Η Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Ρόδου εισηγείται την παραπομπή του στο Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο για ακόμα μία υπόθεση σεξουαλικής κακοποίησης
Μία νέα, σημαντική εξέλιξη σημειώνεται στην υπόθεση του καταδικασθέντος σε πολυετή κάθειρξη γυναικολόγου-μαιευτήρα. Η Εισαγγελέας Πλημμελειοδικών Ρόδου, κ. Αιμιλία Σοφία Μέρη, υπέβαλε επίσημη πρόταση στο Συμβούλιο Πλημμελειοδικών του νησιού, ζητώντας την παραπομπή του σε νέα δίκη ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου της Περιφέρειας του Εφετείου Δωδεκανήσου.
Η πρόταση αφορά στην 22η μήνυση που έχει υποβληθεί εις βάρος του για πράξη κατάχρησης σε γενετήσια πράξη εις βάρος γυναίκας ανίκανης να αντισταθεί.
Σύμφωνα με τη δικογραφία, η πράξη φέρεται να έλαβε χώρα στις 27 Απριλίου 2017 εντός του Γενικού Νοσοκομείου Ρόδου, όπου ο κατηγορούμενος υπηρετούσε ως επιμελητής Α’ στη Μαιευτική-Γυναικολογική Κλινική. Η γυναίκα, αναπληρώτρια εκπαιδευτικός με μόνιμη κατοικία στη Θεσσαλονίκη, προσήλθε για γυναικολογική εξέταση λόγω ερεθισμού στην περιοχή των γεννητικών οργάνων.
Η καταγγελία και η πρόταση της Εισαγγελέως
Κατά την εξέταση, σύμφωνα με την καταγγελία, ο ιατρός φέρεται να προέβη σε μη ιατρικά δικαιολογημένες πράξεις: θώπευσε τα γεννητικά της όργανα με τέτοιον τρόπο ώστε να προκαλέσει σεξουαλική διέγερση, και στη συνέχεια οδήγησε την παθούσα σε επαφή με το εν στύσει μόριό του, ισχυριζόμενος ότι η αιτία του ερεθισμού της ήταν αποτέλεσμα «έντονης σεξουαλικής δραστηριότητας».
Η παθούσα, σύμφωνα με τα έγγραφα της δικογραφίας, σοκαρίστηκε, ένιωσε αμηχανία και πάγωσε, χωρίς να μπορέσει να αντιδράσει. Βρισκόταν σε θέση ευάλωτη, τόσο λόγω της φύσης της εξέτασης όσο και λόγω της ιεραρχικής ανισορροπίας ανάμεσα στον ασθενή και στον γιατρό. Το συμβάν, όπως καταγράφεται, είχε ως αποτέλεσμα η γυναίκα να αποχωρήσει χωρίς να λάβει καν διάγνωση ή ιατρική καθοδήγηση.
Η πρόταση της Εισαγγελέως παρουσιάζει πληθώρα νομικών αναφορών, στηρίζεται σε σύγχρονες νομολογιακές ερμηνείες και καταδεικνύει ότι η φερόμενη πράξη εντάσσεται πλήρως στην προβλεπόμενη από το άρθρο 338 ΠΚ κατάχρηση ανίκανου προς αντίσταση. Τονίζεται ότι η συναίνεση δεν τεκμαίρεται από την απουσία φωνητικής ή σωματικής αντίστασης όταν υπάρχει ψυχολογική παράλυση.
Το ιστορικό του κατηγορούμενου και οι 21 προηγούμενες καταγγελίες
Η νέα αυτή μήνυση έρχεται να προστεθεί σε ένα ήδη επιβαρυμένο ποινικό παρελθόν. Ο κατηγορούμενος έχει ήδη καταδικαστεί πρωτοδίκως σε ποινή κάθειρξης 73 ετών και 3 μηνών, εκ των οποίων εκτίονται τα 20, για 20 περιπτώσεις βιασμών και προσβολής γενετήσιας αξιοπρέπειας. Η δίκη, που διεξήχθη το 2024, άνοιξε τον δρόμο για μια σειρά μαρτυριών από γυναίκες διαφορετικών ηλικιών, επαγγελμάτων και κοινωνικών στρωμάτων που περιέγραψαν εξαιρετικά παρόμοιες συμπεριφορές του γυναικολόγου εντός του ιατρείου.
Η περιγραφή των καταγγελιών δημιουργεί την εντύπωση ενός σταθερού μοτίβου δράσης: θώπευση των γεννητικών οργάνων χωρίς ιατρική αναγκαιότητα, σεξουαλικά υπονοούμενα και σχόλια, αυθαίρετες κινήσεις που προσέβαλλαν την αξιοπρέπεια των ασθενών, χρήση ιατρικού εξοπλισμού ως πρόσχημα για σεξουαλική επαφή, απουσία νοσηλευτικού προσωπικού κατά τις εξετάσεις. Κοινή παράμετρος σε πολλές μαρτυρίες ήταν το αίσθημα σύγχυσης και αμηχανίας των γυναικών, που τις εμπόδισε να αντιδράσουν άμεσα.
Υπερασπιστικοί ισχυρισμοί και αντικρούσεις
Η υπεράσπιση του 68χρονου γιατρού ακολουθεί την ίδια στρατηγική και στη νέα υπόθεση: αρνείται κάθε εμπλοκή, επικαλείται έλλειψη μνήμης και προσπαθεί να αποδομήσει την αξιοπιστία της καταγγέλλουσας. Παράλληλα, προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι πρόκειται για οργανωμένο σχέδιο σπίλωσης σε βάρος του, με πρωταγωνιστές μέλη διαδικτυακής ομάδας που συντονίζονται με σκοπό τον εκβιασμό και την απόσπαση χρημάτων.
Ωστόσο, η Εισαγγελέας επισημαίνει ότι η μηνύτρια της παρούσας υπόθεσης δεν είχε καμία επαφή ή σύνδεση με άλλες καταγγέλλουσες και δεν εντοπίζεται ένδειξη συντονισμένης δράσης. Οι λεπτομέρειες της μαρτυρίας της ενισχύονται από τη συνοχή με άλλες καταγγελίες, χωρίς να έχει υπάρξει κοινός δίαυλος επικοινωνίας. Επιπλέον, η εκ των υστέρων εμπλοκή της – δηλαδή η υποβολή της μήνυσης μετά τις ήδη γνωστές προηγούμενες υποθέσεις – δεν αποδυναμώνει αλλά ενισχύει τη βαρύτητα των όσων καταγγέλλει, καθώς καταρρίπτει τον ισχυρισμό περί οργανωμένου ψεύδους.
Η σημασία της νέας δίκης για τη Δικαιοσύνη και την κοινωνία
Η παραπομπή σε νέα δίκη, εφόσον αποφασιστεί, αποκτά ευρύτερη σημασία. Ενισχύει την αρχή ότι κάθε καταγγελία, ανεξαρτήτως του αριθμού προηγούμενων καταδικών, πρέπει να διερευνάται αυτόνομα. Καμία γυναίκα δεν πρέπει να στερείται της δυνατότητας δικαστικής κρίσης επί της υπόθεσής της, ακόμα κι αν το πρόσωπο που καταγγέλλει έχει ήδη τιμωρηθεί για παρόμοιες πράξεις.
Ταυτόχρονα, η υπόθεση αποτελεί παραδειγματική εξέλιξη για το πώς μπορεί και πρέπει να λειτουργεί το κράτος δικαίου σε περιπτώσεις εξουσιαστικής κακοποίησης. Ο ιατρικός κλάδος, ιδίως σε ειδικότητες όπως η γυναικολογία, όπου οι εξετάσεις αγγίζουν το πιο ιδιωτικό πεδίο της ανθρώπινης ύπαρξης, απαιτεί αυξημένη προστασία των ασθενών και αυστηρούς μηχανισμούς ελέγχου. Οι καταγγελίες υπογραμμίζουν την ανάγκη για παρουσία τρίτου προσώπου κατά την εξέταση και για κώδικες δεοντολογίας που να εφαρμόζονται απαρέγκλιτα.
Προοπτικές και αναμονή
Η απόφαση του Συμβουλίου Πλημμελειοδικών αναμένεται να εκδοθεί εντός των επομένων εβδομάδων. Η κοινή γνώμη, η ιατρική κοινότητα και οι οργανώσεις για τα δικαιώματα των γυναικών αναμένουν με ιδιαίτερο ενδιαφέρον την έκβαση. Παράλληλα, η αίτηση του καταδικασθέντος για αναστολή εκτέλεσης της ποινής λόγω προβλημάτων υγείας απορρίφθηκε πρόσφατα από το Μικτό Ορκωτό Εφετείο Δωδεκανήσου.
Την υπόθεση χειρίζεται η δικηγόρος κ. Ευή Αρνιθενού