Εξηγήσεις για τα ποσοστά των κρουσμάτων που ανακοινώνονται καθημερινά στην Κρήτη έδωσε μιλώντας στον Περιφερειακό Τηλεοπτικό Σταθμό CRETA και στην εκπομπή Live με την Αντιγόνη, ο γιατρός Δημόσιας Υγείας της Περιφέρειας Κρήτης Μανώλης Λουμπούνης.
Αρχικά, ο κ. Λουμπούνης αναφέρθηκε στα μηνύματα από τους εμβολιασμούς κατά του κορωνοϊού στην Κρήτη λέγοντας πως από τις 10 – 12 Νοεμβρίου οι εμβολιασμοί στο νησί έχουν υπετριπλασιαστεί σε σχέση με το προηγούμενο διάστημα. «Στην Κρήτη γίνονται καθημερινά 1.900 – 2.000 α’ δόσεις, συνολικά γύρω στις 6.000 σε όλο το νησί και γύρω στις 20 χιλ. σε όλη την Ελλάδα. Μέχρι τα Χριστούγεννα πρέπει να κάνουμε όσα το δυνατόν περισσότερα μπορούμε ώστε αν η νέα μετάλλαξη δεν ξεφεύγει από τα εμβόλια να είμαστε προετοιμασμένοι για οτιδήποτε συμβεί».
Σημείωσε δε, πως μέχρι στιγμής δεν έχουμε αρκετές πληροφορίες για τον νέο ιό στην Ελλάδα. «Το στέλεχος αυτό, αν είναι μεταδοτικό θα το δούμε τις επόμενες 10 ημέρες. Αν είναι μεταδοτικό και επικαλύψει την Δέλτα, δεν θα είναι καλό μαντάτο. Ο φόβος δεν χρειάζεται το μόνο θετικό του φόβου είναι στρέψει όσους δεν έχουν εμβολιαστεί να το κάνουν. Αυτό πρέπει να κρατήσει. Για νέα μέτρα δεν νομίζω ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει αυτή η ανάγκη για κάτι τέτοιο. Υπάρχει σαφώς αύξηση σε όλη την Ελλάδα όμως τα σημάδια έχουν αρχίσει να ανακάμπτουν. Σήμερα στην Κρήτη είμαστε ικανοποιητικά, έχουμε ίσως από τα μεγαλύτερα ποσοστά εμβολιασμένων σε ηλικίες άνω των 60 ετών. Τα νοσοκομεία μας καλά κρατούν».
Ο κ. Λουμπούνης επεσήμανε ότι και οι εμβολιασμένοι θα πρέπει να συνεχίσουν να τηρούν τα μέτρα και να μη χαλαρώνουν. «Συνήθως όσοι εμβολιάζονται κάνουν περισσότερες επαφές με αποτέλεσμα και οι εμβολιασμένοι να νοσούν και σε κάποιες περιπτώσεις να φτάνουν στο νοσοκομείο ή ακόμη να μπει και στην ΜΕΘ. Τα σχολεία θέλουν μεγάλη προσοχή, εμείς είμαστε σε συνεχή συνεργασία. Υπάρχει ένας μεγάλος αριθμός κρουσμάτων μαθητών κάτω από 18 ετών. Είναι το 25% των καθημερινών κρουσμάτων στην Κρήτη και στην Ελλάδα. Είναι συνηθισμένοι τέτοιοι αριθμοί τελευταία. Επίσης στην Κρήτη ειδικά το 12-15% καθημερινά, είναι πάνω από 60 ετών. Όλο το υπόλοιπο ποσοστό αφορά τους νέους. Η προφύλαξη των μεγαλύτερων ηλικιών μπορεί να λειτουργήσει και να κάνει την κοινωνία να λειτουργεί σχεδόν κανονικά, διατηρώντας κάποια μέτρα προστασίας».