Διέθετε όλα τα χαρακτηριστικά ενός ροκ σταρ: ταλέντο, μεγάλες επιτυχίες, χαρακτηριστική εμφάνιση, στρατιές θαυμαστών, στενές επαφές με την αφρόκρεμα της εποχής του και λατρεία για τις γυναίκες και τα αυτοκίνητα. Για τα στενά όρια της Ελλάδας των δεκαετιών ’60 και ’70 λοιπόν ο Σταμάτης Κόκοτας, που έφυγε από τη ζωή σήμερα, στα 85 του χρόνια, ήταν ένα μουσικό σύμβολο που άφησε ανεξίτηλο το αποτύπωμά του στο τραγούδι, στη νυχτερινή διασκέδαση, στη ζωή των ανθρώπων που έζησαν με συντροφιά τις μελωδίες και τους στίχους των εμπορικότατων μεν ποιοτικών δε επιτυχιών του.
Γιατί ο γιος του πολύτεκνου γιατρού από του Ζωγράφου που προοριζόταν για να ακολουθήσει τα επαγγελματικά χνάρια του πατέρα του και «ξεστράτισε» κάπου στην πορεία, μαγεμένος από τη δύναμη της μουσικής, είχε αυστηρά κριτήρια, ήθελε ν’ αξίζουν οι μουσικές και τα λόγια που μεταφέρει στον κόσμο με την ιδιαίτερη φωνή του. Δεν είναι εξάλλου τυχαίο ότι ο άνθρωπος που τον έπεισε να παρατήσει τις ιατρικές σπουδές του στο Παρίσι και να επιστρέψει στην Ελλάδα για να μπει στο στούντιο ήταν ο Σταύρος Ξαρχάκος, ένας συνθέτης με βαθιά ποιοτικά κριτήρια.
Πριν επιστρέψει μόνιμα στην πατρίδα βέβαια πρόλαβε να βιώσει, ως νέος τραγουδιστής, το γοητευτικό μουσικό περιβάλλον του Παρισιού και κάποιους από τους γνωστότερους εκπροσώπους του όπως ο Αζναβούρ και ο Μπεκό. Τού άρεσε στο Παρίσι. Ίσως, αν έμενε, να κατάφερνε να διακριθεί στην ευρωπαϊκή μουσική σκηνή. Η ζωή όμως είχε άλλα σχέδια για εκείνον…
Το αστέρι που είχε δει στο πρόσωπό του ο Ξαρχάκος άρχισε να λάμπει από την πρώτη κιόλας συνεργασία τους στα πάτρια εδάφη. Με το που κυκλοφόρησαν τα δυο πρώτα τους τραγούδια, τα υπέροχα «Ένα μεσημέρι στης Ακρόπολης τα μέρη» και «Με τί καρδιά να σ’ αποχαιρετήσω», έγινε χαλασμός. Ο Σταμάτης Κόκοτας μεταμορφώθηκε, εν μία νυκτί, σε εγχώριο μουσικό είδωλο που προκαλούσε φρενίτιδα στο πέρασμά του.
Η στενή σχέση με τον Ωνάση και το δώρο στην Κάλλας
Ο Σταμάτης Κόκοτας ήταν ο τραγουδιστής που επί χρόνια ολόκληρα διασκέδαζε την αφρόκρεμα της Αθήνας. Καλλιτέχνες, πολιτικοί, επιχειρηματίες είχαν μόνιμη θέση στα πρώτα τραπέζια των νυχτερινών κέντρων όπου εμφανιζόταν. Ανάμεσά τους ο Αριστοτέλης Ωνάσης που τον λάτρευε και ήταν η πρώτη του επιλογή για τα περιβόητα δημόσια και ιδιωτικά γλέντια του στη θαλαμηγό «Χριστίνα» ή στον «Σκορπιό».
«Ο Ωνάσης ήταν πάντα το παλικάρι από το λιμάνι, ο βαρκάρης με το μαντήλι στην κωλότσεπη, η προσωποποίηση της λεβεντιάς, ένας άντρας που ποτέ δεν είχε υπολογίσει τα λεφτά, ποιος ήταν, τι έκανε και τι δεν έκανε. Γινόταν πάντα ό,τι ήθελε η παρέα» περιέγραφε χαρακτηριστικά ο ίδιος και θυμόταν τα ξέφρενα βράδια που τραγουδούσε για εκείνον και την παρέα του μέχρι ο ήλιος ν’ ανέβει ψηλά στον ουρανό.
Μέσω του Ωνάση γνωρίστηκε και με την μεγάλη Μαρία Κάλλας η οποία του είχε επίσης αδυναμία: «Την Μαρία την Κάλλας τη γνώρισα στο τραπέζι ενός μαγαζιού που τραγουδούσα, την έφερε ο Αρίστος να μου τη γνωρίσει. Την αγάπησα πολύ, γίναμε καλοί φίλοι. Μου έλεγε «que dulce chanteur» (Τι γλυκός τραγουδιστής). Κι επειδή μου άρεσε εμένα αυτό που μου έλεγε της χάρισα έξι long play που ηχογράφησα και της είπα τις ελεύθερες ώρες που δεν έχει να ασχοληθεί με κάτι, να βάλει αν θέλει να τα ακούσει». Οι δίσκου αυτοί ήταν ανάμεσα στα προσωπικά αντικείμενα της κορυφαίας Ελληνίδας σοπράνο που βγήκαν πριν χρόνια σε δημοπρασία!
Οι διάσημες φαβορίτες και η λατρεία για τα αυτοκίνητα
Η άλλη μεγάλη αδυναμία του Σταμάτη Κόκοτα ήταν τα ακριβά αυτοκίνητα. Είχε πάθος με τα αυτοκίνητα γι’ αυτό και κάποτε ο Ωνάσης του έκανε δώρο μια πανάκριβη, συλλεκτική Lamborghini Miura S. «Στη Γαλλία μου κόλλησε η αρρώστια με τα αυτοκίνητα. Έχω κάνει πολλές προπονήσεις, αναβάσεις συμμετοχές σε αγώνες… Είμαι συλλέκτης αυτοκινήτων» παραδεχόταν ο ίδιος.
Ο Σταμάτης Κόκοτας λατρεύτηκε από τις γυναίκες. Προφανώς έζησε διάφορες ερωτικές περιπέτειες, αλλά διαχώριζε τον έρωτα από την αγάπη θεωρώντας την αγάπη πιο στέρεη, αληθινή και σημαντική.
Παντρεύτηκε δύο φορές και απέκτησε τρία παιδιά, έναν γιο, τον Δημήτρη που επίσης ασχολήθηκε με το τραγούδι, και δύο κόρες. Και ήταν η πολύτιμη οικογένειά του που θεωρούσε ως «τελική ευτυχία της ζωής του».