Μετά τα χρόνια της πανδημίας, η ζήτηση για αργό πετρέλαιο φτάνει σε διαδοχικά ιστορικά ρεκόρ χρόνο με το χρόνο, ανατρέποντας έτσι το αφήγημα ότι είχε κορυφωθεί τα προηγούμενα χρόνια.
Μετά τα 101,7 εκατ. βαρέλια/ημέρα του 2023, η εκτίμηση οργανισμών όπως του ΙΕΑ είναι ότι θα αυξηθεί εκ νέου φέτος κοντά στα 103 εκατ. βαρέλια.
Πρόκειται για μια άνοδο μικρότερη της περσινής, (με 1,3 έναντι 2,3 παραπάνω εκατ. βαρέλια) η οποία όμως δεν καλύπτεται από την προσφορά, ενώ συνιστά και άκρως αρνητική εξέλιξη σε ότι αφορά τις κλιματικές προσπάθειες.
Χαρακτηριστικό είναι ότι η φετινή αύξηση λαμβάνει χώρα με αιχμή του δόρατος τη βενζίνη, ένα προϊόν που υποτίθεται ότι θα άρχιζε να φθίνει ως αποτέλεσμα της επέκτασης της ηλεκτροκίνησης διεθνώς.
Στο κομμάτι της προσφοράς, ο ΟΠΕΚ+ εμφανίζεται πρόθυμος να επεκτείνει τη συμφωνία περικοπής της παραγωγής του για ολόκληρο το φετινό έτος. Κατά το α’ τρίμηνο του 2024 η παγκόσμια παραγωγή υποχωρεί κατά 870.000 βαρέλια/ημέρα, τονίζει ο ΙΕΑ.
Αρνητική είναι η εικόνα και στα αποθέματα, καθώς στις χώρες του ΟΟΣΑ βρίσκονται σε χαμηλό 16 μηνών, τη στιγμή που χώρες όπως οι ΗΠΑ επιχειρούν να αναπληρώσουν σταδιακά τα στρατηγικά τους αποθέματα, από τα οποία είχαν αντλήσει σημαντικές ποσότητες κατά τη διάρκεια της κρίσης.
Με βάση τα παραπάνω διαμορφώνεται μια προβληματική εικόνα για τους απανταχού καταναλωτές πετρελαίου, οι οποίοι όμως “έσκαψαν μόνοι τους το λάκκο τους”. Σε μια εποχή όπου οι παραγωγοί είναι ιδιαίτερα φειδωλοί, η αύξηση της ζήτησης αποτελεί ξεκάθαρο σήμα για τις αγορές και οδηγεί τις τιμές ψηλότερα αυτομάτως.
Σε κλιματικούς όρους, η επιβράδυνση της ανόδου της ζήτησης είναι σύμφωνη με μια τροχιά επιπεδοποίησης και αργότερα υποχώρησης. Εντούτοις, ο ρυθμός με τον οποίο θα εξελιχθεί η συγκεκριμένη τάση είναι το κλειδί.