεια μετέφεραν την αδερφή μου από το δωμάτιο της στο δικό μου δωμάτιο, όπου μας έδεσαν μαζί, χρησιμοποιώντας μια υφασμάτινη λωρίδα που έφτιαξαν εκείνη τη στιγμή σκίζοντας ένα σεντόνι.
Οι δράστες αφαίρεσαν τα δαχτυλίδια που φορούσαμε εγώ και η αδερφή μου στα χέρια μας. Επίσης και μια κασετίνα με χρυσαφικά κοσμήματα από το δωμάτιο μου. Η αξία των κοσμημάτων ήταν περίπου 5.000€. Στη συνέχεια οι δράστες έφυγαν, με τον ίδιο τρόπο που μπήκαν σπίτι. Να σας πω ότι ο δράστης που ακινητοποίησε την αδερφή μου κρατούσε πιστόλι. Χαρακτηριστικά των δραστών δεν τα έχω συγκρατήσει καθώς φορούσαν κουκούλες και γάντια. Το μόνο που θυμάμαι είναι ότι μιλούσε καλά ελληνικά.
Αμέσως μόλις έφυγαν οι ληστές καλέσαμε την αστυνομία και με μετέφεραν στο νοσοκομείο. Έκανα προληπτικές εξετάσεις και απεχώρησα μετά από λίγες ώρες. Ο δράστης που με χτύπησε ήταν πολύ βίαιος και τα χτυπήματα του ήταν ιδιαίτερα βάναυσα. Το πρόσωπο μου ήταν πρησμένο και γεμάτο μώλωπες».
«Χτυπούσε την αδερφή μου με μπουνιές στο πρόσωπο»
Η αδερφή της άτυχης ηλικιωμένης περιέγραψε σκηνικό ως εξής:
«Διαμένω στα Μελίσσια μαζί με την αδερφή μου σε διαμέρισμα Πρώτου ορόφου διόροφης κατοικίας. 5 Μαρτίου 2016 και περί ώρα 04: 30, τρεις άγνωστοι δράστες οι οποίοι είχαν σκαρφαλώσει στο μπαλκόνι από τις σιδερένιες Βάσεις εξωτερικού ανελκυστήρα της οικίας, έσπασαν τμήμα του ξύλινου παραθυρόφυλλου και εν συνέχεια το τζάμι του παραθύρου.
Ένας εκ των δραστών μπήκε στο δωμάτιο μου και με αιφνιδίασε και ένας δεύτερος στο δωμάτιο της αδερφής μου. Ο τρίτος δράστης έψαχνε την οικία για χρήματα. Αυτός που μπήκε στο δωμάτιο μου ήταν αδύνατος ψηλός, περίπου 1,80 φορούσε κουκούλα που κάλυπτε τα χαρακτηριστικά του προσώπου ως την μύτη. Μου έκλεισε το στόμα για να μη φωνάξω και στη συνέχεια με ρώτησε που έχουμε χρήματα. Στο άλλο δωμάτιο ο δράστης, τα χαρακτηριστικά του οποίου δε θυμάμαι, χτυπούσε την αδερφή μου με γροθιές στο πρόσωπο και της ζητούσε επίσης χρήματα.
Όσο οι δύο δράστες μας κρατούσαν ακινητοποιημένες ο τρίτος δράστης αναστάτωσε όλους τους χώρους της οικίας χωρίς να αφαιρέσει τίποτα. Στη συνέχεια με μετέφεραν κι εμένα στο ίδιο δωμάτιο με την αδερφή μου όπου μας δέσανε με μια υφασμάτινη λωρίδα που έφτιαξαν εκείνη τη στιγμή σκίζοντας ένα σεντόνι. Μας αφαίρεσαν από τα χέρια μας δύο δαχτυλίδια και ένα ρολόι άνευ σημαντικής αξίας.
Κατόπιν περί ώρα 05:30 αποχώρησαν από το ίδιο σημείο από το οποίο εισήλθαν προς άγνωστη κατεύθυνση με άγνωστο μέσο. Εμείς λυθήκαμε κόβοντας το ύφασμα με ψαλίδι και κάλεσα την αστυνομία. Η αδερφή μου μετεφέρθη για προληπτικούς λόγους στο νοσοκομείο Ερυθρός Σταυρός. Οι δράστες μιλούσαν καλά ελληνικά και φορούσαν μαύρα δερμάτινα γάντια».