Η ισχύς της εντολής του ΟΗΕ που επέτρεπε από το 2014 την χορήγηση διασυνοριακής βοήθειας στη Συρία εξέπνευσε το Σάββατο 11 Ιουλίου, χωρίς το Συμβούλιο Ασφαλείας, το οποίο παραμένει βαθύτατα διχασμένο, να μπορέσει να παρατείνει την κρίσιμης σημασίας ανθρωπιστική βοήθεια για εκατομμύρια ανθρώπους. Έπειτα από 5 ψηφοφορίες από την Τρίτη, όλες άκαρπες, με την άσκηση βέτο δύο φορές από τη Ρωσία και την Κίνα στις προτάσεις τους, η Γερμανία και το Βέλγιο ανέλαβαν μια ύστατη πρωτοβουλία για να διασωθεί ο μηχανισμός αυτός, με νέα ψηφοφορία, που ελπίζουν να γίνει μέσα στο Σαββατοκύριακο.
Ωστόσο, όπως φαίνεται από δηλώσεις διπλωματών στο Γαλλικό Πρακτορείο, υπό τους όρους της Ρωσίας, η οποία επέβαλε ήδη τον Ιανουάριο στον ΟΗΕ την περιστολή του συγκεκριμένου μηχανισμού, τον οποίο επιδιώκει να περιορίσει κι άλλο. Η εντολή του ΟΗΕ επιτρέπει τις παραδόσεις βοήθειας στον συριακό πληθυσμό διασυνοριακά χωρίς έγκριση ή έλεγχο της Δαμασκού. Ο μηχανισμός εφαρμοζόταν μέχρι την Παρασκευή 10 Ιουλίου μέσω δύο σημείων εισόδου στη βορειοδυτική Συρία, στα σύνορα Συρίας-Τουρκίας: στο Μπαμπ αλ Σαλάμ, που οδηγεί στην περιοχή του Χαλεπιού, καθώς και στο Μπαμπ αλ Χάουα, με προορισμό την περιοχή Ιντλίμπ όπου ζουν σχεδόν τέσσερα εκατομμύρια Σύροι.
Η Ρωσία κρίνει ότι η εντολή του ΟΗΕ παραβιάζει την εθνική κυριαρχία του συμμάχου της, Δαμασκού. Επιδιώκει την κατάργηση του σημείου εισόδου του Μπαμπ αλ Σαλάμ, επιχειρηματολογώντας ότι χρησιμοποιείται λιγότερο από αυτό του Μπαμπ αλ Χάουα και ότι η βοήθεια που υπόκειται στον έλεγχο της Δαμασκού θα μπορούσε να αυξηθεί στην περιοχή του Χαλεπιού. Οι Δυτικοί απορρίπτουν τα επιχειρήματα αυτά. Σημειώνουν ότι δεν υπάρχει αξιόπιστη εναλλακτική και υπογραμμίζουν ότι η γραφειοκρατία και η συριακή πολιτική ηγεσία εμποδίζουν την αποτελεσματική δρομολόγηση της βοήθειας στις ζώνες που παραμένουν εκτός του ελέγχου της συριακής κυβέρνησης.
Την Τετάρτη, οι ΗΠΑ ανακοίνωσαν ότι η διατήρηση των δύο σημείων πρόσβασης στη Συρία αποτελεί «κόκκινη γραμμή». Όμως, αρκετοί διπλωμάτες δήλωσαν την Παρασκευή στο Γαλλικό Πρακτορείο ότι η λύση που επιδιώκουν εφεξής η Γερμανία και το Βέλγιο βασίζεται στη διατήρηση του σημείου εισόδου Μπαμπ αλ Χάουα και την εγκατάλειψη του Μπαμπ αλ Σαλάμ.
Τον Ιανουάριο η Μόσχα, χάρη στο βέτο που είχε ασκήσει στα τέλη Δεκεμβρίου, μπόρεσε να περιοριστεί ο μηχανισμός αυτός σε δύο μεθοριακά περάσματα, από τέσσερα που ήταν προηγουμένως, και για έξι μήνες, ενώ η άδεια γι’ αυτόν ανανεωνόταν ετησίως από τότε που δημιουργήθηκε. «Είμαστε διατεθειμένοι να εργαστούμε 24 ώρες το 24ωρο και καλούμε τους άλλους να σκεφτούν τους εκατομμύρια ανθρώπους στη Συρία που περιμένουν από το Συμβούλιο Ασφαλείας να αποφασίσει για την τύχη τους», υπογράμμισε σε ανακοίνωσή του ο Γερμανός πρεσβευτής στον ΟΗΕ Κριστόφ Χόισγκεν, ο οποίος προεδρεύει τον τρέχοντα μήνα στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.
Μαζί με το Βέλγιο, που είναι επίσης κράτος – μη μόνιμο μέλος του Συμβουλίου, η Γερμανία είναι επιφορτισμένη με την ανθρωπιστική πτυχή του συριακού ζητήματος στον ΟΗΕ. Για τα Ηνωμένα Έθνη, η όσο το δυνατόν μεγαλύτερη διατήρηση των περασμάτων αυτών είναι κρίσιμης σημασίας, ιδίως ενόψει του κινδύνου που εγκυμονεί η πανδημία της COVID-19, η οποία εξαπλώνεται στην περιοχή.
Τον Ιούνιο ο γενικός γραμματέας του ΟΗΕ Αντόνιο Γκουτέρες ζήτησε σε έκθεσή του την παράταση του διασυνοριακού μηχανισμού για ένα έτος περιλαμβάνοντας τουλάχιστον τα δύο σημεία πρόσβασης που χρησιμοποιούνταν ως σήμερα. Μετά το διπλό ρωσοκινεζικό βέτο, μη κυβερνητικές οργανώσεις επέκριναν σφόδρα την αδυναμία του Συμβουλίου Ασφαλείας να πάρει αποφάσεις. Ο πρόεδρος της μη κυβερνητικής οργάνωσης International Rescue Committee Ντέιβιντ Μίλιμπαντ χαρακτήρισε «μαύρη μέρα» για τους Σύρους τη χθεσινή ημέρα και μίλησε για «ντροπή». «Η Ρωσία και οι αντίπαλοί της στο Συμβούλιο (Ασφαλείας) βλέπουν τους διαξιφισμούς αυτούς ως ένα μέσο να κερδίσουν πολιτικούς πόντους ο ένας έναντι του άλλου, αλλά δεν πρόκειται για παιγνίδι», στηλίτευσε ο Ρίτσαρντ Γκόουαν του κέντρου μελετών International Crisis Group.
Πηγή: ethnos.gr