Το αμερικανικό δολάριο κατέγραψε το χειρότερο πρώτο εξάμηνο έτους από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, όταν ο Ρίτσαρντ Νίξον βρισκόταν στον Λευκό Οίκο.
Εκείνη ήταν η χρονιά που το σύστημα Bretton Woods κατέρρευσε οριστικά, επιτρέποντας στα νομίσματα να συναλλάσσονται ελεύθερα σε μια παγκόσμια αγορά. Σύμφωνα με τους αναλυτές ο λόγος της νομισματικής αδυναμίας το 2025 είναι πολλοί και πολύπλοκοι.
Ενώ εκτιμούν πως και το δεύτερο εξάμηνο πιθανότατα δεν θα είναι πολύ καλύτερο.
Ορισμένοι μάλιστα πιστεύουν ότι αυτό θα μπορούσε να είναι μόνο η αρχή μιας μακράς περιόδου αδυναμίας του δολαρίου.
«Νομίζω ότι η γενική τάση του δολαρίου παραμένει χαμηλότερη», δήλωσε ο Brad Bechtel, παγκόσμιος επικεφαλής νομισμάτων στην Jefferies στη Νέα Υόρκη.

Μια ματιά στην πορεία του δείκτη ICE U.S. Dollar Index δείχνει πως το δολάριο υποχώρησε κατά σχεδόν 11% κατά τους πρώτους έξι μήνες του 2025, σημειώνοντας τη μεγαλύτερη πτώση κατά το πρώτο εξάμηνο ενός ημερολογιακού έτους που έχει καταγραφεί από το 1973, σύμφωνα με τα στοιχεία του Market Watch.

Πολιτική αστάθεια, χρέος και επιτόκια
Η αστάθεια και η παρορμητικότητα με την οποία χαρακτηρίζεται η πολιτική της κυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ, η διόγκωση του χρέους και των ελλειμμάτων και οι πιθανές μειώσεις των επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ είναι μόνο ορισμένοι από τους λόγους που έχουν κάνει το δολάριο να «υποχωρήσει», με τους επενδυτές να στρέφονται σε «εναλλακτικές» όπως το ευρώ και τα καθιερωμένα «ασφαλή καταφύγια».
Σε αυτό το κλίμα, οι παγκόσμιες κεντρικές τράπεζες αυξάνουν τις αγορές τους σε χρυσό, σε 24 τόνους το μήνα, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Χρυσού, ως εναλλακτική λύση έναντι των αμερικανικών περιουσιακών στοιχείων, σημειώνουν οι αναλυτές στο CNBC.
Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ θα μπορούσε επίσης να ασκήσει περισσότερες πτωτικές πιέσεις, αν προχωρήσει στις αναμενόμενες μειώσεις των επιτοκίων στο δεύτερο μέρος του έτους.
Η αισιοδοξία των επενδυτών πως η δασμολογική πολιτική θα ήταν λιγότερο «ακραία» και πρόσκαιρη, βοήθησαν να πυροδοτηθεί ένα σύντομο ράλι στα μέσα Απριλίου, ωστόσο το κλίμα φαίνεται να παραμένει επιβαρυμένο.
Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί πως ένα ασθενέστερο δολάριο βοηθάει στο να γίνουν φθηνότερες οι αμερικανικές εξαγωγές, κάτι που αποτελεί κομβικό σημείο εν μέσω εμπορικού πολέμου.
Τρία σημεία πίεσης
- Τα επιτόκια της Fed
Πριν από μερικούς μήνες, πολλοί οικονομολόγοι και επενδυτές προετοιμάζονταν ότι οι δασμοί του Τραμπ θα προκαλούσαν ένα νέο κύμα πληθωρισμού.
Αλλά μέχρι στιγμής, δεν υπάρχουν ενδείξεις αυτού στα επίσημα στοιχεία, αν και η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ έχει δηλώσει ότι ο πλήρης αντίκτυπος στις τιμές μπορεί να γίνει αισθητός τους επόμενους μήνες.
Οι μειώσεις των επιτοκίων της Fed θα δημιουργούσαν πιθανότατα έναν ακόμη αντίξοο άνεμο για το δολάριο.
- Μια «de facto πολιτική αδύναμου δολαρίου»
Η κυβέρνηση Τραμπ έχει υιοθετήσει αυτό που ο Joseph Brusuelas, επικεφαλής οικονομολόγος της RSM U.S., περιέγραψε ως «de facto πολιτική αδύναμου δολαρίου».
Ωστόσο, η διοίκηση δεν έχει πει πολλά για το θέμα αυτό. Κατά τη διάρκεια συνέντευξης στο CNBC νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, ο υπουργός Οικονομικών Σκοτ Μπέσεντ απέρριψε τις ερωτήσεις σχετικά με το ασθενέστερο δολάριο, λέγοντας ότι είναι φυσιολογικό τα νομίσματα να ταλαντεύονται πάνω-κάτω.
Αλλά με βάση τα σχόλια ανώτερων κυβερνητικών αξιωματούχων στην Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα, φαίνεται ότι ο Τραμπ και η ομάδα του βλέπουν τα νομίσματα ως ένα ουσιαστικό «μη δασμολογικό» εμπορικό εμπόδιο.
«Οι αξιωματούχοι στην Ασία ειδικότερα είπαν ότι όταν μιλούσαν με τον Τραμπ και την ομάδα του, το νόμισμα έρχεται στο προσκήνιο», δήλωσε ο Bechtel.
Ένα ασθενέστερο δολάριο θα έκανε τις αμερικανικές εξαγωγές πιο ανταγωνιστικές στην παγκόσμια αγορά, κάτι που θα ταίριαζε με την εστίαση του Τραμπ στην αναζωογόνηση της αμερικανικής μεταποίησης.
Θα μπορούσε επίσης να ενισχύσει τα κέρδη των μεγαλύτερων αμερικανικών εταιρειών, πολλές από τις οποίες αντλούν σημαντικό μέρος των εσόδων τους στο εξωτερικό.
- Αντιστάθμιση κινδύνου στο εξωτερικό
Για χρόνια, καθώς οι αμερικανικές μετοχές και το δολάριο συνέχιζαν να ανεβαίνουν, λίγοι ξένοι κάτοχοι αμερικανικών μετοχών και ομολόγων έκαναν τον κόπο να αντισταθμίσουν τον συναλλαγματικό τους κίνδυνο.
Πρόσφατα όμως, οι ισχυρές επιδόσεις των διεθνών μετοχών σε συνδυασμό με την αβεβαιότητα που περιβάλλει την εμπορική ατζέντα του προέδρου Ντόναλντ Τραμπ οδήγησαν σε αλλαγή στάσης.
Οι επενδυτές δεν έχουν δει πολλά που να δείχνουν ότι οι ξένοι επενδυτές εγκαταλείπουν τις αμερικανικές αγορές χονδρικά: Μέχρι στιγμής, η επίφοβη «απεργία των αγοραστών» στο αμερικανικό χρέος, κάτι που συζητήθηκε ευρέως μόλις τον Απρίλιο, δεν έχει ακόμη υλοποιηθεί, σύμφωνα με τα αποτελέσματα των δημοπρασιών του Υπουργείου Οικονομικών και τις μηνιαίες εκθέσεις του Υπουργείου Οικονομικών.
Ανησυχία της ΕΚΤ
Λίγες εβδομάδες αφότου η επικεφαλής της τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ, χαιρέτισε μια στιγμή «παγκόσμιου ευρώ» και δήλωσε ότι το κοινό νόμισμα θα μπορούσε να ανταγωνιστεί το δολάριο, ορισμένοι τραπεζίτες αναρωτιούνται μήπως τελικά η ισχυροποίηση του ευρώ θα μπορούσε να αποβεί επιζήμια.
Το ευρώ έχει αυξηθεί κατά 14% έναντι του δολαρίου το 2025, φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδό του εδώ και σχεδόν τέσσερα χρόνια, καθώς οι επενδυτές συσσωρεύουν ευρωπαϊκά περιουσιακά στοιχεία για να προστατευτούν από την αλλοπρόσαλλη πολιτική του Ντόναλντ Τραμπ.
Η άνοδος ήρθε παρά την αυξανόμενη απόκλιση των επιτοκίων μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης, ανατρέποντας τη συνήθη δυναμική των ισοτιμιών.
Μάλιστα, στο τριήμερο ετήσιο συνέδριο της ΕΚΤ στη Σίντρα της Πορτογαλίας, ο αντιπρόεδρος της τράπεζας, Λουίς ντε Γκίντος, διατύπωσε χωρίς περιστροφές τον προβληματισμό του, λέγοντας στο Bloomberg:
«Θα πρέπει να προσπαθήσουμε να αποφύγουμε κάθε είδους υπέρβαση». Ενώ η ΕΚΤ θα μπορούσε να ξεπεράσει την τρέχουσα συναλλαγματική ισοτιμία των περίπου 1,18 δολαρίων, τα επίπεδα πέραν του 1,20 δολαρίου «θα ήταν πολύ πιο περίπλοκα», πρόσθεσε.