Επιβάρυνση που μεσοσταθμικά φτάνει ή και ξεπερνά τον ένα μισθό σε ετήσια βάση φέρνουν οι αναμενόμενες αυξήσεις των επιτοκίων για όσους έχουν στεγαστικό δάνειο με κυμαινόμενο επιτόκιο.
Ανάλογα με το ύψος του δανείου αλλά και τη διάρκεια, το επιπλέον κόστος –εφόσον επαληθευθούν οι προβλέψεις- μπορεί να ξεπερνά τα 100 ευρώ το μήνα ή τα 1.200 ευρώ το χρόνο, φέρνοντας επιπλέον επιβάρυνση στον οικογενειακό προϋπολογισμό.
Ενδεικτικό είναι πως, σύμφωνα με τον ανεξάρτητο οίκο οικονομικής ανάλυσης Capital Economics, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αναμένεται να προχωρήσει σε μια πρώτη αύξηση των επιτοκίων τον Ιούλιο, της τάξης των 25 μονάδων βάσης (χωρίς να αποκλείει και μια μεγαλύτερη αύξηση).
Εν συνεχεία, αναμένεται να γίνουν εντός του 2022 άλλες δύο αυξήσεις των 25 μονάδων βάσης έκαστη, η πρώτη το Σεπτέμβριο και η δεύτερη το Δεκέμβριο και μετά πέντε επιπλέον αυξήσεις κινήσεις μέσα στο 2023.
Έτσι, συνολικά το επιτόκιο καταθέσεων της ΕΚΤ θα φτάσει στο 1,5% έναντι -0,5% σήμερα.
Μάλιστα, όπως αναφέρει η Capital Economics «τα νοικοκυριά στην Ευρωζώνη έχουν συνηθίσει σε πολύ χαμηλά επιτόκια, με το κόστος του δανεισμού τόσο για αγορές κατοικίας όσο και στην καταναλωτική πίστη να βρίσκεται σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα εδώ και αρκετά χρόνια».
Αντίστοιχα, οι επιβαρύνσεις για τους δανειολήπτες εξαρτώνται από μία σειρά από παράγοντες. Ανάμεσα σε αυτούς συμπεριλαμβάνονται το πώς μετακυλίονται τα επιτόκια της ΕΚΤ στο κόστος δανεισμού, το μερίδιο των δανείων που είναι κυμαινόμενου επιτοκίου και τη διάρκεια των δανείων.
Με βάση και τα παραπάνω η Capital Economics εκτιμά πως οι πληρωμές τόκων των νοικοκυριών της Ευρωζώνης θα αυξηθούν από το 0,5% που ήταν το 2021 σε πάνω από 2% έως τα τέλη του 2023.
Εντούτοις, οι αναλυτές αναφέρουν πως η επιβάρυνση δεν θα είναι τόσο μεγάλη σε σχέση με την κρίση του 2008, καθώς η στροφή στα μακροπρόθεσμα στεγαστικά δάνεια σταθερού επιτοκίου κατά την τελευταία δεκαετία προστατεύει κάπως τα νοικοκυριά.
«Σε μία περίοδο όπου το κόστος των τροφίμων και της ενέργειας εκτινάσσονται και οι μισθοί δεν έχουν αρχίσει ακόμα να αυξάνονται ουσιαστικά, αυτό προσθέτει μία ακόμα δυσκολία για τα νοικοκυριά και αποτελεί έναν αρνητικό παράγοντα κινδύνου για την πρόβλεψή μας ότι η ανάπτυξη θα αρχίσει να ανακάμπτει από το τέταρτο τρίμηνο και μετά, καθώς ο πληθωρισμός θα μετριάζεται», καταλήγει η Capital Economics.
Η επιβάρυνση σε αριθμούς
Σε απόλυτους αριθμούς, και αν δεχθούμε τις προβλέψεις για άνοδο του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ στο 1,5%, η επιβάρυνση είναι σημαντική για όσους δεν έχουν «κλειδώσει» το επιτόκιο του στεγαστικού τους δανείου σε σταθερό.
Στην πλειονότητα των περιπτώσεων, τα κυμαινόμενα επιτόκια βασίζονται στο διατραπεζικό επιτόκιο Euribor 3μήνου, το οποίο σε μεγάλο βαθμό ακολουθεί αυτό της ΕΚΤ. Σήμερα αυτό βρίσκεται σε αρνητικό επίπεδο, όμως για τις ανάγκες υπολογισμού του τελικού επιτοκίου λογίζεται ως μηδέν.
Έτσι για παράδειγμα, ένα στεγαστικό δάνειο με υπόλοιπο 150.000 ευρώ και διάρκεια 20 ετών σήμερα, με τελικό επιτόκιο 3% (Euribor 0% πλέον τραπεζικού περιθωρίου 3%) μεταφράζεται σε δόση 831 ευρώ (χωρίς τις υπόλοιπες επιβαρύνσεις).
Αν το Euribor ανέβει στο 1,5% τότε το συνολικό επιτόκιο διαμορφώνεται σε 4,5% και αντίστοιχα η δόση σε 948 ευρώ. Προκύπτει δηλαδή επιπλέον επιβάρυνση 117 ευρώ το μήνα ή 1.404 ευρώ το χρόνο.
Αντίστοιχα, αν πάρουμε ένα παράδειγμα δανείου 100.000 ευρώ με 15ετή διάρκεια, πάντα με τα ίδια επιτόκια, η δόση σήμερα ανέρχεται σε 756 ευρώ και με την αύξηση των επιτοκίων ανεβαίνει στα 830 ευρώ. Δηλαδή, στην περίπτωση αυτή το επιπλέον κόστος ανέρχεται σε 74 ευρώ ή 888 ευρώ κατ’ έτος.
Τέλος, η επιβάρυνση γίνεται σαφώς υψηλότερη στην περίπτωση μεγαλύτερων δανείων με αντίστοιχα μεγαλύτερη διάρκεια.
Για παράδειγμα, ένα δάνειο 200.000 ευρώ με διάρκεια 30 ετών με επιτόκιο 3% επιβαρύνεται σήμερα με μηνιαία δόση 975 ευρώ.
Αν όμως το επιτόκιο ανέβει στο 4,5% η δόση διαμορφώνεται στα 1.145 ευρώ.
Προκύπτει δηλαδή επιπλέον κόστος 170 ευρώ το μήνα ή 2.040 ευρώ το χρόνο για τον δανειολήπτη.
Τι συμβαίνει με τα σταθερά επιτόκια
«Θωρακισμένοι» απέναντι σε όλες τις παραπάνω αυξήσεις είναι όσοι πρόλαβαν και «κλείδωσαν» σταθερά επιτόκια για τα δάνειά τους κατά το προηγούμενο χρονικό διάστημα.
Μάλιστα, κατά την περίοδο των εξαιρετικά χαμηλών επιτοκίων οι τράπεζες διέθεταν στεγαστικά δάνεια σταθερού επιτοκίου ακόμη και κάτω από το 3%, γεγονός που ώθησε πλήθος δανειοληπτών προς αυτή την κατεύθυνση.
Σήμερα, καθώς τουλάχιστον η πρώτη αύξηση των επιτοκίων έχει σε κάποιο βαθμό προεξοφληθεί, τα σταθερά επιτόκια έχουν «τσιμπήσει» αντίστοιχα, φτάνοντας κατά περίπτωση ακόμη και το 3,5%.
Εντούτοις, εφόσον επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις περί μπαράζ ανόδου στο κόστος δανεισμού, παραμένουν συμφέροντα σε σχέση με το πού θα έχουν διαμορφωθεί τα κυμαινόμενα επιτόκια μέχρι το τέλος του 2023.
Πηγή: cnn.gr